Skip to main content

Γιατί «στενεύει» ο δρόμος των παροχών

Τρεις μεταβλητές θα καθορίσουν τα δημοσιονομικά περιθώρια για τη χρηματοδότηση μειώσεων στους φορολογικούς συντελεστές

Από τα… ψιλά γράμματα της συμφωνίας για την ενεργοποίηση της ρήτρας διαφυγής, προκειμένου να αυξηθούν οι αμυντικές δαπάνες της Ευρώπης, την πορεία της οικονομίας και την «ποιοτική σύνθεση» των φορολογικών εσόδων του 2025 «περνά» η δημιουργία χώρου για ελαφρύνσεις.

Το οικονομικό επιτελείο έχει ξεκαθαρίσει εδώ και αρκετές εβδομάδες ότι αποφάσεις για την υιοθέτηση πρόσθετων φορολογικών ελαφρύνσεων, οι οποίες θα ισχύσουν από την επόμενη χρονιά, δεν πρόκειται να ληφθούν πριν από το τέλος του καλοκαιριού. Οι εξελίξεις των τελευταίων εβδομάδων έρχονται να ενισχύσουν την αναγκαιότητα της χρονικής μετάθεσης, καθώς το τοπίο έγινε ακόμη πιο «θολό». Με την αλλαγή προέδρου στις Ηνωμένες Πολιτείες προστέθηκαν νέες μεταβλητές στην εξίσωση: ο πόλεμος δασμών που μπορεί να επηρεάσει τον ρυθμό ανάπτυξης της ευρωπαϊκής οικονομίας -και εξ αντανακλάσεως και της ελληνικής-, αλλά και η προοπτική περαιτέρω αύξησης των αμυντικών δαπανών μέσα από την ενεργοποίηση της ρήτρας διαφυγής είναι παράμετροι που μπορούν να αλλάξουν το σκηνικό και σε μακροοικονομικό και σε δημοσιονομικό επίπεδο.

Αμυντικές δαπάνες

Η εξαγγελία της Ούρσουλα Φον ντερ Λάιεν για ενεργοποίηση της ρήτρας διαφυγής, με στόχο να αυξηθούν οι αμυντικές δαπάνες των ευρωπαϊκών χωρών, δεν πρόκειται να γίνει πράξη παρά ύστερα από τουλάχιστον 5-6 μήνες. Επίσης, ήδη από τις πρώτες επαφές σε ευρωπαϊκό επίπεδο κατέστη σαφές ότι η άρση της ρήτρας διαφυγής θα γίνει υπό αυστηρές προϋποθέσεις. Μάλιστα, από τις πρώτες διερευνητικές επαφές προέκυψε ότι ευρωπαϊκές χώρες βάζουν στο «τραπέζι» η ρήτρα να εφαρμοστεί μόνο για κράτη-μέλη με χαμηλές αμυντικές δαπάνες αναλογικά με το ΑΕΠ τους. Κάτι τέτοιο αυτομάτως θα εξαιρούσε την Ελλάδα, η οποία δαπανά ετησίως περίπου το 2,7%-3% του ΑΕΠ της για νέους εξοπλισμούς, αλλά και την κάλυψη των λειτουργικών δαπανών των ενόπλων δυνάμεων. Ακόμη όμως και αν φύγει η συγκεκριμένη παράμετρος από το «τραπέζι», η ελληνική πλευρά γνωρίζει ότι θα πρέπει να κρατάει μικρό καλάθι για το τελικό αποτέλεσμα. Και αυτό διότι πρέπει να διαφανεί υπό ποιες προϋποθέσεις θα μπορεί η χώρα να αυξήσει τις δαπάνες για νέους στρατιωτικούς εξοπλισμούς χωρίς να χρειαστεί να περιορίσει άλλες δαπάνες του κρατικού προϋπολογισμού. Οι πιθανότητες να δημιουργηθεί, λόγω ρήτρας διαφυγής, δημοσιονομικός χώρος για ελαφρύνσεις κρίνονται τώρα από πολύ περιορισμένες έως μηδενικές, ενώ τα βλέμματα θα στραφούν και στο κατά πόσο η Ελλάδα θα πρέπει να δεχτεί ακόμη πιο αυστηρούς ελέγχους των οικονομικών της στοιχείων προκειμένου να κάνει χρήση της ρήτρας διαφυγής.

Πορεία οικονομίας

Ο φετινός ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας είναι επίσης άμεσα συνδεδεμένος με τα περιθώρια χρηματοδότησης φορολογικών ελαφρύνσεων. Άλλωστε, το ΑΕΠ είναι τελικώς αυτό που καθορίζει και το επίπεδο στο οποίο θα φτάσουν τα φορολογικά έσοδα. Ο προϋπολογισμός προβλέπει ρυθμό ανάπτυξης μεγαλύτερο του 2% και φέτος. Όμως, για να επιτευχθεί αυτή η επίδοση θα πρέπει να μην υπάρξει σημαντική αναταραχή στην ευρωπαϊκή οικονομία. Ήδη στον ορίζοντα προβάλλει η απειλή ενός «εμπορικού πολέμου», ο οποίος ακόμη και αν δεν πλήξει άμεσα την Ελλάδα μπορεί να επηρεάσει τους βασικούς εταίρους της χώρας οι οποίοι είναι ταυτόχρονα και αγοραστές των ελληνικών προϊόντων, αλλά και «προμηθευτές» τουριστών για τη χώρα. Τα βλέμματα στρέφονται αναγκαστικά στην πορεία της γερμανικής και της γαλλικής οικονομίας.

Φορολογικά έσοδα

Το οικονομικό επιτελείο γνωρίζει πολύ καλά ότι από μόνη της η υπερ-παραγωγή πρωτογενών πλεονασμάτων μπορεί να βοηθάει τον δείκτη του χρέους (όσο μεγαλύτερο το πρωτογενές πλεόνασμα τόσο μικρότερο το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης, άρα τόσο μικρότερες και οι ανάγκες πρόσθετου δανεισμού για την κάλυψη των τόκων), όμως δεν δημιουργεί αυτόματα και τον «δημοσιονομικό χώρο» για τα πρόσθετα μέτρα στήριξης. Η εικόνα φέτος είναι εντελώς διαφορετική σε σχέση με αυτό που γνωρίζαμε επί σειρά ετών. Τα υπερ-πλεονάσματα (δηλαδή τα πρωτογενή πλεονάσματα που υπερβαίνουν τους στόχους που είχαν τεθεί στο πλαίσιο κατάρτισης του προϋπολογισμού δεν μπορούν να διανεμηθούν. Ο «κόφτης» είναι οι δαπάνες, η αύξηση των οποίων δεν μπορεί να υπερβαίνει το συμφωνηθέν με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ποσοστό (και φέτος κάτι περισσότερο από 3%). Πότε δημιουργούνται τα δημοσιονομικά περιθώρια; Όταν περιορίζεται η φοροδιαφυγή και αυτό αποτυπώνεται στο σκέλος των δημοσίων εσόδων. Μη προϋπολογισμένα φορολογικά έσοδα, που όμως αποδεδειγμένα προέρχονται από τον περιορισμό της φοροδιαφυγής, λογίζεται ότι περιορίζουν το ποσοστό αύξησης των «καθαρών δαπανών». Άρα, δημιουργούν τον χώρο για περαιτέρω αύξηση δαπανών. Ως τέτοια μάλιστα λογίζεται η λήψη μέτρων που αφορούν μειώσεις φορολογικών συντελεστών. Μπορεί στην πράξη ο αντίκτυπος να είναι η συρρίκνωση των φορολογικών εσόδων για τις ανάγκες του Συμφώνου Σταθερότητας, όμως η κοστολόγηση των μέτρων φουσκώνει το κομμάτι των δαπανών. Για μια ακόμη χρονιά οι ελπίδες για την είσπραξη φόρων από τη φοροδιαφυγή εστιάζονται στον ΦΠΑ, παρά το γεγονός ότι το λεγόμενο «κενό» έχει συμπιεστεί αρκετά ειδικά τα τελευταία χρόνια. Εκτιμάται ότι η περαιτέρω σύγκλιση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο είναι εφικτή και φέτος. Τα επιχειρήματα είναι τα εξής:

1.Η εγκατάσταση των POS σχεδόν στο σύνολο των οικονομικών δραστηριοτήτων απέδωσε τα μέγιστα το 2024, συμβάλλοντας στην αύξηση των ηλεκτρονικών πληρωμών κατά 6,6 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση. Το συγκεκριμένο μέτρο, όμως, δεν εφαρμόστηκε για το σύνολο της περσινής χρονιάς. Φέτος, λοιπόν, που θα δοκιμαστεί η αποδοτικότητα σε 12μηνη βάση, τα συνολικά έσοδα μπορούν να είναι περισσότερα.

2.Το υποχρεωτικό ηλεκτρονικό τιμολόγιο θα περιορίσει τα περιθώρια των εικονικών συναλλαγών, άρα θα φέρει και περαιτέρω αύξηση των εσόδων από ΦΠΑ.

3. Οι πρόσθετες «ηλεκτρονικές υποχρεώσεις» (ψηφιακά βιβλία πελατών και δελτία αποστολής) θα οδηγήσουν σε αύξηση του εμφανιζόμενου τζίρου σε επαγγελματικούς τομείς που παραδοσιακά δηλώνουν πολύ χαμηλά έσοδα.