Τι θα πρέπει να φοβάται η Ελλάδα την επόμενη χρονιά; Τίποτα. Και τα πάντα. Γιατί η χώρα μας έχει αφήσει πίσω τα χρόνια της επώδυνης κρίσης και των μνημονίων, ακολουθεί σταθερή ρότα και έχει στη διάθεσή της τα εργαλεία εκείνα που απαιτούνται για να αντιμετωπίσει τις όποιες γεωπολιτικές και οικονομικές φουρτούνες κομίσει το 2025.
Αλλά έχει και επίμονα αγκάθια, μπροστά στα οποία δεν έχει την πολυτέλεια να κλείνει τα μάτια. Το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών, το επενδυτικό κενό, το χαμηλό κατά κεφαλήν ΑΕΠ, είναι ορισμένα μόνο εξ αυτών.
Μπορεί πάντως να αισθάνεται περήφανη ότι δεν συνιστά πλέον πηγή ανησυχίας για την Ευρωζώνη. Αντιθέτως πολλοί τη δείχνουν ως πρότυπο.
Ο Samuel Tilleray, credit analyst του S&P Global Ratings, ο Greg Kiss, Director της Sovereign analytical team του Fitch και ο Dennis Shen, Chair of the Macroeconomic Council και primary sovereign analyst του Scope Ratings αποδίδουν εύσημα για τα όσα έχουμε πετύχει, αλλά χτυπούν και καμπανάκια.
Χώρα – πρότυπο
Ο Greg Kiss από τη Fitch υπογραμμίζει ότι η Ελλάδα διατηρεί μια σταθερή οικονομική πορεία, με αναμενόμενους ρυθμούς ανάπτυξης 2-2,5% τα επόμενα χρόνια. Η απορρόφηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης και οι αυξημένες επενδύσεις αποτελούν τους βασικούς πυλώνες της οικονομικής ανθεκτικότητας.
O Samuel Tilleray του S&P υπολογίζει ότι η οικονομική δυναμική της χώρας θα διατηρηθεί, καθοδηγούμενη από τις επενδύσεις και την ιδιωτική κατανάλωση, με τον μέσο ρυθμό ανάπτυξης στο 2,5% για την περίοδο 2025-2027. Επιπλέον βλέπει συνέχεια στη δημοσιονομική εξυγίανση, με τον λόγο καθαρού χρέους προς ΑΕΠ να αναμένεται να συνεχίσει να μειώνεται στο 119% του ΑΕΠ έως το 2027, από το 192% το 2020.
Παράλληλα, ο Dennis Shen από τη Scope Ratings αναφέρεται στη βελτίωση της αξιοπιστίας της Ελλάδας στις αγορές, με την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας να αποτελεί σημαντικό ορόσημο. Η ενίσχυση της εμπιστοσύνης των επενδυτών δίνει ώθηση σε έργα υποδομών και καινοτομίας, υπογραμμίζοντας τη μετάβαση στην “Ελλάδα 2.0”. Δεν είναι καθόλου τυχαίο, όπως επισημαίνει το γεγονός ότι τα ελληνικά ομόλογα λειτούργησαν ως «καταφύγιο» όταν ξέσπασε η πολιτική κρίση στη Γαλλία.
Τα επίμονα αγκάθια
Παρά τη συνολική πρόοδο, ο Samuel Tilleray της S&P Global Ratings τονίζει ότι η Ελλάδα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει προκλήσεις, όπως το υψηλό έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών, που παραμένει στο 6% του ΑΕΠ. Αυτό καθιστά την οικονομία ευάλωτη σε διακυμάνσεις του διεθνούς εμπορίου και στις μεταβολές στις τιμές της ενέργειας.
Ο Kiss σημειώνει ότι η χώρα παραμένει ευάλωτη σε εξωτερικές πιέσεις, ειδικά αν υπάρξουν αυξήσεις στις τιμές της ενέργειας ή γεωπολιτικές εντάσεις. Προσθέτει ότι η βελτίωση της παραγωγικότητας είναι καίρια για την αύξηση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ, το οποίο υπολείπεται του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Η ανάγκη για στρατηγικές επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις παραμένει επιτακτική, ενώ ο Shen σημειώνει πως η ανταγωνιστικότητα αποτελεί ακόμη πρόκληση.
Το μέλλον της ελληνικής οικονομίας
Η Ελλάδα μπορεί να αισιοδοξεί, καθώς δεν αποτελεί πλέον “αδύναμο κρίκο” της Ευρωζώνης. Όπως σημειώνει ο Shen, η χώρα έχει δείξει ανθεκτικότητα στις πρόσφατες διεθνείς κρίσεις, γεγονός που αντανακλά την πρόοδο στη δημοσιονομική πολιτική και στις θεσμικές μεταρρυθμίσεις.
Ο Tilleray υπογραμμίζει ότι, για να διατηρήσει τη δυναμική της, η Ελλάδα πρέπει να συνεχίσει να εστιάζει στην καινοτομία και στην προσέλκυση επενδύσεων, ενώ ο Kiss συμφωνεί ότι η χώρα έχει πλέον τα μέσα να αντιμετωπίσει εξωτερικές προκλήσεις, με την προϋπόθεση να μην εφησυχάσει.
Κοινό μήνυμα των ειδικών των οίκων και το ακόλουθο: Οι δύο κορυφαίες μακροπρόθεσμες προκλήσεις για τη χώρα είναι η κλιματική αλλαγή και η γήρανση του πληθυσμού. Και η αντιμετώπισή τους επείγει.
Αναλυτικά οι «χρησμοί» των οίκων
Fitch
Greg Kiss – Director – Sovereign analytical team
«Συνετή στα δημοσιονομικά, αγκάθι το έλλειμα τρεχουσών συναλλαγών»
Tο βασικό μας σενάριο είναι ότι η Ελλάδα θα διατηρήσει μέτριους ρυθμούς ανάπτυξης το 2025 και το 2026. Ο ρυθμός μεγέθυνσης του ΑΕΠ θα κυμανθεί γύρω στο 2-2,5%, παρόμοιος με αυτόν του 2024 και του 2023, υποστηριζόμενος από σταθερή επιτάχυνση των επενδύσεων και τη μέτρια αύξηση της κατανάλωσης, που βασίζεται στις πραγματικές αυξήσεις μισθών και στη συνεχιζόμενη πτώση της ανεργίας.
Δεδομένων των βαθύτατων βαρών που έχει κληροδοτήσει η κρίση χρέους, είναι σημαντικό ότι το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της ΕΕ έχει στηρίξει σημαντικά τις επενδύσεις. Η Ελλάδα έχει έναν από τους υψηλότερους ρυθμούς απορρόφησης του σκέλους των επιχορηγήσεων μεταξύ των μελών της ΕΕ. Αναμένουμε επίσης θετικές δευτερογενείς επιπτώσεις από αυτά τα έργα στο αναπτυξιακό δυναμικό, μέσω ιδιωτικών επενδύσεων.
Η συνετή δημοσιονομική στάση και το αξιόπιστο δημοσιονομικό πλαίσιο αποτελούν σημαντικά πλεονεκτήματα της Ελλάδας ως προς την αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας. Αναμένουμε ότι η συνετή δημοσιονομική πολιτική της κυβέρνησης θα συνεχιστεί το 2025-2026. Η Ελλάδα πέτυχε ισχυρή δημοσιονομική θέση μετά την πανδημία Covid-19 και τα ενεργειακά σοκ, με εκτιμώμενο δημοσιονομικό έλλειμμα κάτω του 1% του ΑΕΠ το 2024. Η βελτίωση των εισπράξεων των φόρων ενισχύει τα έσοδα, ενώ οι δαπάνες βρίσκονται υπό αυστηρό έλεγχο. Προβλέπουμε ότι το πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού θα παραμείνει πάνω από το 2% του ΑΕΠ τουλάχιστον μέχρι το 2026.
Ο συνδυασμός σταθερών πρωτογενών πλεονασμάτων, χαμηλού και σταθερού κόστους επιτοκίων και ονομαστικής αύξησης του ΑΕΠ περίπου 4% θα διασφαλίσει τη συνεχιζόμενη μείωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ, αν και από ένα πολύ υψηλό επίπεδο. Αυτά τα πλεονεκτήματα μπορούν επίσης να λειτουργήσουν ως αποθεματικό σε περίπτωση αρνητικών σοκ, όπως γεωπολιτικές εντάσεις ή πλήγματα από έναν παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο.
Το εξωτερικό ισοζύγιο αποτελεί πεδίο ανησυχίας, με άμεση ευπάθεια σε πιθανά εξωτερικά σοκ. Το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών ήταν πάνω από 6% του ΑΕΠ το 2023, σημαντικά υψηλότερο από αυτό των περισσότερων ομολόγων αξιολόγησης. Το έλλειμμα μειώθηκε το 2023 λόγω χαμηλότερων τιμών εμπορευμάτων από το αποκορύφωμά τους το 2022, αλλά η βελτιωτική τάση δεν συνεχίστηκε το πρώτο εξάμηνο του 2024. Παρόλα αυτά, η συμμετοχή στην ευρωζώνη μετριάζει τους κινδύνους εξωτερικής χρηματοδότησης.
Scope Ratings
Dennis Shen – Senior Director ‑ Sovereign & Public Sector
«Πιο ανθεκτική, κέρδισε την εμπιστοσύνη»
Πιστεύουμε ότι η Ελλάδα έχει καταγράψει ουσιαστική πρόοδο στην προώθηση του σχεδίου Ελλάδα 2.0, προχωρώντας προς την ολοκλήρωση της αντιμετώπισης των πολλαπλών κρίσεων από το 2009. Αυτή η πρόοδος έχει υποστηριχθεί από τις θεμελιώδεις μεταρρυθμίσεις της οικονομίας και τις επενδύσεις που έγιναν στη διάρκεια περισσότερης από μίας δεκαετίας από την ελληνική κρίση. Θεσμικές εξελίξεις, όπως η βαθύτερη δημοσιονομική ενοποίηση στην ΕΕ και οι καινοτομίες της ΕΚΤ που ενισχύουν τη λειτουργικότητα του Ευρωσυστήματος ως ύστατου πιστωτή, έχουν επίσης λειτουργήσει θετικά.
Η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας πέρυσι από τον Scope και άλλους μεγάλους οίκους αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, καθώς και οι βελτιωμένες σχέσεις της Ελλάδας με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς τα τελευταία χρόνια, καθιστούν την οικονομία και το χρηματοπιστωτικό σύστημα πιο ανθεκτικά σε αιφνίδιες κρίσεις, είτε εγχώριας είτε διεθνούς προέλευσης. Συνολικά, αυτό έχει καταστήσει την Ελλάδα καλύτερα προετοιμασμένη για τις προκλήσεις που μπορεί να φέρει το 2025.
Ως παράδειγμα, οι θεμελιώδεις βελτιώσεις και οι ενισχύσεις των εργαλείων της ΕΚΤ έχουν καταστήσει την Ελλάδα πιο ανθεκτική σε ενδεχόμενη εκ νέου αύξηση των επιτοκίων δανεισμού σε περιφερειακό επίπεδο, εξαιτίας της περαιτέρω επανεκτίμησης κινδύνου για τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους της ευρωζώνης ή παγκοσμίως. Κατά τη διάρκεια της πρόσφατης πτώσης της αξίας των γαλλικών κρατικών ομολόγων, τα ελληνικά κρατικά ομόλογα λειτούργησαν σε ορισμένες στιγμές ως οικονομικό καταφύγιο. Αυτή η αυξημένη εμπιστοσύνη των διεθνών επενδυτών στην Ελλάδα και η μεγαλύτερη ανθεκτικότητα σε περιόδους στρες των κεφαλαιαγορών δεν θα ήταν δυνατές χωρίς το Ελλάδα 2.0.
Η Ελλάδα είναι επίσης πιο ανθεκτική σε εμπορικές συγκρούσεις λόγω της ισχυροποιημένης οικονομίας. Η Ελλάδα είναι σήμερα πιο ανοιχτή από ό,τι ήταν πριν την ελληνική κρίση, οπότε υπάρχει σίγουρα μεγαλύτερη έκθεση σε αρνητικές οικονομικές επιπτώσεις εάν η παγκόσμια εμπορική δραστηριότητα επιβραδυνθεί λόγω επικείμενων δασμών και αντίμετρων δασμών. Παρόλα αυτά, το περιορισμένο άμεσο εμπόριο της Ελλάδας με την οικονομία των ΗΠΑ, η σταθερή δυναμική της οικονομίας που εισέρχεται στο 2025 και η συνεχής υποστήριξη της ΕΕ προς την Ελλάδα κατά τα επόμενα χρόνια, αποτελούν αγκυροβόλια ανθεκτικότητας έναντι εμπορικών προκλήσεων. Αυτή η ανθεκτικότητα ισχύει επίσης για τις οικονομικές συνέπειες τυχόν αναζωπύρωσης γεωπολιτικών εντάσεων, όπως στη Μέση Ανατολή ή/και τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Standard & Poor’s
Samuel Tilleray, credit analyst
«Ανταγωνιστικότητα, γήρανση, κλιματικά σοκ οι προκλήσεις»
Η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε καλή θέση για να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις που έρχονται, παρά τις παγκόσμιες αβεβαιότητες και ορισμένες διαρκείς εξωτερικές ευπάθειες. Αναμένουμε ότι η οικονομική δυναμική της χώρας θα διατηρηθεί, με κινητήριες δυνάμεις τις επενδύσεις και την ιδιωτική κατανάλωση, με την ανάπτυξη να προβλέπεται κατά μέσο όρο στο 2,5% για την περίοδο 2025-2027. Επιπλέον, οι προσπάθειες της κυβέρνησης για δημοσιονομική εξυγίανση έχουν ενισχύσει τη δημοσιονομική θέση, με τον καθαρό λόγο χρέους προς ΑΕΠ να αναμένεται να συνεχίσει να μειώνεται στο 119% του ΑΕΠ έως το 2027, από ένα υψηλό επίπεδο 192% το 2020.
Ωστόσο, το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών της Ελλάδας παραμένει υψηλό, φτάνοντας το 6,5% του ΑΕΠ το 2023. Αυτό εκθέτει δυσανάλογα τη χώρα σε κινδύνους εξωτερικής χρηματοδότησης, ιδιαίτερα σε σενάρια αύξησης των τιμών του πετρελαίου, κάτι που παραμένει πιθανό δεδομένων των αυξημένων γεωπολιτικών κινδύνων. Παρομοίως, η πιθανότητα ανάκαμψης που βασίζεται στις εξαγωγές θα γίνει πιο δύσκολη εάν ξεσπάσει ένα νέο κύμα εμπορικών πολέμων, ακόμη και αν δεν επηρεαστούν όλοι οι τομείς άμεσα – επειδή η Ελλάδα παραμένει πολύ εκτεθειμένη στη γενικότερη ανάπτυξη της Ευρώπης.
Μακροπρόθεσμα, η Ελλάδα είναι πιθανό να επιλύσει τις εξωτερικές της ανισορροπίες μόνο μέσω της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας. Σημειώνουμε ότι τέτοιες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις παραμένουν κεντρικές στην πολιτική ατζέντα της τρέχουσας κυβέρνησης.
Οι δύο άλλες σοβαρές μακροπρόθεσμες προκλήσεις για την Ελλάδα προέρχονται από τη γήρανση της κοινωνίας και τα κλιματικά σοκ, και αυτοί οι τομείς είναι πιθανό να απασχολήσουν σημαντικά τις πολιτικές των μελλοντικών ελληνικών κυβερνήσεων.
Η γήρανση του πληθυσμού, αν και σημαντική, έχει περιορίσει τους δημοσιονομικούς κινδύνους για την κυβέρνηση χάρη στις μεταρρυθμίσεις του συνταξιοδοτικού συστήματος από προηγούμενες κυβερνήσεις (μία από τις πιο έντονες δημογραφικές μεταβολές παγκοσμίως). Επιπλέον, η πρόσφατη τάση αύξησης της απασχόλησης μεταξύ των μεγαλύτερων ηλικιακών ομάδων και των γυναικών είναι ενθαρρυντική και μπορεί να συμβάλει στον περιορισμό των οικονομικών επιπτώσεων της γήρανσης της κοινωνίας.
Τα κλιματικά σοκ γίνονται επίσης μια ολοένα και πιο σχετική πτυχή που πρέπει να ληφθεί υπόψη στην Ελλάδα, με αρκετά τραγικά περιστατικά τα τελευταία χρόνια. Παρ’ όλα αυτά, από καθαρά πιστωτικής άποψης, οι δημοσιονομικές και οικονομικές επιπτώσεις μέχρι στιγμής φαίνεται να είναι διαχειρίσιμες».