Skip to main content

Τέλος στο αλάθητο της Εφορίας: Δυνατότητα για επιστροφή χρημάτων και ακύρωση προστίμων χωρίς προσφυγή

(ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ/EUROKINISSI)

Διόρθωση λαθών της Εφορίας από το 2014 και επιστροφή χρημάτων, ανεξαρτήτως του εάν έχει γίνει προσφυγή

Τη δυνατότητα να ανακαλεί και να ακυρώνει καταφανώς εσφαλμένες αποφάσεις επιβολής φόρων και προστίμων, ακόμη και αναδρομικά από το 2014 και ανεξάρτητα εάν εκκρεμούν ή όχι προσφυγές των φορολογουμένων στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών ή στα δικαστήρια, αποκτά η Φορολογική Διοίκηση.

Τα παραπάνω προβλέπει διάταξη που περιελήφθη σε τροπολογία η οποία κατατέθηκε στο νομοσχέδιο του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών για το ψηφιακό τέλος συναλλαγής.

Η ακύρωση μπορεί να γίνεται είτε κατόπιν αιτήσεων των θιγόμενων φορολογουμένων στην αρμόδια φορολογική αρχή είτε ακόμη και αυτεπάγγελτα από την αρμόδια αρχή.

Ειδικότερα, η ευνοϊκή αυτή ρύθμιση αφορά:

α) Περιπτώσεις πράξεων άμεσου προσδιορισμού φόρου, πράξεων διοικητικού, εκτιμώμενου ή διορθωτικού προσδιορισμού φόρου ή πράξεων επιβολής προστίμων, οι οποίες έχουν εκδοθεί σε βάρος φορολογουμένων χωρίς αυτοί να έχουν τη σχετική υποχρέωση. Αφορά, δηλαδή, πράξεις που έχουν εκδοθεί εκ παραδρομής και έχουν επιβαρύνει καταφανώς άδικα τους φορολογούμενους.

β) Περιπτώσεις πράξεων επιβολής φόρων και προστίμων που έχουν αριθμητικά ή υπολογιστικά λάθη. Η ίδια διάταξη, επίσης, προβλέπει ότι τα ποσά των αδίκως επιβληθέντων φόρων και των προστίμων, εφόσον έχουν καταβληθεί από τους φορολογούμενους, θα επιστρέφονται εντόκως από τις αρμόδιες φορολογικές υπηρεσίες της ΑΑΔΕ.

Η αιτιολογική έκθεση

Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στη σχετική αιτιολογική έκθεση:

  • Οι ισχύουσες διατάξεις, που περιλαμβάνονται στο άρθρο 74 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, δεν επιτρέπουν στη Φορολογική Διοίκηση να εξετάσει πρόδηλα σφάλματα, στην περίπτωση που οι φορολογούμενοι έχουν προσφύγει στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών ή στα διοικητικά δικαστήρια. Έτσι, οι φορολογούμενοι πρέπει είτε να ζητήσουν από τη Φορολογική Διοίκηση να επανεξετάσει την πράξη που έχει εκδοθεί εις βάρος τους, κινδυνεύοντας να απολέσουν την προθεσμία για την άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής ή για την προσφυγή στα δικαστήρια, είτε να αναμένουν τη λήξη της διαδικασίας ενώπιον των δικαστηρίων χωρίς, στο διάστημα αυτό, η Φορολογική Διοίκηση να έχει τη δυνατότητα να διορθώσει ένα προφανές σφάλμα που έχει κάνει. Συγκεκριμένα, οι ισχύουσες διατάξεις προβλέπουν ότι εάν έχει ασκηθεί ενδικοφανής προσφυγή με την οποία προβάλλεται, ως λόγος ακύρωσης ή τροποποίησης πράξης, πρόδηλο σφάλμα λόγω μη ύπαρξης φορολογικής υποχρέωσης ή λόγω αριθμητικών και υπολογιστικών λαθών, δεν χωρεί κατά της ίδιας πράξης και για τον ίδιο λόγο υποβολή αίτησης για την ακύρωσή της ή αυτεπάγγελτη ακύρωση από την ίδια την αρμόδια φορολογική αρχή.
  • Η προτεινόμενη διάταξη επιτρέπει στη Φορολογική Διοίκηση να διορθώνει σφάλματά της ακόμη και αν υπάρχει προσφυγή στα διοικητικά δικαστήρια που είναι εκκρεμής, διορθώνοντας ταχύτερα αδικίες που μπορεί να έχουν γίνει. Δεν επέρχεται, πάντως, η οποιαδήποτε μεταβολή ως προς τις ουσιαστικές προϋποθέσεις εφαρμογής της διάταξης, για την οποία είτε απαιτείται περιοριστικά πρόδηλη έλλειψη φορολογικής υποχρέωσης είτε απαιτούνται λογιστικά ή υπολογιστικά σφάλματα.

Προβλέπεται, επίσης, ότι η προθεσμία για την ακύρωση πράξης που έχει προσβληθεί στα δικαστήρια και βρίσκεται σε εκκρεμοδικία λήγει ένα έτος μετά τη λήξη της εκκρεμοδικίας, δηλαδή μετά την έκδοση αμετάκλητης απόφασης, ενώ δεν εξετάζεται εάν η πρόδηλη πλημμέλεια που αποτελεί τον λόγο ακύρωσης έχει προβληθεί στο πλαίσιο ενδικοφανούς ή δικαστικής προσφυγής.

Eντόκως οι επιστροφές

Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση, «για λόγους ενότητας στην εφαρμογή του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, προβλέπεται ότι η διαδικασία του άρθρου 74 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (νόμος 5104/2024,  Α’ 58) θα ισχύει για όλες τις πράξεις που έχουν εκδοθεί μετά την 1η Ιανουαρίου 2014, ημερομηνία ισχύος του αρχικού Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (νόμος 4174/2013, Α’ 170)».

Αυτό σημαίνει ότι μπορούν να ακυρωθούν και πράξεις επιβολής φόρων και προστίμων που έχουν εκδοθεί έως και 10-11 χρόνια πριν, δηλαδή από την 1η Ιανουαρίου 2014 έως σήμερα.

Εφόσον οι φορολογούμενοι, στους οποίους καταλογίστηκαν τα ποσά αυτά, πήγαν και τα πλήρωσαν, δικαιούνται να τα πάρουν πίσω και μάλιστα εντόκως. Και αυτό διότι τα ποσά αυτά δεν θεωρούνται παραγεγραμμένα εις βάρος του φορολογουμένου και επιστρέφονται.

Πώς διαμορφώνεται το άρθρο 74

Αναλυτικά, με τις μεταβολές που επέρχονται, το άρθρο 74 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, το οποίο καθορίζει τη διαδικασία για την ακύρωση ή τροποποίηση άμεσου προσδιορισμού φόρου, πράξης προσδιορισμού φόρου και πράξης επιβολής προστίμου, διαμορφώνεται πλέον ως εξής:

  • Άμεσος προσδιορισμός φόρου ή πράξη διοικητικού, εκτιμώμενου ή διορθωτικού προσδιορισμού φόρου ή πράξη επιβολής προστίμου δύναται να ακυρωθεί ή να τροποποιηθεί, κατά περίπτωση, με τη διαδικασία του παρόντος, για έναν από τους εξής λόγους: α) για πρόδηλη έλλειψη φορολογικής υποχρέωσης, β) για αριθμητικό ή υπολογιστικό λάθος.
  • Για την ακύρωση ή τροποποίηση υποβάλλεται αίτηση του φορολογούμενου εντός προθεσμίας τριών ετών από την κοινοποίηση της πράξης ή, σε περίπτωση άμεσου προσδιορισμού του φόρου, από την υποβολή της δήλωσης. Εάν η έλλειψη φορολογικής υποχρέωσης οφείλεται σε επιγενόμενο λόγο, που γεννήθηκε μέσα στο τελευταίο τρίμηνο της προθεσμίας του πρώτου εδαφίου, η αίτηση δύναται να υποβληθεί μέσα σε τρεις μήνες από τη γένεση του λόγου αυτού. Η σχετική πράξη ακύρωσης ή τροποποίησης εκδίδεται μέσα σε προθεσμία τριών μηνών από την υποβολή της αίτησης.
  • Άμεσος προσδιορισμός ή πράξη διοικητικού, εκτιμώμενου ή διορθωτικού προσδιορισμού φόρου ή πράξη επιβολής προστίμου δύναται να ακυρωθεί ή να τροποποιηθεί για τους λόγους που αναφέρονται στην παρ. 1, εντός των προθεσμιών της παρ. 2, και χωρίς την αίτηση που προβλέπεται σε αυτήν. Επιπλέον, ποσά που οφείλονται από τον φορολογούμενο με βάση την πράξη τροποποίησης της παρούσας, καταβάλλονται μέσα σε προθεσμία 30 ημερών από την κοινοποίηση της πράξης αυτής στον φορολογούμενο.
  • Κατά της πράξης της Φορολογικής Διοίκησης, με την οποία απορρίπτεται η αίτηση του φορολογούμενου, καθώς και κατά της πράξης που εκδόθηκε με βάση την παρ. 3, χωρεί άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής σύμφωνα με το άρθρο 72.
  • Η διαδικασία του παρόντος δεν αναστέλλει την προθεσμία και δεν κωλύει την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής ή της προσφυγής ενώπιον του δικαστηρίου. Η άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής ή η εκκρεμοδικία δεν κωλύουν τη διαδικασία του παρόντος. Στην περίπτωση αυτή, η προθεσμία της παραγράφου 2 λήγει ένα έτος μετά την έκδοση αμετάκλητης απόφασης.
  • Ποσά που έχουν βεβαιωθεί ή καταβληθεί βάσει των πράξεων που ακυρώνονται, διαγράφονται ή επιστρέφονται κατά περίπτωση, κατά παρέκκλιση των διατάξεων περί παραγραφής.