Οι βιομηχανίες και πάσης φύσεως επιχειρήσεις ζητούν πολιτικές στήριξης για να μην λυγίσουν απέναντι στον ανταγωνισμό των καλά επιδοτούμενων κινεζικών και αμερικανικών κολοσσών. Οι Βρυξέλλες αντιπροτείνουν… διασυνοριακές συγχωνεύσεις με στόχο τη δημιουργία Ευρωπαίων πρωταθλητών. Αλλά αυτό δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση.
Σε πολλές περιπτώσεις οι επενδυτές ή ακόμη και οι εθνικές κυβερνήσεις έχουν πολύ διαφορετικές απόψεις για τις διασυνοριακές συγχωνεύσεις και τις αντιμετωπίζουν με έντονο σκεπτικισμό αν δεν τις απορρίπτουν πλήρως. Στελέχη επενδυτικών τραπεζών, που έχουν επί χρόνια εργαστεί σε τέτοιου είδους deals, σχολίαζαν στο Reuters πως είναι ειρωνικό να βλέπουν την Κομισιόν σήμερα να σπρώχνει προς αυτή την κατεύθυνση, αφού παραδοσιακά ήταν εκείνη που ήγειρε εμπόδια σε τέτοια εγχειρήματα, επικαλούμενη στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό.
Όλοι θυμόμαστε την Μαργκρέτε Βεστάγκερ αλλά και προκατόχους της στην Επιτροπή Ανταγωνισμού, να μπλοκάρουν μεταξύ άλλων τη σχεδιαζόμενη συγχώνευση των σιδηροδρομικών μονάδων των Alstom και Siemens το 2019, την εξαγορά του NYSE Euronext από το Deutsche Boerse το 2012 ή και την εξαγορά της Legrand από τη Schneider Electric το 2001. Μόνιμη επωδός της Κομισιόν; Τα deals θα δημιουργήσουν γίγαντες με υπερβολική επιρροή στην αγορά και τη δυνατότητα για κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης και αύξηση των τιμών για τους καταναλωτές.
Αλλά οι καιροί άλλαξαν. Και η Ευρωπαϊκή Ένωση ανακάλυψε ξαφνικά πως…ξέμεινε από πρωταθλητές. Ανησυχεί πως δεν υπάρχουν αρκετά μεγάλα μεγέθη να ανταγωνιστούν τους μεγάλους των ΗΠΑ και της Κίνας. Βλέπει δε πολλές εταιρείες να «μεταναστεύουν» σε αμερικανικό έδαφος, για να επωφεληθούν των λεγόμενων «πακέτων Μπάιντεν». Και έτσι αναθεωρεί την πολιτική της.
Αλλαγή ρότας
Σε επιστολή της προς τη νέα Επίτροπο Ανταγωνισμού, Τερέσα Ριβέρα, η φον ντερ Λάιεν, ζήτησε αναθεώρηση των κατευθυντήριων γραμμών της Ε.Ε. για τις συγχωνεύσεις. Όπως επισημαίνεται στην επιστολή αυτή, πρέπει να δίνεται μεγαλύτερη έμφαση στην ενίσχυση της «ανθεκτικότητας, της αποτελεσματικότητας και της καινοτομίας». Λίγες ημέρες αργότερα η Ριβέρα κατέθεσε σχετικές προτάσεις, για να βοηθήσει τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις να συνενώσουν δυνάμεις και να «μεγαλώσουν».
Όλα αυτά έρχονται και με φόντο την έκθεση του Μάριο Ντράγκι, ο οποίος υπολόγισε ότι η ενεργειακή μετάβαση, ο ψηφιακός μετασχηματισμός και οι αναγκαίες δαπάνες για την άμυνα της Ε.Ε. απαιτούν έξτρα ετήσιες επενδύσεις 800 δισ. ευρώ από τον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. Η Ευρώπη φιλοξενεί σήμερα μόλις τις 99 από τις 500 μεγαλύτερες, βάσει κεφαλαιοποίησης, εταιρείες στον κόσμο, όταν η Ασία έχει 112 και η Αμερική 277.
Μόνο οι 5 κορυφαίες, βάσει κεφαλαιοποίησης, εταιρείες των ΗΠΑ (Apple, Nvidia, Microsoft, Alphabet, Amazon), έχουν αθροιστική αξία που υπερβαίνει τη συνολική αξία του δείκτη STOXX Europe 600 Index. Σημειώνεται δε ότι ο συγκεκριμένος δείκτης περιλαμβάνει και τις μεγαλύτερες βρετανικές επιχειρήσεις και όχι μόνο εταιρείες της Ε.Ε.
Οι 3 καθοριστικοί κλάδοι και γιατί οι συγχωνεύσεις δεν είναι πανάκεια
Ο Ντράγκι υπογραμμίζει την ανάγκη για μεγαλύτερη συγκέντρωση σε τρεις καθοριστικούς τομείς: Τηλεπικοινωνίες, ημιαγωγοί και αμυντική βιομηχανία. Στους τρεις αυτούς τομείς παίζεται το παγκόσμιο οικονομικό και γεωπολιτικό παιχνίδι. Είναι δε οι τομείς στους οποίους ΗΠΑ και Κίνα έχουν σαφή υπεροχή. Αλλά είναι οι συγχωνεύσεις η λύση; Είναι εύκολο να λειτουργήσουν, ειδικά όταν είναι διασυνοριακές;
Το Reuters δίνει ένα παράδειγμα. Αν σήμερα προχωρούσαν σε συγχώνευση η Deutsche Telekom και η Orange θα δημιουργούσαν έναν κολοσσό 160 δισ. ευρώ με τεράστιο τζίρο, που θα ξεπερνούσε σε αξία τον αμερικανικό κολοσσό Verizon. Αλλά πέρα από το μέγεθος, δεν θα υπήρχε επιχειρηματική λογική σε ένα τέτοιο deal. Σε μία κατακερματισμένη αγορά τηλεπικοινωνιών οι διασυνοριακές συνέργειες δεν λειτουργούν.
Στον κλάδο των ημιαγωγών μόνο η ολλανδική ASML με αξία 300 δισ. ευρώ θεωρείται κολοσσός στην Ευρώπη. Θα μπορούσε στόχος εξαγοράς της να είναι τόσο η γερμανική Infineon (40 δισ. ευρώ) όσο και η γαλλο-ιταλική STMicroelectronics (23 δισ. ευρώ). Ωστόσο για τους επενδυτές θα είχε περιορισμένη λογική μία τέτοια συγχώνευση, ενώ πιθανότατα θα πυροδοτούσε και πολιτικές αντιδράσεις. Σε έναν άλλο κλάδο, τον τραπεζικό, όπου επίσης υπάρχει έντονος κατακερματισμός και θα βοηθούσαν βήματα ενοποίησης, βλέπουμε πόσο σθεναρά αντιστέκεται το Βερολίνο για παράδειγμα στο ενδεχόμενο πλήρους εξαγοράς της Commerzbank από τη Unicredit.
Στον αμυντικό κλάδο ομοίως η γαλλική Thales, η ιταλική Leonardo και η γερμανική Rheinmentall θα μπορούσαν να ενώσουν δυνάμεις, μόνο εφόσον υπήρχε πολιτική στήριξη για κάτι τέτοιο, μόνο δηλαδή εάν οι κυβερνήσεις των 3 χωρών αποφάσιζαν να σπρώξουν τα πράγματα προς αυτή την κατεύθυνση. Κανείς όμως δεν πιστεύει ότι οι συγχωνεύσεις είναι πανάκεια. Η Κομισιόν πρέπει να αλλάξει συνολικά πολιτική για τη στήριξη του ευρωπαϊκού επιχειρείν.