Skip to main content

ΟΟΣΑ για Ελλάδα: Ανάπτυξη 2,2% και ενίσχυση των εισοδημάτων το 2025 – Ποια τα «αγκάθια»

(ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ / EUROKINISSI)

Δημογραφικό, κλιματική αλλαγή, επενδύσεις και καταπολέμηση της φοροδιαφυγής οι μεγάλες προκλήσεις

Ρυθμό ανάπτυξης άνω του 2% έως το 2026 προβλέπει ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) για την Ελλάδα. Επισημαίνει ωστόσο και μία σειρά προκλήσεων. 

Σε έκθεση του για τις οικονομικές προοπτικές των μελών του ΟΟΣΑ εκτιμά ότι φέτος η ελληνική οικονομία θα αναπτυχθεί με ρυθμό 2,3%, 2,2% το 2025 και 2,5% το 2026.

Οι πόροι από το Ταμείο Ανάκαμψης θα συμβάλλουν στην ενίσχυση των επενδύσεων ενώ ο πληθωρισμός θα φτάσει στο 2% στα τέλη του 2026 λόγω της διατήρησης των υψηλών τιμών στον κλάδο των υπηρεσιών. Τυχόν καθυστερήσεις στην απορρόφηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων, υπερβολική αύξηση των μισθών ή πιθανά νέα ακραία καιρικά φαινόμενα θα μπορούσαν να μετριάσουν τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.

Προτεραιότητα θα πρέπει να παραμείνει η διατήρηση της πτωτικής πορείας του δημόσιου χρέους καθώς το αυξημένο κόστος λόγω γήρανσης του πληθυσμού και η ανάγκη στήριξης των επενδύσεων θα ασκήσει πιέσεις στο σκέλος των δαπανών. Η περαιτέρω βελτίωση της αποτελεσματικότητας των δημόσιων δαπανών και μετατόπιση  αυτών σε τομείς όπως εκπαίδευση, υγεία και επενδύσεις θα συμβάλουν στην ανάπτυξη, βοηθώντας παράλληλα στην επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων.

Επιπλέον ο περιορισμός των φορολογικών δαπανών, ιδίως για ορυκτά καύσιμα, και η συνέχιση των προσπαθειών για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής θα αυξήσουν τα έσοδα, δημιουργώντας δημοσιονομικό χώρο για περαιτέρω μείωση του κόστους εργασίας ειδικά στους χαμηλόμισθους, ενθαρρύνοντας στην περαιτέρω αύξηση της απασχόλησης.

Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος θα συμβάλλει στην ενίσχυση της κατανάλωσης καθώς οι αυξήσεις του κατώτατου μισθού συμβάλλουν στην ενίσχυση των μισθών. Ωστόσο η ανάπτυξη προβλέπεται να υποχωρήσει σταδιακά εν μέσω αυξανόμενου κόστους εργασίας.

Η οικονομία είναι ισχυρή – ο πληθωρισμός είναι επίμονος

Οι επιχειρηματικές προσδοκίες στον τομέα της μεταποίησης και των υπηρεσιών συνέχισαν να κινούνται επεκτατικά έως το Σεπτέμβριο. Η απασχόληση αυξήθηκε κατά 1,6% το πρώτο 9μηνο του έτους ενώ οι ονομαστικοί μισθοί αυξήθηκαν κατά 8,6%  έως το δεύτερο τρίμηνο του 2024, καθώς οι ελλείψεις εργατικού δυναμικού παραμένουν σε ιστορικά υψηλά επίπεδα.

Ο ετήσιος πληθωρισμός ήταν επίμονος στο 3,1% τον Οκτώβριο του 2024 και ο δομικός πληθωρισμός διαμορφώθηκε στο 4,3% λόγω του αυξήσεων στον τομέα των υπηρεσιών.

Με βάση την έκθεση του ΟΟΣΑ, ο δανεισμός των επιχειρήσεων έχει αυξηθεί ενώ καταγράφεται επιβράδυνση στη χορήγηση στεγαστικών δανείων. Ο δανεισμός σε μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις από τον Ιανουάριο έως τον Σεπτέμβριο του 2024 ήταν 54% υψηλότερα σε σχέση με πέρυσι. Τα επιτόκια για τα νέα δάνεια προς νοικοκυριά και επιχειρήσεις μειώθηκαν από 6,2% τον Ιανουάριο 2024 σε 5,4% τον Σεπτέμβριο.

Το εμπορικό έλλειμμα διευρύνθηκε, αντανακλώντας την αύξηση των εισαγωγών. Τα επενδυτικά αγαθά ξεπερνούν εκείνα των εξαγωγών, αν και οι τουριστικές εισπράξεις παρέμειναν ισχυρές. Οι ταξιδιωτικές εισπράξεις ήταν 12% υψηλότερες σε σχέση με πέρυσι ενώ οι εξαγωγές αγαθών ήταν 3,9% χαμηλότερες.

Οι πολιτικές θα στηρίξουν την αύξηση των εισοδημάτων

Η δημοσιονομική πολιτική θα παραμείνει υποστηρικτική, καθώς οι εκταμιεύσεις πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης αναμένεται να αυξηθούν από 1,8% του ΑΕΠ το 2024 σε 3,6% το 2026.

Τα αυξανόμενα έσοδα, αντανακλώντας την υψηλή ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ, η βελτιωμένη είσπραξη φόρων και το νέο τέλος κρουαζιέρας θα συμβάλουν στη διατήρηση των πρωτογενών πλεονασμάτων, παρά τις πρόσθετες δαπάνες και φορολογικές περικοπές.

Παράλληλα, το πρωτογενές πλεόνασμα 2,4% του ΑΕΠ που εκτιμάται για τα έτη 2025 και 2026 θα συμβάλει στην περαιτέρω μείωση του λόγου του χρέους προς το ΑΕΠ στο 148,1% το 2026.

Η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών (0,2% του ΑΕΠ) και η αύξηση των συντάξεων (0,2% του ΑΕΠ) θα στηρίξουν τα εισοδήματα το 2025.

Όσον αφορά τους μισθούς του Δημοσίου, που είχαν παγώσει στο παρελθόν, θα αυξηθούν επίσης για να ευθυγραμμιστούν με τον μελλοντικό κατώτατο μισθό. Υπενθυμίζει ότι ο κατώτατος μισθός αυξήθηκε κατά 42% από το 2018 έως τον Απρίλιο του 2024 και αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω κατά περίπου 4,6% τόσο το 2025 όσο και το 2026.

Οι προκλήσεις

Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η  αύξηση της κατανάλωσης θα επιταχυνθεί σταδιακά με οδηγό και την αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος. Οι αυξανόμενες εκταμιεύσεις κεφαλαίων από το Ταμείο Ανάκαμψης σε συνδυασμό με τη βελτίωση των οικονομικών συνθηκών, θα τονώσει τις επενδύσεις.

Όσον αφορά τους μισθούς εκτιμάται ότι η αύξηση τους θα επιβραδύνει την μείωση του πληθωρισμού για να φτάσει στο 2% το 2026.

Πιθανές καθυστερήσεις υλοποίησης του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2,0» θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο την αύξηση των επενδύσεων.

Τυχόν ακραία καιρικά φαινόμενα, όπως οι πλημμύρες του περασμένου έτους στη Θεσσαλία, θα μπορούσαν επίσης να επιβαρύνει την εγχώρια ζήτηση.

Η αύξηση των προοπτικών ανάπτυξης θα βελτιώσει τη βιωσιμότητα του χρέους

Το υψηλό δημόσιο χρέος καθιστά προτεραιότητα την επίτευξη βιώσιμων πρωτογενών πλεονασμάτων.

Ωστόσο, το δημογραφικό και η κλιματική αλλαγή αναμένεται να ασκήσει πρόσθετες πιέσεις στις δαπάνες. Επιπλέον, θα χρειαστούν περισσότερες δημόσιες επενδύσεις οι οποίες θα πρέπει να χρηματοδοτηθούν από τον κρατικό προϋπολογισμό μετά το τέλος του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας το 2026.

Οι αυξανόμενες ελλείψεις στην αγορά εργασίας, παρά τη σχετικά υψηλή ανεργία, δείχνουν αύξηση της αντιστοιχίας με δεξιότητες στοιχείο που θα μπορούσε να επηρεάσει τις αναπτυξιακές προοπτικές.  Με βάση τον ΟΟΣΑ, θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν με την ενίσχυση της επαγγελματικής κατάρτισης, την εξισορρόπηση των πολιτικών της αγοράς εργασίας για την κατάρτιση και την παροχή συμβουλών για ανέργους και εξασφαλίζοντας υψηλής ποιότητας επιμόρφωση.

Πιο αποτελεσματικές δημόσιες δαπάνες, η διεύρυνση της φορολογικής βάσης και η υλοποίηση περαιτέρω μεταρρυθμίσεων με στόχο την ενίσχυση της παραγωγικότητας αποτελούν βασικά στοιχεία για την τόνωση της ανάπτυξης και τη διατήρηση του χρέους σε σταθερά πτωτική πορεία.

Παράλληλα, η σταδιακή στροφή των δημοσίων δαπανών προς την εκπαίδευση και την υγειονομική περίθαλψη, με βάση τις τακτικές δαπάνες και η αναθεώρηση των δημόσιων επενδύσεων, περιορίζοντας παράλληλα τις δαπάνες προσωπικού και διατηρώντας τις προσπάθειες για μείωση του συνταξιοδοτικού κόστους ως ποσοστό του ΑΕΠ, θα συνέβαλλαν στην ανάπτυξη.

Περαιτέρω μείωση της φοροδιαφυγής και περιορισμός των φορολογικών δαπανών – ιδίως οι μειωμένοι συντελεστές ΦΠΑ, που ωφελούν κυρίως τα πιο ευκατάστατα νοικοκυριά – θα αυξήσει τα έσοδα, δίνοντας χώρο για στοχευμένες μειώσεις των ασφαλιστικών εισφορών στους χαμηλότερους μισθούς.