Η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία, δήλωσε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), Γιάννης Στουρνάρας, ενώ ζήτησε από τα «συστημικά» πολιτικά κόμματα να επιδείξουν συναίνεση.
Σε ομιλία του κατά τη διάρκεια της βράβευσής του στη Νέα Υόρκη από την Capital Link, ο κ. Στουρνάρας σημείωσε ότι, αν και η Ελλάδα αποτελεί success story, υπολείπεται σε όρους διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας έναντι των περισσότερων ευρωπαϊκών χωρών, παρά τη σημαντική βελτίωση των τελευταίων ετών. Για παράδειγμα, σύμφωνα με τον δείκτη παγκόσμιας ανταγωνιστικότητας του ελβετικού ινστιτούτου IMD για το 2024, η Ιρλανδία βρίσκεται στην 4η θέση, η Πορτογαλία στην 36η και η Ελλάδα στην 47η.
Όπως είπε, αντίστοιχη εικόνα προκύπτει αν εξετάσει κανείς τα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας, η οποία κατασκευάζει έξι δείκτες συνολικής διακυβέρνησης για περισσότερες από 200 χώρες για την περίοδο 1996-2022. Η Ελλάδα υπολείπεται έναντι της Πορτογαλίας και της Ιρλανδίας για όλο το διάστημα και σε κάθε επιμέρους δείκτη. Αυτή η σημαντική υστέρηση ευθύνεται για το μεγάλο έλλειμμα που εμφανίζει το Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών της χώρας, το οποίο αντιστοιχεί στο 6,2% του ΑΕΠ το 2023.
Φάσμα μεταρρυθμίσεων
Σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα, προκειμένου να αντιστραφεί αυτή η εικόνα, απαιτείται να υλοποιηθεί ένα ευρύ φάσμα φιλόδοξων μεταρρυθμίσεων με στόχο τη βελτίωση της διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας. Αυτές οι μεταρρυθμίσεις θα πρέπει να αποσκοπούν στην εξάλειψη διαρθρωτικών αδυναμιών, όπως οι καθυστερήσεις στην απονομή της δικαιοσύνης, η γραφειοκρατία στη δημόσια διοίκηση και το έλλειμμα ψηφιακών δεξιοτήτων.
Ταυτόχρονα, όμως, σύμφωνα με τον διοικητή της ΤτΕ, είναι αναγκαίο να εξαλειφθούν οι εναπομείνασες περιοριστικές πρακτικές που εμποδίζουν την ανταγωνιστική λειτουργία των αγορών, με την κατάργηση των φραγμών εισόδου και το άνοιγμα των αγορών αγαθών και υπηρεσιών στον ανταγωνισμό.
Ευρύτερες πολιτικές συναινέσεις
Ο κ. Στουρνάρας επεσήμανε ότι για να προχωρήσουν οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, απαιτούνται ευρύτερες πολιτικές συναινέσεις. Αντιθέτως, η εμμονή σε ιδεοληπτικές προσεγγίσεις, όπως τόνισε, θέτει προσκόμματα στην εφαρμογή δοκιμασμένων λύσεων σε τομείς όπως η φοροδιαφυγή, η αντιμετώπιση της ανομίας και ατιμωρησίας, η απόκλιση από τα εκπαιδευτικά δεδομένα της υπόλοιπης Ευρώπης, η καθυστέρηση στην απονομή της δικαιοσύνης.
Ως προς τα ελληνοτουρκικά, σημείωσε ότι οι υψηλές αμυντικές δαπάνες που αντιμετωπίζει η χώρα μας επιβαρύνουν δυσανάλογα τους Έλληνες φορολογούμενους. Για αυτόν τον λόγο, «πρέπει να συνεχιστεί η προσπάθεια εύρεσης σημείων σύγκλισης σε ό,τι αφορά με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, οι οποίες επηρεάζουν σημαντικά τις οικονομικές και κοινωνικές επιδόσεις της Ελλάδας, τη σταθερότητα και την ασφάλειά της», τόνισε.
Μοναδική ευκαιρία για την καλλιέργεια μίας κουλτούρας συναίνεσης
Σε ό,τι αφορά τις πολιτικές εξελίξεις, ο διοικητής της ΤτΕ σημείωσε ότι η πολιτική μεταστροφή προς ένα διχασμένο και κατακερματισμένο πολιτικό τοπίο στην Ελλάδα -όπως ήδη συμβαίνει στην Ευρώπη με την άνοδο του αντισυστημικού λαϊκισμού- που ήδη πέρασε μια μεγάλη και επώδυνη οικονομική κρίση, θα είχε καταστροφικές κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις.
Ο κ. Στουρνάρας εξέφρασε την εκτίμηση ότι, με την επώδυνη εμπειρία της πρόσφατης οικονομικής κρίσης, τα «συστημικά» ελληνικά πολιτικά κόμματα αναγνωρίζουν ως αυτονόητους πυλώνες την πολιτική και οικονομική σταθερότητα και την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας, γεγονός που «δημιουργεί μία μοναδική ευκαιρία για την καλλιέργεια μίας κουλτούρας συναίνεσης στη χώρα μας», όπως είπε.
«Μια συναινετική πολιτική κουλτούρα διευκολύνει τον επιμερισμό του πολιτικού κόστους και, κατά συνέπεια, την εφαρμογή αναγκαίων και ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων. Πρώτον, τη δέσμευση για δημοσιονομική υπευθυνότητα, με τη συνέχιση της δημιουργίας πρωτογενών κυκλικά διορθωμένων δημοσιονομικών πλεονασμάτων της τάξεως του 2% του ΑΕΠ ετησίως. Δεύτερον, τη δέσμευση για τη διασφάλιση χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, δηλαδή τη διατήρηση της ευρωστίας του χρηματοπιστωτικού συστήματος και την προστασία των καταθέσεων. Τρίτον, τη δέσμευση για οικονομική σύγκλιση μέσα από την εξάλειψη του επενδυτικού κενού, και για την προώθηση των κατάλληλων μεταρρυθμίσεων και την αναβάθμιση των θεσμών. Τέταρτον, την ένταξη των ελληνοτουρκικών σχέσεων και την προώθηση της θετικής οικονομικής ατζέντας στη θεματολογία της» συμπλήρωσε ο διοικητής της ΤτΕ.