Την αποστολή από κοινού επιστολής στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή προκειμένου να υπάρξει μέριμνα για πιο άμεση αντίδραση σε περιόδους απότομης ανόδου των τιμών ενέργειας αποφάσισαν οι Υπουργοί Ενέργειας Ελλάδας, Βουλγαρίας και Ρουμανίας σε τηλεδιάσκεψη που πραγματοποιήθηκε την Τρίτη 10 Σεπτεμβρίου.
Ειδικότερα, όπως μεταφέρουν κυβερνητικές πηγές στη «Ν», τα τρία μέρη συμφωνούν καταρχήν στην ανάγκη ανάληψης πρωτοβουλίας με αποδέκτη τις Βρυξέλλες, γεγονός που ξεκίνησε με πρωτοβουλία της Ελλάδας.
Υπενθυμίζεται, όπως έχει γράψει σε προηγούμενο ρεπορτάζ της η «Ν», η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ εξέταζε ήδη από τις αρχές του μήνα το ενδεχόμενο να κινητοποιηθεί προς την Κομισιόν από κοινού με τα υπόλοιπα βαλκανικά κράτη, δεδομένου ότι το πρόβλημα της πρόσφατης «μίνι» ενεργειακής κρίσης διαχύθηκε σε όλη την περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.
Κατά την συνέντευξη τύπου στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έκανε γνωστή την πρόθεση της κυβέρνησης να αποστείλει επιστολή για το θέμα στην Κομισιόν.
Εν τέλει οι δύο πρωτοβουλίες αν και ξεκίνησαν διακριτά, κατέληξαν να συνθέσουν την πρωτοβουλία του «Βαλκανικού Μετώπου» προς την Κομισιόν. Να σημειωθεί, όπως αναφέρουν οι ίδιες πηγές, ότι η ελληνική πλευρά έχει αναλάβει να καταρτίσει ένα σχέδιο επιστολής, το οποίο θα συζητηθεί σε νέα τηλεδιάσκεψη την επόμενη εβδομάδα προκειμένου να πάρει οριστική μορφή και να «φύγει» για Βρυξέλλες.
Το περιεχόμενο της επιστολής
Η βασική ιδέα της επιστολής θα αφορά αυτό που έχουν διαμηνύσει ήδη από το καλοκαίρι τόσο η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ όσο και ο Πρωθυπουργός, δηλαδή την δυνατότητα μεγαλύτερης ευελιξίας στη αξιοποίηση έκτακτων μέτρων σε περιόδους έντονων διακυμάνσεων στην αγορά ενέργειας, όπως αυτό που βιώσαμε πρόσφατα κατά τους μήνες Ιούλιο-Αύγουστο και Σεπτέμβριο. Χρειάζεται να σημειωθεί ότι η καινούργια ευρωπαϊκή οδηγία που αναφέρεται σε συνθήκες κρίσης στην αγορά προβλέπει όρους για έκτακτο μηχανισμό που δύσκολα μπορεί να πληρούνται σε ενδημικού χαρακτήρα κρίσεις.
Συγκεκριμένα, η υφιστάμενη ευρωπαϊκή οδηγία μιλάει για συνθήκες που «επιμένουν» το λιγότερο 3 μήνες και διαπιστώνεται περιφερειακή ή κεντρική ενεργειακή κρίση, γεγονός που συναρτάται και με άλλους παράγοντες, πέρα από την διακύμανση των χονδρεμπορικών αγορών. Υπό αυτό το πρίσμα, η πρόθεση του Υπουργείου και της Ελληνικής κυβέρνησης είναι να υπάρξει μια μεγαλύτερη ευελιξία στην εν λόγω οδηγία, ώστε να καθίσταται εφικτή η ενεργοποίηση ενός είδους μηχανισμού παρέμβασης σε περίπτωση στρέβλωσης της αγοράς και δυσλειτουργίας, ώστε να αποτρέπεται και να αναχαιτίζεται η όποια πίεση στις τιμές ενέργειας.
Ενδεικτικά, το ΥΠΕΝ σημείωνε, ανάμεσα σε άλλα, σε ανακοίνωσή του για την εξειδίκευση των έκτακτων μέτρων το καλοκαίρι, ότι ο μηχανισμός να ενεργοποιείται «όταν, κάποια χαρακτηριστικά παρουσιάζονται κατά διαστήματα, διότι υπάρχει μόνιμη στρέβλωση της αγοράς για την οποία δεν υπάρχει επαρκής αντίδραση από την ευρωπαϊκή πλευρά. Πρόκειται, στην ουσία, για το μηχανισμό που είχε αξιοποιηθεί κατά το παρελθόν».
Στο μοντέλο που θα προτείνει η ελληνική πλευρά τα έσοδα από τη χονδρική του ρεύματος που σήμερα πηγαίνουν μόνο στους παραγωγούς, θα πηγαίνουν και για επενδύσεις στις ηλεκτρικές διασυνδέσεις και τα δίκτυα, ούτως ώστε να υπάρξει μείωση των τιμών. Φυσικά μια τέτοια αλλαγή στο target model θα προκύψει μετά από διαπραγματεύσεις με τις Βρυξέλλες, ωστόσο σε αυτήν την κατεύθυνση η ελληνική πλευρά κινείται έχοντας δημιουργήσει συμμαχίες με τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία που επίσης ζητούν τις ίδιες αλλαγές.
Στο ίδιο μήκος κύματος, ο Πρωθυπουργός ανέφερε, μεταξύ άλλων, κατά την πρόσφατη συνέντευξη τύπου στη ΔΕΘ ότι «Υπάρχει βασική στρέβλωση στην αγορά ενέργειας της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Θα αναδείξω το ζήτημα με επιστολή που θα στείλω στην Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν. Κάτι δεν δουλεύει καλά. Δεν αναμένω άμεσες λύσεις αλλά τουλάχιστον ας ασχοληθεί κάποιος».
Πράγματι, όπως επισημαίνουν οι ίδιες πηγές, η εν λόγω κίνηση δεν αναμένεται να επιφέρει κάποιο άμεσο αποτέλεσμα παρά φιλοδοξεί να παρακινήσει μια συζήτηση που στην καλύτερη των περιπτώσεων, θα καταλήξει σε μια ορισμένη αναπροσαρμογή του κοινοτικού πλαισίου και σε συγκεκριμένα μέτρα ως το επόμενο καλοκαίρι.
Βιομηχανία
Η πολιτική πρωτοβουλία της κυβέρνησης πιάνει το νήμα από τον κλάδο της βιομηχανίας, όπου στις αρχές του μήνα, οι βιομηχανικοί καταναλωτές της Ελλάδας, της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας έστειλαν ανάλογη επιστολή στη Κομισιόν (την 2η στη σειρά), ζητώντας να επιληφθεί του θέματος καθώς το ενεργειακό κόστος ως διαμορφώνεται «κατατρώει» την ανταγωνιστικότητά τους σε μη βιώσιμα πλέον επίπεδα.
Από την πλευρά του, ο Πρόεδρος της ΕΒΙΚΕΝ, Αντώνης Κοντολέων, μιλώντας στην τηλεόραση της Ναυτεμπορικής χαιρέτισε την πρωτοβουλία της κυβέρνησης λέγοντας «με χαρά διαπιστώνουμε ότι η κυβέρνηση είδε την ευρωπαϊκή διάσταση του ζητήματος», ωστόσο εξέφρασε έντονο προβληματισμό ως προς την ανταπόκριση της Πολιτείας στην εκτόξευση του ενεργειακού κόστους για τις βιομηχανίες.
«Σφραγίδα» από τις εκθέσεις
Σε μια τελευταία εξέλιξη, οι εκθέσεις Letta και Draghi ήρθαν να επιβεβαιώσουν το υψηλό ενεργειακό κόστος στην Ευρώπη με την Επίτροπο Ενέργειας Κάντρι Σίμσον να κάνει λόγο για την ανάγκη ανάληψης δράσης, κατά την ομιλία της για την Ενεργειακή Ένωση. Όπως τόνισε, αυτές οι τιμές επιβαρύνουν τους πολίτες και τις ενεργοβόρες εταιρείες και έχουν αντίκτυπο στη διεθνή ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης, ιδίως έναντι της Κίνας και των ΗΠΑ.
«Κάναμε πολλά σε αυτήν τη θητεία για να μειώσουμε τις τιμές από την κορύφωση το 2022, αλλά τώρα πρέπει να αντιμετωπίσουμε διαρθρωτικά ζητήματα. Πιστεύω ότι η κύρια λύση είναι η περαιτέρω αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Βλέπουμε τα πρώτα σημάδια το 2024 ότι ο ρυθμός ανάπτυξης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας δεν αυξάνεται τόσο γρήγορα όσο θα έπρεπε. Χρειαζόμαστε άλλη μια ισχυρή ώθηση για να φτάσουμε στο 42,5% όπως έχει συμφωνηθεί, έως το 2030», ανέφερε.