Skip to main content

Διπλή παγίδα υπερφορολόγησης σε ελεύθερους επαγγελματίες

Συνδυαστικός κίνδυνος επιβαρύνσεων από τεκμήρια και «έλλειμμα» στις e-πληρωμές δαπανών

Στη μέγγενη διπλής πρόσθετης φορολόγησης θα βρεθούν και φέτος χιλιάδες αυτοαπασχολούμενοι.

Η παγίδα αφορά ελεύθερους επαγγελματίες που δηλώνουν συνήθως ετήσια καθαρά κέρδη κάτω από 10.000 ευρώ και φορολογούνται και φέτος, για τη χρήση του 2024, με τα αντικειμενικά κριτήρια προσδιορισμού του φορολογητέου εισοδήματος, που προβλέπει ο ν. 5073/2023.

Εκτός του ότι θα επιβαρυνθούν με επιπλέον φόρο εισοδήματος λόγω του τεκμαρτού υπολογισμού των φορολογητέων καθαρών κερδών τους σε επίπεδα σημαντικά υψηλότερα αυτών που συνήθως δηλώνουν στην εφορία, πολλοί εξ αυτών θα επιβαρυνθούν και με επιπρόσθετα ποσά φόρου λόγω του ότι το 2024 δεν κατάφεραν να καλύψουν το 30% του ετήσιου φορολογητέου εισοδήματος με ηλεκτρονικές πληρωμές προσωπικών – καταναλωτικών δαπανών.

Η δεύτερη αυτή πρόσθετη κρυφή χρέωση θα προκύψει, δηλαδή, από την εφαρμογή των ήδη ισχυουσών εδώ και 5 χρόνια διατάξεων της παραγράφου 6 του άρθρου 15 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, που προβλέπουν την υποχρέωση κάλυψης του 30% του ετήσιου πραγματικού φορολογητέου εισοδήματος κάθε φορολογούμενου με δαπάνες εξοφληθείσες μέσω ηλεκτρονικών μεθόδων πληρωμής (χρεωστικών, πιστωτικών ή προπληρωμένων καρτών κ.λπ.). Κι αυτό διότι σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 15 του ν. 5073/2023 (για την τεκμαρτή φορολόγηση των αυτοαπασχολουμένων), το προσδιοριζόμενο με βάση τα αντικειμενικά κριτήρια φορολογητέο εισόδημα, εφόσον υπερβαίνει το δηλούμενο, λαμβάνεται υπόψη ως βάση για την επιβολή του 30% και τον προσδιορισμό του ετήσιου ποσού των καταναλωτικών δαπανών που πρέπει να έχει καλύψει ο αυτοαπασχολούμενος με ηλεκτρονικές πληρωμές (με πληρωμές μέσω καρτών).

Αυτή η διάταξη είχε ως συνέπεια να αυξηθεί κατά σημαντικό ποσό το ύψος των καταναλωτικών δαπανών που θα έπρεπε εντός του 2024 να έχει πραγματοποιήσει κάθε ένας από τους φορολογούμενους αυτούς με ηλεκτρονικές πληρωμές, καθώς το ποσοστό 30% ορίστηκε να υπολογίζεται -κατά την εκκαθάριση των φετινών δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος- όχι επί του πολύ χαμηλού δηλωθέντος αλλά επί του πολύ πιο υψηλού αντικειμενικά προσδιορισθέντος εισοδήματος. Έτσι, πολλοί αυτοαπασχολούμενοι που δεν πρόλαβαν να καλύψουν εντός του 2024 το υψηλότερο όριο ηλεκτρονικά εξοφληθεισών καταναλωτικών – προσωπικών δαπανών, το οποίο προέκυψε λόγω υπολογισμού του επί του υψηλότερου από δηλωθέν τεκμαρτού εισοδήματός τους, θα κληθούν με τα εκκαθαριστικά σημειώματα των φετινών φορολογικών δηλώσεων να πληρώσουν το «πέναλτι» του επιπλέον φόρου εισοδήματος 22% επί του ποσού που έμεινε ακάλυπτο.

Τα θύματα αυτής της διπλής υπερφορολόγησης είναι όσοι αυτοαπασχολούμενοι δηλώνουν ετησίως και αναμένεται να δηλώσουν και φέτος, βάσει των βιβλίων που τηρούν και των φορολογικών στοιχείων που έχουν εκδώσει και έχουν λάβει το 2024, ποσά ετήσιων καθαρών κερδών κάτω από το επίπεδο των 10.000 ευρώ. Κι αυτό διότι κυρίως σ’ αυτούς τους αυτοαπασχολούμενους τα προσδιοριζόμενα τεκμαρτώς -με βάση το νέο σύστημα αντικειμενικών κριτηρίων- φορολογητέα εισοδήματα (καθαρά κέρδη) είναι σημαντικά μεγαλύτερα των δηλούμενων.

Παράδειγμα

Για να γίνει καλύτερα αντιληπτό το μέγεθος της πρόσθετης φορολογικής επιβάρυνσης που προκύπτει, παραθέτουμε το ακόλουθο παράδειγμα:

Ελεύθερος επαγγελματίας με κατάστημα ηλεκτρικών, είχε πραγματοποιήσει έναρξη εργασιών το 1992 και για το 2024 πρόκειται να δηλώσει καθαρά κέρδη 8.156 ευρώ. Το ποσό των προσωπικών καταναλωτικών δαπανών που αντιστοιχεί στο 30% των ετησίων καθαρών κερδών των 8.156 ευρώ είναι 2.446,80 ευρώ (30% Χ 8.156 ευρώ). Ο εν λόγω επαγγελματίας εξόφλησε το 2024 δαπάνες καταναλωτικές και προσωπικές συνολικού ύψους 2.450 ευρώ με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής, καλύπτοντας πλήρως το 30% του δηλωθέντος εισοδήματος των 8.156 ευρώ.

Αν λαμβανόταν υπόψη το δηλωθέν εισόδημα, τότε ο εν λόγω φορολογούμενος θα πλήρωνε φόρο εισοδήματος 734,04 ευρώ και δεν θα επιβαρυνόταν καθόλου με επιπλέον φόρο εισοδήματος διότι με τις ηλεκτρονικές πληρωμές των 2.450 ευρώ που πραγματοποίησε για να εξοφλήσει τις καταναλωτικές και προσωπικές δαπάνες του υπερκάλυψε το απαιτούμενο ποσό των 2.446,80 ευρώ που είναι το 30% του δηλωθέντος εισοδήματος.

Με το σύστημα των αντικειμενικών κριτηρίων φορολόγησης, το φορολογητέο εισόδημα του εν λόγω επαγγελματία για το 2024 προσδιορίζεται πλέον στα 15.466,22 ευρώ. Ως εκ τούτου καλείται να καταβάλει φόρο εισοδήματος 2.102,57 ευρώ.

Επιπλέον, όμως, επειδή το τεκμαρτό ποσό εισοδήματος των 15.466,22 ευρώ θεωρείται -βάσει του ν. 5073/2023- ως το πραγματικό εισόδημα του επαγγελματία, το ποσό των καταναλωτικών και προσωπικών δαπανών που θα έπρεπε να είχε καλύψει το 2024 ο εν λόγω φορολογούμενος με ηλεκτρονικές πληρωμές υπολογίζεται με 30% όχι επί του δηλωθέντος εισοδήματος των 8.156 ευρώ αλλά επί του τεκμαρτού εισοδήματος των 15.466,22 ευρώ και εκτινάσσεται στα 4.639,87 ευρώ (30% Χ 15.466,22 ευρώ).

Ως εκ τούτου, αφού ο συγκεκριμένος φορολογούμενος εξόφλησε με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής ποσό προσωπικών – καταναλωτικών δαπανών 2.450 ευρώ, που υπολείπεται των 4.639,87 ευρώ κατά 2.189,87 ευρώ, θα κληθεί να πληρώσει επιπλέον φόρο εισοδήματος που θα υπολογιστεί με συντελεστή 22% επί του ακάλυπτου ποσού των 2.189,87 ευρώ. Δηλαδή, θα υποχρεωθεί να καταβάλει επιπλέον 481,77 ευρώ φόρο εισοδήματος (22% Χ 2.189,87 ευρώ), πέραν των 2.102,57 ευρώ που θα οφείλει λόγω της φορολόγησής του με τα αντικειμενικά κριτήρια.

Οι ισχύοντες κανόνες για το 30% των e-αποδείξεων

Οι διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 15 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 4172/2013), που ισχύουν και για το φορολογικό έτος 2024, προβλέπουν, αναλυτικά, τα εξής:

  1. Κάθε φορολογούμενος με ετήσιο ατομικό πραγματικό εισόδημα έτους 2024 προερχόμενο από μισθούς, συντάξεις, επιχειρηματική δραστηριότητα, αγροτικές εκμεταλλεύσεις και ενοίκια ακινήτων, πρέπει να έχει πραγματοποιήσει κατά το χρονικό διάστημα από την 1η-1-2024 έως την 31η-12-2024 δαπάνες για αγορές αγαθών και παροχή υπηρεσιών συνολικού ύψους ίσου με το 30% του εισοδήματος αυτού.
  2. Για να αναγνωριστούν, οι δαπάνες αγοράς αγαθών και παροχής υπηρεσιών θα πρέπει να έχουν εξοφληθεί με πιστωτικές ή χρεωστικές κάρτες ή με άλλα ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής (προπληρωμένες κάρτες, πληρωμές μέσω e-banking κ.λπ.) και να έχουν εκδοθεί και ληφθεί οι σχετικές αποδείξεις λιανικών συναλλαγών. To ποσό των δαπανών που λαμβάνεται υπόψη δεν μπορεί να υπερβεί σε ετήσια βάση τα 20.000 ευρώ. Ειδικά οι δαπάνες που καταβάλλονται σε 8 κατηγορίες επαγγελματιών της υγείας υπολογίζονται στο 200% της αξίας τους για τη συμπλήρωση του 30%. Πρόκειται για τις δαπάνες πληρωμής αμοιβών σε ιατρούς, οδοντίατρους, ορθοδοντικούς, οστεοπαθητικούς, χειροπράκτες, οφθαλμίατρους, χειροποδιστές, ποδολόγους.
  3. Ο φορολογούμενος που δεν θα καλύψει το απαιτούμενο συνολικό ποσό δαπανών, το «ακάλυπτο» ποσό θα φορολογηθεί με 22%.
  4. Από την υποχρέωση να καλύψουν το 30% του ετήσιου πραγματικού εισοδήματος με δαπάνες αγοράς αγαθών και παροχής υπηρεσιών εξοφληθείσες με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής εξαιρούνται πλήρως, μεταξύ άλλων, φορολογούμενοι 70 ετών και άνω, ανάπηροι 80% και άνω, οι υπηρετούντες την υποχρεωτική στρατιωτική τους θητεία, φορολογούμενοι που κατοικούν μόνιμα σε χωριά με πληθυσμό έως 500 κατοίκους και σε νησιά με πληθυσμό κάτω των 3.100 κατοίκων, εκτός αν πρόκειται για τουριστικούς τόπους, οι φορολογούμενοι που είναι δικαιούχοι του Ελαχίστου Εγγυημένου Εισοδήματος, οι νοσηλευθέντες για χρονικό διάστημα πέραν των 6 μηνών, όσοι διαμένουν σε οίκο ευγηρίας και σε ψυχιατρικό κατάστημα και οι φυλακισμένοι.
  5. Εξαιρούνται επίσης μερικώς όσοι έχουν δεσμευμένους τους τραπεζικούς τους λογαριασμούς λόγω ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο, για τους οποίους το ποσό που απαιτείται να καλυφθεί ανέρχεται σε μόλις 5.000 ευρώ καθώς και όσοι πραγματοποιούν με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμές φόρου εισοδήματος, ΕΝΦΙΑ, δόσεων δανείων και ενοικίων συνολικού ύψους άνω του 60% του ετησίου εισοδήματός τους, για τους οποίους ισχύει μειωμένος συντελεστής κάλυψης 20%, αντί 30%.