Skip to main content

Ελληνική μεταποίηση: Έπεσε ο ρυθμός στο ξεκίνημα του 2025

Τι αποδυνάμωσε τη γενική άνοδο που σημειώθηκε στον τομέα- Επιβράδυνση παραγωγής
και των νέων παραγγελιών-Αυξήσεις τιμών

Σε πλαίσια ανάπτυξης αλλά με εξασθενημένους τους ρυθμούς αύξησης της παραγωγής και των νέων εργασιών- συγκριτικά με τους αντίστοιχους που παρατηρήθηκαν τον Δεκέμβριο- κινήθηκε ο ελληνικός τομέας μεταποίησης στο ξεκίνημα του 2025, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της έρευνας PMI® από την S&P Global.

Ειδικότερα, ο εποχικά προσαρμοσμένος Δείκτης Υπευθύνων Προμηθειών της S&P Global για τον τομέα μεταποίησης στην Ελλάδα (Purchasing Managers’ Index® – PMI®) έκλεισε στις 52.8 μονάδες τον Ιανουάριο, ελαφρώς χαμηλότερα από τις 53.2 μονάδες του Δεκεμβρίου, επεκτείνοντας ωστόσο την τρέχουσα περίοδο δύο ετών συνεχούς αύξησης.

Τα τελευταία στοιχεία της S&P Global υπέδειξαν μέτρια βελτίωση της υγείας του τομέα παραγωγής αγαθών, η οποία ήταν εντονότερη από την τάση που επικρατεί στην ιστορία της έρευνας.

Όπως προκύπτει από την έρευνα, καταγράφεται επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης της παραγωγής και των
νέων παραγγελιών. Παράλληλα οι πιέσεις επί του κόστους εξασθενούν, ωστόσο οι τιμές πώλησης αυξάνονται με ταχύτερο ρυθμό.

Επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης της παραγωγής και των νέων παραγγελιών

Αναλυτικότερα, η παραγωγή στα εργοστάσια των Ελλήνων κατασκευαστών αυξήθηκε για τέταρτο συνεχή μήνα τον Ιανουάριο, μολονότι ο ρυθμός ανάπτυξης μετριάστηκε σε σύγκριση με το πρόσφατα υψηλό του Δεκεμβρίου. Οι εταιρείες ανέφεραν ότι η μεγαλύτερη παραγωγή οφειλόταν στη συνεχή αύξηση των νέων παραγγελιών και στη βελτίωση της ζήτησης από την πλευρά των πελατών. Παρ’ όλα αυτά, οι αναφορές για ελλείψεις υλικών δυσκόλεψαν την άνοδο

Παρότι ελαφρώς βραδύτερος, ο ρυθμός αύξησης των νέων παραγγελιών παρέμεινε σταθερός στο ξεκίνημα του 2025. Οι Έλληνες παραγωγοί αγαθών εξακολούθησαν να αναφέρουν βελτιωμένες συνθήκες ζήτησης στο εσωτερικό και σε βασικές αγορές εξαγωγών. Ο ρυθμός ανάπτυξης ήταν ο δεύτερος ταχύτερος που έχει καταγραφεί από τον περασμένο Ιούνιο και σε ικανοποιητικό επίπεδο συγκριτικά με τον μέσο όρο της έρευνας.

Επιπλέον, οι κατασκευαστές κατέγραψαν ακόμα μία μηνιαία άνοδο των νέων παραγγελιών εξαγωγών τον Ιανουάριο. Σύμφωνα με αναφορές, το ενδιαφέρον από τις νέες και τις υφιστάμενες αγορές εξαγωγών ενίσχυσε τις νέες πωλήσεις. Ο ρυθμός αύξησης ήταν μέτριος, ωστόσο επιβραδύνθηκε από το υψηλό οκτώ μηνών του Δεκεμβρίου.

Σε υψηλό οκτώ μηνών η επιχειρηματική εμπιστοσύνη

Η συνεχής αύξηση των νέων παραγγελιών ενίσχυσε την επιχειρηματική εμπιστοσύνη κατά τη διάρκεια του Ιανουαρίου, καθώς οι Έλληνες κατασκευαστές αναμένουν αύξηση της παραγωγής κατά το επόμενο έτος.

Επιπλέον, ο βαθμός αισιοδοξίας βελτιώθηκε στον εντονότερο που έχει καταγραφεί από τον προηγούμενο Μάιο και ήταν ιστορικά αυξημένος, λόγω των προγραμματισμένων επενδύσεων σε μηχανολογικό εξοπλισμό.

Η απασχόληση αυξάνεται περαιτέρω

Η μεγαλύτερη εμπιστοσύνη σχετικά με τις προοπτικές στήριξε επίσης τις προσλήψεις στις αρχές του 2025. Η αύξηση της απασχόλησης παρέμεινε σταθερή, καθώς ο ρυθμός αύξησης παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητος από τον αντίστοιχο που παρατηρήθηκε τον Δεκέμβριο. Σύμφωνα με αναφορές, οι αυξημένες απαιτήσεις παραγωγής οδήγησαν στην πρόσληψη κυρίως εργαζομένων πλήρους απασχόλησης.

Παρά τις αναφορές για ορισμένες ελλείψεις εισροών, οι Έλληνες κατασκευαστές μείωσαν περαιτέρω τον όγκο αδιεκπεραίωτων εργασιών λόγω της δημιουργίας θέσεων εργασίας. Ο ρυθμός συρρίκνωσης επιταχύνθηκε από τον αντίστοιχο του Δεκεμβρίου, ωστόσο ήταν αισθητά βραδύτερος από τον μέσο όρο της έρευνας.

Οι πιέσεις επί του κόστους εξασθενούν- Οι τιμές
πώλησης αυξάνονται με ταχύτερο ρυθμό

Ταυτόχρονα, οι κατασκευαστές κατέγραψαν ηπιότερη αύξηση του κόστους εισροών τον Ιανουάριο. Παρότι απότομος, ο ρυθμός αύξησης του κόστους ήταν βραδύτερος από τον μέσο όρο της έρευνας. Στις περιπτώσεις όπου αναφέρθηκε αύξηση, οι εταιρείες την απέδωσαν στις ελλείψεις ορισμένων εισροών, στις δυσμενείς διακυμάνσεις των συναλλαγματικών ισοτιμιών έναντι του δολαρίου και στο υψηλότερο κόστος υπηρεσιών κοινής ωφέλειας.

Οι ευνοϊκές συνθήκες ζήτησης έδωσαν τη δυνατότητα στις εταιρείες να αυξήσουν τις τιμές πώλησης με ισχυρότερο ρυθμό, σε αντίθεση με την τάση που επικρατεί στις τιμές εισροών. Ο ρυθμός αύξησης των χρεώσεων ήταν ο ταχύτερος που έχει καταγραφεί από τον περασμένο Αύγουστο και ιστορικά αυξημένος.

Παρότι οι Έλληνες κατασκευαστές αύξησαν τις αγορές εισροών με σταθερό ρυθμό τον Ιανουάριο, τα αποθέματα προμηθειών συρρικνώθηκαν για πρώτη φορά σε διάστημα τριών μηνών. Η μείωση των αποθεμάτων προμηθειών ήταν μόλις οριακή, ωστόσο ήταν, με βάση ορισμένες αναφορές, απόρροια των διαταραχών στην αλυσίδα εφοδιασμού.

Επιπλέον, η απόδοση των προμηθευτών μειώθηκε σε μεγαλύτερο βαθμό κατά τη διάρκεια του πρώτου μήνα του 2025. Σύμφωνα με αναφορές, οι καθυστερήσεις στις διεθνείς μεταφορές και οι ελλείψεις από την πλευρά των προμηθευτών είχαν αρνητικές επιπτώσεις στην απόδοσή τους. Οι χρόνοι παράδοσης προμηθειών επιμηκύνονται κάθε μήνα για διάστημα πλέον μεγαλύτερο του ενός έτους.

«Σταθερή βελτίωση των λειτουργικών συνθηκών»

Σχολιάζοντας ο Siân Jones, Επικεφαλής Οικονομολόγος της S&P Global Market:

«Ο ελληνικός τομέας μεταποίησης παρέμεινε σε καλή κατάσταση, λόγω των περαιτέρω αυξήσεων των επιπέδων παραγωγής και των νέων παραγγελιών τον Ιανουάριο. Παρότι υποχώρησαν από τις πρόσφατες υψηλές τιμές που παρατηρήθηκαν στο τέλος του 2024, τα στοιχεία του δείκτη PMI κατά τη διάρκεια του πρώτου μήνα του νέου έτους υπέδειξαν σταθερή βελτίωση των λειτουργικών συνθηκών.

Η επιχειρηματική εμπιστοσύνη αυξήθηκε και τα επίπεδα απασχόλησης εξακολούθησαν να αυξάνονται με σταθερό ρυθμό, καθώς οι εταιρείες ενισχύθηκαν από τη συνεχή ζήτηση. Το ευνοϊκό κλίμα πωλήσεων έδωσε επίσης στις εταιρείες τη δυνατότητα να μετακυλίσουν σε μεγάλο βαθμό το κόστος, παρά την ηπιότερη αύξηση των τιμών εισροών.

Παρ’ όλα αυτά, οι κατασκευαστές επισήμαναν τις συνεχιζόμενες ανησυχίες για την αστάθεια της αλυσίδας εφοδιασμού. Οι προσπάθειες δημιουργίας αποθεμάτων και διατήρησης της ισορροπίας έναντι μελλοντικών αυξήσεων των τιμών ώθησε και πάλι προς τα πάνω τις αγορές εισροών τον Ιανουάριο. Ωστόσο, οι μεγαλύτεροι χρόνοι παράδοσης προμηθειών και η επιδείνωση της απόδοσης των προμηθευτών οδήγησαν σε μικρότερο όγκο αποθεμάτων προμηθειών και ετοίμων προϊόντων, καθώς οι εταιρείες χρειάστηκε να εξαντλήσουν, εν τω μεταξύ, τα αποθέματα.»

Διαβάστε ακόμα:

Νέα εποχή με «πράσινα» κριτήρια για την μεταποίηση στην Αττική