Την έντονη «ευαισθησία» των τιμών στις καιρικές συνθήκες καθώς και στη διαθεσιμότητα των διαφόρων τεχνολογιών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, αποτυπώνει η νέα εκτόξευση των τιμών στις χονδρεμπορικές αγορές της στο σύνολο της Ευρώπης.
Κάτι που επαναφέρει την ανάγκη ανάληψης μιας ορισμένης δράσης για τη «χαλιναγώγηση» των ακραίων διακυμάνσεων, που καταλήγουν, ιδίως στην περίπτωση της Ελλάδας, να μεταφράζονται στο «τέλος της ημέρας» σε αυξημένες χρεώσεις στους λογαριασμούς ρεύματος.
Οι τιμές
Ειδικότερα, η χονδρεμπορική τιμή στην αγορά επόμενης ημέρας του Ελληνικού Χρηματιστηρίου Ενέργειας «έκλεισε» για σήμερα στα 205,78 ευρώ ανά μεγαβατώρα -αύξηση της τάξης του 46,80%-, από 140,18 ευρώ/MWh χθες.
Η φυσιογνωμία του ενεργειακού μίγματος άλλαξε σημαντικά, με το φυσικό αέριο να παίρνει τα ηνία στην κάλυψη της ζήτησης σε ποσοστό 48,12% και το μερίδιο των ΑΠΕ να υποχωρεί στο 26,66%, από 43,30% χθες 14/1.
Ανάλογη εικόνα ως προς την κορύφωση των τιμών καταγράφεται στο σύνολο των ευρωπαϊκών χρηματιστηρίων, σε συνέχεια της υποχώρησης της παραγωγής ΑΠΕ και της αυξημένης ζήτησης λόγω καιρικών συνθηκών, όπου σε πολλές χώρες επικρατούν χαμηλές θερμοκρασίες. Ενδεικτικά να αναφέρουμε ότι η αντίστοιχη τιμή στη Γερμανία διαμορφώθηκε στα 222,18€/MWh από 126,82€/MWh, στην Αυστρία 216,76€/MWh από 138,89€/MWh, στο Βέλγιο 185,49€/MWh από 136,10€/MWh, στη Γαλλία στα 160,57€/MWh από 136,72€/MWh, στην Ολλανδία 206,89€/MWh από 117,65€/MWh, στην Πολωνία 199,50€/MWh από 126,16€/MWh, ενώ στις γειτονικές Ιταλία και Βουλγαρία οι τιμές διαμορφώθηκαν στα 170,65€/MWh από 142,82€/MWh και 241,89€/MWh από 150,77€/MWh, αντίστοιχα, επιβεβαιώνοντας το «spread» αυξήσεων στο σύνολο της ευρωπαϊκής αγοράς.
Αν και το παραπάνω «στιγμιότυπο» από τη διακύμανση των τιμών στις αγορές ενέργειας απέχει από την εικόνα του καλοκαιριού ή ακόμα των αρχών Δεκέμβρη, όπου η ευρωπαϊκή αγορά είχε χωριστεί στα δύο με ορισμένες χώρες να βιώνουν έως και τριψήφιες τιμές στη χονδρική ρεύματος, εντούτοις υπογραμμίζει την έντονη μεταβλητότητα των αγορών ενέργειας, που σε περιπτώσεις όπως η Ελλάδα, με σχεδόν ευθεία σύνδεση της χονδρικής προς τη λιανική αγορά, επιφέρει σοβαρές επιπτώσεις στην τελική κατανάλωση.
Μια ακόμη επιστολή Μητσοτάκη
Σε αυτή τη βάση, ο πρωθυπουργός της Ελλάδας Κυριάκος Μητσοτάκης, με νέα επιστολή προς την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, επανέφερε το ζήτημα, ζητώντας παρεμβάσεις στους τομείς ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου προκειμένου να υποχωρήσουν οι τιμές.
Συγκεκριμένα αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι: «Αυτοί οι αριθμοί [σ.σ.: οι τιμές] μας υπενθυμίζουν καθημερινά ότι η ενεργειακή μας κατάσταση παραμένει επισφαλής, παρά την πρόοδο που έχουμε σημειώσει όσον αφορά στην ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και τη διαφοροποίηση του εφοδιασμού μας με φυσικό αέριο. Οι τιμές μάς υποδεικνύουν ότι πρέπει να κινηθούμε ταχύτερα αλλά και διαφορετικά – να σκεφτούμε νέους τρόπους για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε».
Σε άλλο σημείο της επιστολής σημειώνει ότι «στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας, χρειαζόμαστε μια νέα ώθηση στην εσωτερική αγορά. Δεν μπορούμε να έχουμε μία χώρα με τριψήφιες τιμές ηλεκτρικής ενέργειας ενώ, την ίδια ώρα, μια άλλη χώρα έχει μηδενικές ή αρνητικές τιμές. Αυτό είναι απαράδεκτο σε πολιτικό επίπεδο και πολυδάπανο από οικονομικής πλευράς. Παραβιάζει επίσης τον πιο βασικό κανόνα της εσωτερικής αγοράς, που είναι η ελεύθερη διακίνηση των αγαθών».
Σημειώνεται ότι έχει προηγηθεί μια ανάλογη επιστολή του Έλληνα πρωθυπουργού τον Σεπτέμβριο προς την πρόεδρο της Κομισιόν για το ίδιο θέμα, με την κ. Φον ντερ Λάιεν σε απάντησή της να αναγνωρίζει σειρά παραμέτρων που οδήγησαν τότε στην άνοδο των τιμών, χωρίς ωστόσο να δεσμεύεται σε μέτρα, κρίνοντας ότι πρόκειται για παροδικό φαινόμενο, που δεν δικαιολογεί ριζικές παρεμβάσεις στη λειτουργία της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.
Επιπρόσθετα, να υπενθυμίσουμε ότι σε συνέχεια και της πρώτης επιστολής Μητσοτάκη, το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας ανέλαβε πρωτοβουλία σε συντονισμό με τις γειτονικές χώρες Βουλγαρία και Ρουμανία καταθέτοντας υπόμνημα μέτρων στις Βρυξέλλες (π.χ .φορολόγηση υπερεσόδων), χωρίς, ωστόσο, η εν λόγω προσπάθεια να καταλήγει σε κάτι συγκεκριμένο μέχρι και σήμερα, πέρα από μια γενική συζήτηση στα ευρωπαϊκά όργανα της Συνόδου Κορυφής και του Συμβουλίου των Ευρωπαίων υπουργών Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
Ανησυχία αλλά και αδράνεια
Σε κάθε περίπτωση, η εξέλιξη των τιμών προκαλεί έντονη ανησυχία, ιδίως στη μεριά των καταναλωτών και των επιχειρήσεων, που βλέπουν το ενεργειακό κόστος αφενός να εδραιώνεται σε υψηλά επίπεδα και αφετέρου συχνά-πυκνά να αυξάνει περαιτέρω.
Η αναζήτηση του βέλτιστου τιμολογίου από τη μεριά των καταναλωτών συνεχίζεται, ωστόσο, όπως έχει γράψει σε προηγούμενο ρεπορτάζ της η «Ν», η «άσκηση» περιορίζεται σε μικρό μέρος της αγοράς, με την πλειοψηφία των καταναλωτών να παραμένουν «αδρανείς», εκτιμώντας ως μερικά και περιορισμένα τα όποια οφέλη από την αλλαγή προϊόντος ρεύματος.
Τους τελευταίους μήνες, ιδιαίτερα μετά την πρόσφατη μίνι ενεργειακή κρίση του καλοκαιριού, η αγορά «κινείται» ολοένα και περισσότερο σε ρυθμούς «σταθερών» τιμολογίων, με τους προμηθευτές να λανσάρουν ανταγωνιστικά προϊόντα, χωρίς ωστόσο η παραπάνω κατάσταση να «αγκαλιάζει» το σύνολο της αγοράς, που πρακτικά «αδιαφορεί» για τα τεκταινόμενα στα «ράφια» των εταιρειών προμήθειας ρεύματος