Skip to main content

Τι σημαίνει η απόφαση της ΕΚΤ για δάνεια και καταθέσεις στην Ελλάδα

Ολοένα και περισσότεροι αποταμιευτές στρέφονται στην αναζήτηση λύσεων που - τουλάχιστον - θα προστατεύουν το κεφάλαιο από τον τιμάριθμο

Νέα δεδομένα για καταθέτες, αλλά και υποψήφιους δανειολήπτες δημιουργούνται στην αγορά λόγω της αποκλιμάκωσης των επιτοκίων.

Η νέα απόφαση μείωσης επιτοκίων στην οποία κατέληξε σήμερα το διοικητικό συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας αναμένεται να επιταχύνει τις εξελίξεις.

Τα «επενδυτικά καταφύγια» που αξιοποίησαν τα τελευταία χρόνια οι αποταμιευτές – και κυρίως οι προθεσμιακές καταθέσεις και τα έντοκα γραμμάτια του ελληνικού Δημοσίου- πλέον εξασφαλίζουν από οριακά θετικές αποδόσεις μέχρι – στην καλύτερη περίπτωση- ποσοστά στο όριο του 2%, που είναι σε κάθε περίπτωση χαμηλότερο του τρέχοντος πληθωρισμού.

Αυτομάτως αυτό οδηγεί σε εξελίξεις, καθώς ολοένα και περισσότεροι αποταμιευτές στρέφονται στην αναζήτηση λύσεων που -τουλάχιστον- θα προστατεύουν το κεφάλαιο από τον τιμάριθμο. Σε… καθεστώς αυξημένης ετοιμότητας μπαίνουν όμως και οι υποψήφιοι δανειολήπτες, περιμένοντας η μείωση των επιτοκίων από την ΕΚΤ να «περάσει» ακόμη πιο έντονα και στην αγορά.

Απόδοση εντόκου

Την υποχώρηση των αποδόσεων σε τραπεζικές καταθέσεις αλλά και έντοκα γραμμάτια του ελληνικού Δημοσίου αποτύπωσαν τα στοιχεία που ανακοινώθηκαν χθες. Η απόδοση του εντόκου γραμματίου ετήσιας διάρκειας, η έκδοση του οποίου ολοκληρώθηκε χθες, διαμορφώθηκε στο 2,15% σημειώνοντας νέα μείωση συγκριτικά με την προηγούμενη έκδοση που είχε γίνει στις 4 Δεκεμβρίου (σ.σ.: τότε είχε διαμορφωθεί στο 2,27%). Ακόμη και αυτό το ποσοστό -το οποίο είναι ξεκάθαρα χαμηλότερο από τον τρέχοντα πληθωρισμό, ο οποίος παραμένει στην περιοχή του 2,5%-3% (σ.σ.: ανάλογα με το αν λαμβάνεται υπόψη ο δείκτης τιμών καταναλωτή ή ο εναρμονισμένος δείκτης), αναμένεται να υποχωρήσει περαιτέρω το επόμενο χρονικό διάστημα. Όσον αφορά τις καταθέσεις, τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος (σ.σ.: τα οποία αφορούν τον μήνα Ιανουάριο, κάτι που σημαίνει ότι αναμένεται τις επόμενες εβδομάδες να αποτυπωθεί και περαιτέρω πτώση) τα στοιχεία δείχνουν τα εξής:

  • Το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο των νέων καταθέσεων παρέμεινε αμετάβλητο στο 0,45%.
  • Τα μέσα επιτόκια των καταθέσεων μίας ημέρας από νοικοκυριά και από επιχειρήσεις παρέμειναν αμετάβλητα στο 0,03% και 0,16% αντίστοιχα.
  • Το μέσο επιτόκιο των καταθέσεων με συμφωνημένη διάρκεια έως 1 έτος από νοικοκυριά παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητο στο 1,64%, ενώ το αντίστοιχο επιτόκιο των καταθέσεων από επιχειρήσεις μειώθηκε κατά 24 μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 2,32%.

Το ερώτημα που θα πρέπει να απαντηθεί το επόμενο διάστημα είναι το αν οι καταθέσεις που έχουν συσσωρευτεί στις τράπεζες – το συνολικό υπόλοιπο προσεγγίζει πλέον τα 200 δισ. ευρώ – θα μετακινηθούν το επόμενο χρονικό διάστημα για τη χρηματοδότηση επενδύσεων που θα εξασφαλίζουν μεγαλύτερες αποδόσεις.

Μία από τις «διεξόδους» κατά το τελευταίο χρονικό διάστημα ήταν η χρηματοδότηση αγοράς ακινήτων, αλλά η συνεχιζόμενη αύξηση των τιμών στην κτηματαγορά καθιστά αβέβαιο το αν και σε ποια ένταση θα συνεχιστεί αυτή η τάση. Από την άλλη, οι τράπεζες ρίχνουν ολοένα και περισσότερα επενδυτικά προϊόντα στην αγορά με στόχο να προσφέρουν υψηλότερες αποδόσεις (όχι πάντοτε εγγυημένες) στους πελάτες τους.

Στο σκέλος των δανείων, το ερώτημα είναι αν η αποκλιμάκωση των επιτοκίων θα οδηγήσει και σε αύξηση των χορηγήσεων. Κατά την περίοδο του υψηλού πληθωρισμού και του αυξημένου κόστους χρήματος η ελληνική αγορά κινήθηκε κατά κύριο λόγο με το «φθηνό χρήμα» που εξασφάλιζαν τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης και οι επιδοματικές πολιτικές (π.χ. Σπίτι μου 1 και 2 για τα στεγαστικά δάνεια κ.λπ.). Το ερώτημα είναι αν τώρα θα αυξηθούν οι χορηγήσεις δανείων -στεγαστικών και επιχειρηματικών- και στο πλαίσιο της συνήθους εμπορικής δραστηριότητας των τραπεζών με στόχο τη χρηματοδότηση περισσότερων επενδύσεων.

Χορηγήσεων – καταθέσεων

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο των νέων καταθέσεων παρέμεινε αμετάβλητο στο 0,45%, ενώ το αντίστοιχο επιτόκιο των δανείων μειώθηκε στο 5,10%. Η εξέλιξη αυτή είχε ως αποτέλεσμα το περιθώριο επιτοκίου μεταξύ των νέων καταθέσεων και δανείων να μειωθεί στις 4,65 εκατοστιαίες μονάδες (4,65%) από 4,75% που ήταν τον προηγούμενο μήνα.

Ειδικότερα, τα μέσα επιτόκια των καταθέσεων μίας ημέρας από νοικοκυριά και από επιχειρήσεις παρέμειναν αμετάβλητα στο 0,03% και 0,16% αντίστοιχα.

Το μέσο επιτόκιο των καταθέσεων με συμφωνημένη διάρκεια έως 1 έτος από νοικοκυριά παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητο στο 1,64%, ενώ το αντίστοιχο επιτόκιο των καταθέσεων από επιχειρήσεις μειώθηκε κατά 24 μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 2,32%.

Στο σκέλος των χορηγήσεων το μέσο επιτόκιο των καταναλωτικών δανείων χωρίς καθορισμένη διάρκεια (κατηγορία που περιλαμβάνει τα δάνεια μέσω πιστωτικών καρτών, τα ανοικτά δάνεια και υπεραναλήψεις από τρεχούμενους λογαριασμούς) μειώθηκε κατά 16 μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 14,88%, ενώ το μέσο επιτόκιο των στεγαστικών δανείων με κυμαινόμενο επιτόκιο αυξήθηκε κατά 31 μονάδες βάσης στο 3,90%.

Το μέσο επιτόκιο των επιχειρηματικών δανείων χωρίς καθορισμένη διάρκεια μειώθηκε κατά 43 μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 5,45%. Το αντίστοιχο επιτόκιο των επαγγελματικών δανείων παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητο στο 7,20%.

Το μέσο επιτόκιο των νέων επιχειρηματικών δανείων με συγκεκριμένη διάρκεια και κυμαινόμενο επιτόκιο μειώθηκε κατά 14 μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 4,54%. Το μέσο επιτόκιο των δανείων τακτής λήξης με κυμαινόμενο επιτόκιο προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ) μειώθηκε κατά 5 μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 4,92%.

Όσον αφορά τη διάρθρωση των επιτοκίων, ως προς το ύψος του δανείου σημειώνεται ότι το μέσο επιτόκιο για δάνεια μέχρι και 250.000 ευρώ παρέμεινε αμετάβλητο στο 4,96%, για δάνεια από 250.001 μέχρι 1 εκατ. ευρώ μειώθηκε κατά 8 μονάδες βάσης στο 5,01%, ενώ για δάνεια άνω του 1 εκατ. ευρώ μειώθηκε κατά 16 μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 4,47%.