Σε μια επανάληψη του 2022, αν και σε μικρότερο βαθμό, κινδυνεύει να εξελιχθεί η φετινή χρονιά με τις τιμές φυσικού αερίου να «επιμένουν» σε υψηλά επίπεδα και μετά το πέρας της χειμερινής περιόδου όπου και θεωρητικά κορυφώνονται μαζί με την κατανάλωση.
Τα υφιστάμενα «δείγματα γραφής», όπως μεταφέρουν στη «Ν» στελέχη της αγοράς που παρακολουθούν εκ του σύνεγγυς τα πράγματα, δείχνουν ότι τα σημερινά επίπεδα τιμής θα διατηρηθούν και τους επόμενους μήνες στη βάση της αυξημένης ζήτησης για την αναπλήρωση των αποθεμάτων στις ευρωπαϊκές αποθήκες φυσικού αερίου, γεγονός που ήδη αποτυπώνεται στα «futures» του καυσίμου.
Η αναλογία με το 2022 σταματάει, τουλάχιστον για την ώρα, στην (ανοδική) τροχιά των τιμών χωρίς το ύψος αλλά και τις αιτίες (πόλεμος Ρωσίας – Ουκρανίας) που πυροδότησαν προ διετίας το ράλι των τιμών.
Η διαχείριση των αποθεμάτων
Σήμερα η αιτία πρέπει να αναζητηθεί στην διαχείριση των αποθεμάτων φυσικού αερίου σε ένα περιβάλλον που τα αποθέματα επιλέγονται για την κάλυψη των τρεχουσών αναγκών ως φθηνότερα έναντι του LNG. Χρειάζεται να σημειωθεί ότι η λογική των αποθεμάτων, πέραν της παραμέτρου της ενεργειακής ασφάλειας, έχει και την διάσταση της ισορροπίας τιμών και αναχαίτισης πιέσεων στην αγορά, καθώς το αέριο αποθηκεύεται σε περιόδους που είναι φθηνό για να καταναλωθεί κατά τους μήνες (χειμερινή περιόδος) που η ζήτηση αυξάνει και συμπαρασύρει προς τα πάνω τις spot τιμές του καυσίμου.
Κατά συνέπεια, η διατήρηση των υψηλών τιμών κατά την περίοδο αναπλήρωσης των αποθεμάτων «ακυρώνει» το εν λόγω πλεονέκτημα ή αλλιώς το εμπορικό κίνητρο της αποθήκευσης, αφήνοντας ένα «βαρύ λογαριασμό» στα κράτη-μέλη που ούτως ή άλλως θα πρέπει να προστρέξουν να αναπληρώσουν το «κενό» στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής ενεργειακής ασφάλειας.
Υπενθυμίζεται ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει υιοθετήσει σαφείς στόχους αναπλήρωσης των αποθεμάτων με βασικότερο όλων την πλήρωση των αποθηκών σε ποσοστό 90% την 1η Νοεμβρίου αλλά και ενδιάμεσους τον Φεβρούαριο, τον Μάιο, τον Ιούλιο και τον Σεπτέμβριο, οριοθετώντας έτσι τόσο τους ρυθμούς κατανάλωσης όσο και τους ρυθμούς αναπλήρωσης προκειμένου, τα κράτη-μέλη να παραμένουν εντός των ορίων ανοχής.
Ντόμινο σε λογική βάση
Συμπερασματικά, όπως υπογραμμίζουν παράγοντες της αγοράς, το πραγματικό ερώτημα αφορά στο πώς θα ανταποκριθεί εμπορικά το σύστημα σε ένα τέτοιο περιβάλλον «ανωμαλιών» και αναταράξεων στην αγορά φυσικού αερίου και επομένως τι θα γράψει «εις το πηλίκο» στο όνομα της ενεργειακής ασφάλειας.
Συμπληρώνουν δε πως όλα τα παραπάνω τελούν υπό την αίρεση των εξελίξεων, επισημαίνοντας την μέθοδο του «ντόμινο σε λογική βάση» όπου οι παρατεταμένες χαμηλές θερμοκρασίες αυξάνουν την κατανάλωση και άρα το ρυθμό άντλησης των αποθεμάτων και επομένως τις ανάγκες αναπλήρωσης σε μελλοντικό χρόνο, «προεξοφλώντας» σε traders την υψηλή ζήτηση του καλοκαιριού και άρα τις υψηλές τιμές του καυσίμου.
Για του λόγου το αληθές, σήμερα η τιμή του φυσικού αερίου κυμαίνεται σε υψηλό διετίας περί τα 52 ευρώ ανά θερμική μεγαβατώρα στο Ολλανδικό Hub TTF με τα προθεσμιακά συμβόλαια των επόμενων μηνών μέχρι και το καλοκαίρι να κυμαίνονται στα 53 ευρώ/MWh.