Την εκτίμηση ότι δεν θα μειωθούν οι τιμές στο ελαιόλαδο φέτος, καθώς θα υπάρχει πίεση για τις ποσότητες που θα είναι διαθέσιμες προς πώληση στον καταναλωτή, εξέφρασε ο γενικός γραμματέας του Ενιαίου Αγροτικού Συλλόγου Ιεράπετρας, Μιχάλης Βιαννιτάκης, μιλώντας στο Naftemporiki TV και την εκπομπή Rush Hour με τον Τάκη Σπηλιόπουλο.
Καλύτερη από πέρσι, αλλά στο μισό μιας μέτριας χρονιάς η φετινή παραγωγή
Ο κ. Βιαννιτάκης επεσήμανε ότι μια μέτρια χρόνια στην περιοχή της Ιεράπετρας, μόνο σε έναν συνεταιρισμό, θα μπορούσαν να παραχθούν περίπου 500 τόνοι ελαιόλαδου. Την περσινή χρονιά, όπως τόνισε, η παραγωγή ήταν στους 200 τόνους, δηλαδή περίπου 70% κάτω. «Η φετινή χρονιά αναμένεται περίπου στους 250 τόνους, δηλαδή λίγο καλύτερα σε σχέση με πέρσι, αλλά και πάλι στο μισό μιας μέτριας χρόνιας» συμπλήρωσε.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο κ. Βιαννιτάκης ανέφερε ότι και τη φετινή χρονιά θα υπάρχει πίεση για τις ποσότητες ελαιολάδου που θα είναι διαθέσιμες προς πώληση στον καταναλωτή, ενώ εμφανίστηκε απαισιόδοξος πως θα καρποφορήσουν οι προσπάθειες να μειωθεί κατά πολύ η τιμή.
Η λειψυδρία, το εργατικό κόστος και η εκτίμηση για την τιμή στο ράφι
Ο κ. Βιαννιτάκης ανέφερε ότι η λειψυδρία έχει προκαλέσει πολλά προβλήματα, ενώ πέρα από την ξηρασία, σημείωσε ότι υπάρχουν και άλλοι παράγοντες, όπως το εργατικό κόστος, που σπρώχνουν προς τα πάνω την τιμή. Ενδεικτικά, ανέφερε ότι «το εργατικό κόστος το 2022 ήταν γύρω στα 30 ευρώ, ενώ το 2024 αναμένεται να πάει μεροκάματο στα 70 και 75 ευρώ».
«Αν θέλουμε να έχουμε συνέχεια στην παραγωγή ελαιολάδου στην Ελλάδα, είναι αναπόφευκτο να στηριχθεί ο Έλληνας αγρότης» σημείωσε και πρόσθεσε: «Αν λάβουμε υπόψη ότι το ελαιόλαδο δεν ανήκει στην κατηγορία των αμιγώς ευπαθών αγροτικών προϊόντων, όπως είναι για παράδειγμα τα κηπευτικά, θεωρούμε ότι μια τελική τιμή θα πρέπει να αγγίζει το 50% επιπλέον από ό,τι παίρνει στα χέρια ο παραγωγός».
Ερωτηθείς αν η τιμή αυτή θα πρέπει να είναι στα 10 με 12 ευρώ το κιλό, είπε ότι «εκεί νομίζω ότι είναι καλυμμένη όλη η αλυσίδα, για να μπορέσει και ο καταναλωτής να το αγοράσει, γιατί το να βγάζουμε ελαιόλαδο το οποίο θα φτάνει σε μια τιμή που δεν θα μπορεί ο καταναλωτής να το αγοράσει, δεν έχει νόημα».
Σημείωσε, εξάλλου, ότι όλοι καταλαβαίνουμε τη διατροφική αξία που έχει το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο και κάποιες επόμενες κατηγορίες, άρα όπως τόνισε, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υπάρχει υποκατάστατο. «Κυρίως όμως αυτό που πρέπει να έχουμε υπόψη είναι ότι οι διατροφικές μας συνήθειες έχουν στηριχθεί στην Ελλάδα με βάση το ελαιόλαδο» ανέφερε, ενώ επεσήμανε ότι «νομίζω πως πολύ δύσκολα ο Έλληνας καταναλωτής μπορεί να βγάλει το ελαιόλαδο από την καθημερινότητά του και αυτό θα διαρκέσει για πολλά χρόνια».