Μόνιμες μειώσεις άμεσων φόρων σχεδιάζει ήδη η κυβέρνηση με τα επιπλέον έσοδα από τον περιορισμό της φοροδιαφυγής, τα οποία υπολογίζονται σε 2,5 δισ. ευρώ έως το 2027, με στόχο τη στήριξη της μεσαίας τάξης.
Ο φάκελος των νέων παρεμβάσεων στη φορολογία έχει ήδη ανοίξει και στην πρώτη γραμμή βρίσκονται η φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων, με «λίφτινγκ» στην κλίμακα και τους συντελεστές, οι ασφαλιστικές εισφορές, τα τεκμήρια διαβίωσης, ενώ η έμμεση φορολογία δεν βρίσκεται, προς το παρόν, στους κυβερνητικούς σχεδιασμούς.
Το μήνυμα άλλωστε έστειλε πρόσφατα και ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κ. Χατζηδάκης ο οποίος, μιλώντας σε εκδήλωση του think tank Synergia, υπογράμμισε με έμφαση ότι αν δεν υπάρξει κάποια απρόβλεπτη ανεξέλεγκτη διεθνής κρίση φέτος, «αυτή η χρονιά θα είναι χρονιά με σημαντικές περαιτέρω μειώσεις φόρων για τη μεσαία τάξη».
Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι όλα εξαρτώνται από τη «μάχη» με τη φοροδιαφυγή η οποία θα είναι συνεχής, με όλα πλέον τα νέα ηλεκτρονικά όπλα που διαθέτει ο μηχανισμός της ΑΑΔΕ, ώστε τα θετικά αποτελέσματα του 2024 που για πρώτη φορά έφεραν στα δημόσια ταμεία 2 δις ευρώ, να συνεχιστούν και τα επόμενα χρόνια.
Στο πλαίσιο αυτό τα στελέχη του υπουργείου έχουν πάρει ήδη μολύβι και χαρτί και ετοιμάζουν το νέο «πακέτο» μεγάλων αλλαγών στη φορολογία το οποίο, εκτός απροόπτου, θα παρουσιαστεί το φθινόπωρο στη φετινή ΔΕΘ ώστε να αρχίσει να λαμβάνει σάρκα και οστά για τα εισοδήματα του 2026.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το σχέδιο του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης που έχει ήδη δρομολογηθεί περιλαμβάνει τρεις άξονες:
- αλλαγές στην κλίμακα φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων, αρχής γενομένης από το επόμενο έτος, με επίκεντρο τις μειώσεις συντελεστών κυρίως για τα εισοδήματα από 10.000 έως 40.000 ευρώ.
- περαιτέρω μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 0,5 ποσοστιαίες μονάδες
- «κούρεμα» κατά 30% των τεκμηρίων διαβίωσης από το 2026 και πλήρη κατάργηση τους τα επόμενα έτη με στόχο την εξάλειψη των στρεβλώσεων και των αδικιών και τη δικαιότερη κατανομή των φορολογικών βαρών. Επισημαίνεται άλλωστε ότι από την επεξεργασία των σχετικών στοιχείων έχει προκύψει ότι οι περισσότεροι φορολογούμενοι που εγκλωβίζονται στην «παγίδα» των τεκμηρίων διαβίωσης είναι μισθωτοί και συνταξιούχοι με χαμηλά εισοδήματα που καλούνται να πληρώσουν έξτρα φόρο σε σχέση με τα πραγματικά τους εισοδήματα με βάση τα τεκμήρια για κατοικίες, αυτοκίνητα κλπ.
Οι αλλαγές στην κλίμακα και οι μειώσεις συντελεστών
Θα πρέπει να αναφερθεί ότι οι αλλαγές στην κλίμακα φορολογίας εισοδήματος μισθωτών, συνταξιούχων, αυτοαπασχολουμένων και αγροτών, που σχεδιάζει η κυβέρνηση για να μειώσει τις επιβαρύνσεις στη μεσαία τάξη εστιάζονται στα ετήσια εισοδήματα από 10.000 έως και 40.000 ευρώ.
Είναι άλλωστε αξιοσημείωτο ότι στα συγκεκριμένα επίπεδα βρίσκονται σήμερα περίπου 3,5 εκ. φορολογούμενοι, οι οποίοι πληρώνουν με βάση τη σημερινή φορολογική κλίμακα φόρους πάνω από 6,2 δις ευρώ, καθώς οι συντελεστές φορολόγησης κυμαίνονται από 22% έως και 36% δηλαδή είναι 2,5 έως και 4 φορές υψηλότεροι από τον κατώτατο συντελεστή 9% που ισχύει για εισοδήματα μέχρι και 10.000 ευρώ.
Ειδικότερα, στο κλιμάκιο εισοδήματος πάνω από τις 10.000 και μέχρι τις 20.000 ευρώ επιβάλλεται φόρος με συντελεστή 22%, στο κλιμάκιο πάνω από τις 20.000 και μέχρι τις 30.000 ευρώ επιβάλλεται φόρος με συντελεστή 28% και στο κλιμάκιο πάνω από τις 30.000 και μέχρι τις 40.000 ευρώ επιβάλλεται φόρος με συντελεστή 36%. Πάνω από τις 40.000 ευρώ ισχύει, αυτήν τη στιγμή, συντελεστής φόρου 44%.
Αν και το μέγεθος της μείωσης στους εν λόγω συντελεστές δεν έχει ακόμη καθοριστεί, οι οποίες παρεμβάσεις θα έχουν στόχο οι ελαφρύνσεις να μην ωφελήσουν τους φορολογούμενους με εισοδήματα άνω των 40.000 ευρώ, ή τουλάχιστον το «κέρδος» αυτών από τις αλλαγές να είναι πολύ μικρό.
Τα 2 σενάρια
Για το λόγο αυτό εξάλλου και τα «σενάρια» τα οποία, προς το παρόν τουλάχιστον, έχουν ήδη πέσει στο τραπέζι των συζητήσεων είναι τα εξής:
α) η μείωση των τριών συντελεστών 22%, 28% και 36% να είναι κατά 2 έως 3 ποσοστιαίες μονάδες, ώστε να διαμορφωθούν στα επίπεδα του 19%-20%, του 25%-26% και του 35%-36%. Υπολογίζεται μάλιστα ότι το συνολικό δημοσιονομικό κόστος αυτής της μείωσης εκτιμάται ότι θα ανέλθει στα 500-600 εκατ. ευρώ.
β) το «σπάσιμο» των τριών κλιμακίων που βρίσκονται μεταξύ 10.000 και 40.000 ευρώ σε περισσότερα, με ταυτόχρονη όμως διαμόρφωση και νέων φορολογικών συντελεστών που θα χρειαστούν για να καλύψουν τα νέα κλιμάκια, αλλά και ορισμένων ήδη υφισταμένων σε επίπεδα χαμηλότερα και πάλι κατά 1 έως 3 ποσοστιαίες μονάδες από τα επίπεδα του 22%, του 28% και του 36%. Δεν αποκλείεται δηλαδή το κλιμάκιο, από τις 10.000,01 ευρώ έως τις 20.000 ευρώ, όπου εφαρμόζεται σήμερα συντελεστής φόρου 22%, να «σπάσει» σε δύο νέα, ένα από τις 10.000,01 έως τις 15.000 ευρώ, όπου ο συντελεστής φόρου θα είναι ίσως 17%, και ένα από τις 15.000,01 έως τις 20.000 ευρώ με συντελεστή φόρου 20%
Ανεξάρτητα πάντως από το ποιο σενάριο θα επιλεγεί τελικά υπάρχει ενδεχόμενο να υιοθετηθούν και αντισταθμιστικά μέτρα, τα οποία θα οδηγήσουν σε αύξηση των φορολογικών επιβαρύνσεων για τους έχοντες εισοδήματα πολύ πάνω από τις 40.000 ευρώ, γεγονός που σημαίνει ότι δεν μπορεί να αποκλειστεί μια αύξηση του συντελεστή 44%.