Skip to main content

Γ. Στουρνάρας στο 3ο Οικονομικό Συνέδριο της «Ν»: Καθοριστικές οι επενδύσεις για την αλλαγή του αναπτυξιακού προτύπου – «Σήμα» για έγκαιρη απορρόφηση των ευρωπαϊκών πόρων 

(φωτ. papadakispress.gr)

«Η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται με ρυθμό αρκετά υψηλότερο από αυτόν της Ευρωζώνης - Απαιτούνται φιλόδοξεςμεταρρυθμίσεις» τόνισε ο διοικητής της ΤτΕ από το βήμα του 3ου Οικονομικού Συνεδρίου της Ναυτεμπορικής

Τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, τον ρόλο των επενδύσεων και τις προϋποθέσεις ενίσχυσής τους ανέδειξε ο διοικητής της ΤτΕ, Γιάννης Στουρνάρας, κατά την ομιλία του στο 3ο Οικονομικό Συνέδριο της Ναυτεμπορικής, στο Ζάππειο Μέγαρο.

Ο κ. Στουρνάρας χαιρέτισε τις πρόσφατες εξαγγελίες του πρωθυπουργού και του υπουργείου Ανάπτυξης για το νέο παραγωγικό μοντέλο, που – όπως σημείωσε – κινούνται σε θετική κατεύθυνση.

«Η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται με ρυθμό αρκετά υψηλότερο από αυτόν της Ευρωζώνης»

Κάνοντας μία επισκόπηση της παρούσας κατάστασης, ο διοικητής της ΤτΕ τόνισε πως η ελληνική οικονομία συνεχίζει να αναπτύσσεται με ρυθμό αρκετά υψηλότερο από αυτόν της Ευρωζώνης. «Η αγορά εργασίας διατηρεί τη δυναμική της και τα δημοσιονομικά μεγέθη βελτιώνονται. Ο γενικός πληθωρισμός είναι χαμηλότερος σε σύγκριση με τους υψηλούς ρυθμούς του 2023. Σε όρους διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας, η κατάταξη της Ελλάδας σε σύνθετους δείκτες παρουσιάζει βελτίωση το 2024, εξακολουθεί όμως ακόμη να είναι χαμηλή σε σχέση με τις άλλες χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), λόγω των καθυστερήσεων στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων στους τομείς της λειτουργίας του κράτους» ανέφερε.

Σε ό,τι αφορά τα επόμενα χρόνια, ο κ. Στουρνάρας είπε πως η ελληνική οικονομία προβλέπεται να καταγράψει υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης σε σύγκριση με τη ζώνη του ευρώ, εξέλιξη ιδιαίτερα σημαντική, καθώς ενισχύει τη διαδικασία σύγκλισης του πραγματικού κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας προς τα μέσα επίπεδα της Ε.Ε., διαδικασία η οποία διακόπηκε κατά τη διάρκεια της κρίσης δημόσιου χρέους. Οπως παρατήρησε, οι κύριες κινητήριες δυνάμεις της οικονομικής δραστηριότητας θα συνεχίσουν να είναι οι επενδυτικές δαπάνες, χάρη και στη συμβολή των ευρωπαϊκών πόρων, και ιδίως του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF), καθώς και η ιδιωτική κατανάλωση, λόγω της αύξησης του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος χάρη στην άνοδο της απασχόλησης και στη μείωση του πληθωρισμού.

«Οι επενδύσεις καθορίζουν τα πάντα»

Χαρακτήρισε επιπλέον καθοριστικό τον ρόλο των επενδύσεων για την πορεία της οικονομίας. «Οι επενδύσεις καθορίζουν τα πάντα, την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα, είναι ο καταλύτης σήμερα για την αλλαγή του αναπτυξιακού προτύπου με έμφαση στην αύξηση της παραγωγικότητας, την καινοτομία, την αύξηση της παραγωγής των διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών, την αποτελεσματική αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και τη διευκόλυνση της πράσινης μετάβασης. Οι επενδυτικές δαπάνες μπορούν να στηρίξουν την οικονομική ανάπτυξη, είτε αφορούν βελτιώσεις στις υποδομές, την εκπαίδευση και την υγεία, είτε επενδύσεις σε παραγωγικό εξοπλισμό, μηχανήματα, καθώς και σε άυλα στοιχεία ενεργητικού και σε τεχνολογίες αιχμής, περιλαμβανομένων αυτών που προωθούν τον πράσινο μετασχηματισμό του ενεργειακού τομέα. Υπάρχουν σημαντικές συνέργειες μεταξύ των επενδύσεων σε υλικό και άυλο κεφάλαιο, οι οποίες θα πρέπει να αξιοποιηθούν πλήρως. Ειδικότερα, η ταυτόχρονη επένδυση σε νέες τεχνολογίες και σε ανθρώπινο κεφάλαιο με ψηφιακές δεξιότητες οδηγεί στη μέγιστη δυνατή μακροχρόνια αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας. Οι πρόσφατες εξαγγελίες της κυβέρνησης για την αλλαγή του παραγωγικού προτύπου είναι προς την ορθή κατεύθυνση» ανέφερε μεταξύ άλλων.

Όπως σημείωσε ο διοικητής της ΤτΕ, οι επενδύσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, ως αποτέλεσμα της έντονης αύξησης των επενδύσεων τη τριετία 2021-2023. «Οι επιχειρηματικές επενδύσεις έχουν ανακάμψει πλήρως και έχουν επανέλθει στα προ του 2010 επίπεδα. Από την άλλη πλευρά, οι επενδύσεις σε κατοικίες είναι χαμηλές, εντούτοις αυξάνονται με ταχύ ρυθμό λόγω της ισχυρής ζήτησης από πλευράς εγχώριων επενδυτών, καθώς και επενδυτών από χώρες της Ε.Ε. αλλά και από τρίτες χώρες στο πλαίσιο του προγράμματος Golden Visa. Οι συνολικές επενδύσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ παραμένουν όμως χαμηλότερες από το μέσο όρο της Ε.Ε. (15,2%, έναντι 22,0% στην ΕΕ το 2023)» επισήμανε.

Έθεσε στη συνέχεια τέσσερις προϋποθέσεις για την ενίσχυση των επενδύσεων, με πρώτη την έγκαιρη απορρόφηση των πόρων του RRF και την εκταμίευσή τους προς τον ιδιωτικό τομέα.

«Σήμα» για έγκαιρη απορρόφηση των ευρωπαϊκών πόρων

«Μέχρι στιγμής, το ποσοστό απορρόφησης των πόρων του RRF είναι ικανοποιητικό (51% από συνολικό ποσό 36 δισ. ευρώ) και η Ελλάδα είναι 5η στη σχετική κατάταξη των χωρών. Σχετικά με το δανειακό σκέλος του RRF, ικανοποιητική πρόοδος έχει συντελεστεί και ως προς την υπογραφή συμβάσεων δανείων. Ωστόσο, οι εκταμιεύσεις των επιχορηγήσεων προς τις επιχειρήσεις προχωρούν με βραδύτερο ρυθμό, γεγονός που καθυστερεί την πραγματοποίηση επενδυτικών δαπανών. Χρησιμοποιώντας υπόδειγμα της Τράπεζας της Ελλάδος προκύπτει ότι η χρηματοδότηση από τον RRF και οι συνοδευόμενες με αυτήν μεταρρυθμίσεις αναμένεται να επιφέρουν σωρευτική αύξηση του ΑΕΠ κατά 10% τα επόμενα δέκα χρόνια» είπε ο κ. Στουρνάρας.

«Φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις»

Δεύτερη προϋπόθεση, αποτελεί – όπως τόνισε – η υλοποίηση ενός ευρέος φάσματος φιλόδοξων μεταρρυθμίσεων: «Οι μεταρρυθμίσεις αυτές θα πρέπει να αποσκοπούν στην εξάλειψη διαρθρωτικών αδυναμιών, όπως οι καθυστερήσεις στην απονομή της δικαιοσύνης, η γραφειοκρατία στη δημόσια διοίκηση και το έλλειμμα ψηφιακών δεξιοτήτων. Ταυτόχρονα όμως, είναι αναγκαίο να εξαλειφθούν οι εναπομείνασες περιοριστικές πρακτικές που εμποδίζουν την ανταγωνιστική λειτουργία των αγορών, με την κατάργηση των φραγμών εισόδου και το άνοιγμα των αγορών αγαθών και υπηρεσιών στον ανταγωνισμό. Οι μεταρρυθμίσεις θα συμβάλουν και στην προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων και θα διευκολύνουν τη μεγαλύτερη συμμετοχή των ελληνικών επιχειρήσεων στις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας. Αυτό με τη σειρά του θα συμβάλει στην υιοθέτηση καινοτόμων μεθόδων παραγωγής και νέων τεχνολογιών, που θα επιτρέψουν στις ελληνικές επιχειρήσεις να παράγουν προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας και έντασης γνώσης».

Υγιής τραπεζικός τομέας

Τρίτη προϋπόθεση σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα, είναι ένας υγιής τραπεζικός τομέας που μπορεί να παρέχει χρηματοδότηση σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά: «Την τελευταία δεκαετία έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος ως προς την εξυγίανση του τραπεζικού τομέα. Ειδικότερα, έχουν βελτιωθεί η κερδοφορία, η ρευστότητα, η κεφαλαιακή επάρκεια και η ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου των τραπεζών, ενώ έχει επίσης προχωρήσει η  αποεπένδυση του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) από τη συμμετοχή του στο μετοχικό κεφάλαιο των συστημικών τραπεζών. Παράλληλα, η συγχώνευση της Τράπεζας Αττικής με την Παγκρήτια Τράπεζα με παράλληλη αύξηση κεφαλαίου, επιταχύνει την εξυγίανση των λιγότερο σημαντικών τραπεζών και ενισχύει τον ανταγωνισμό στο εγχώριο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Ωστόσο, απαιτείται περαιτέρω ενίσχυση της ανθεκτικότητας του τραπεζικού τομέα, μεταξύ άλλων με την ποσοτική και ποιοτική βελτίωση της κεφαλαιακής βάσης των ελληνικών τραπεζών και την περαιτέρω μείωση του δείκτη των μη εξυπηρετούμενων δανείων, ώστε να συγκλίνει προς τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Έτσι ο τραπεζικός τομέας θα μπορεί να συμβάλει στη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας» τόνισε.

Τέταρτον, συνέχισε, απαιτείται διαφοροποίηση των πηγών χρηματοδότησης: «Εκτός από την τραπεζική χρηματοδότηση, θα πρέπει να διερευνηθούν δυνατότητες χρήσης όλων των διαθέσιμων μορφών ιδιωτικής χρηματοδότησης των επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης στις κεφαλαιαγορές. Τα κεφάλαια επιχειρηματικών συμμετοχών (venture capital), τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια (private equity), η συμμετοχική χρηματοδότηση (crowdfunding), οι επιχειρηματικοί άγγελοι (business angels), οι επιταχυντές νεοφυών επιχειρήσεων (startup accelerators) και οι μικροχρηματοδοτήσεις (microfinance) μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την κάλυψη των επενδυτικών αναγκών των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που δεν διαθέτουν επαρκή πάγια στοιχεία ενεργητικού ως εξασφαλίσεις για τη λήψη τραπεζικών δανείων».

Η υλοποίηση των παραπάνω προτάσεων, σύμφωνα με τον διοικητή της ΤτΕ, θα συμβάλει στην ενίσχυση του δυνητικού ρυθμού ανάπτυξης και στη μετάβαση της οικονομίας σε ένα βιώσιμο, ανταγωνιστικό παραγωγικό πρότυπο, με έμφαση στην επιχειρηματικότητα, την ανταγωνιστικότητα και την εξωστρέφεια.

«Τονίζω και πάλι ότι άμεση προτεραιότητα αποτελεί η έγκαιρη αξιοποίηση των διαθέσιμων ευρωπαϊκών πόρων και ειδικά αυτών που σχετίζονται με τον RRF για την ενίσχυση ων επενδύσεων σε ανθρώπινο κεφάλαιο, πράσινη ενέργεια και ψηφιακές τεχνολογίες, διευκολύνοντας την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση. Παράλληλα, λαμβάνοντας υπόψη και τις εγχώριες διαρθρωτικές αδυναμίες, η οικονομική πολιτική θα πρέπει να συνεχίσει στον ίδιο δρόμο των μεταρρυθμίσεων και της δημοσιονομικής υπευθυνότητας. Άλλος δρόμος που να οδηγεί στην ευημερία των πολιτών δεν υπάρχει» κατέληξε ο κ. Στουρνάρας.