Αίσιο τέλος είχαν οι πολύωρες χθεσινές διαπραγματεύσεις ανάμεσα στις ρυθμιστικές αρχές Ελλάδας- Κύπρου και ΑΔΜΗΕ με τα μέρη να καταλήγουν σε συμφωνία για την ηλεκτρική διασύνδεση ανάμεσα στις δύο χώρες, το λεγόμενο πρότζεκτ Great Sea Interconnector.
Το παρασκήνιο υπήρξε έντονο με το έργο να φτάνει έως και λίγο πριν την οριστική διακοπή του μετά το τελεσίγραφο της Nexans τις προηγούμενες μέρες, βλέποντας τα αδιέξοδα το ένα μετά το άλλο να «στοιχειώνουν» το έργο.
Σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες ο ΑΔΜΗΕ συμφώνησε τελικά στην πρόταση που από την περασμένη εβδομάδα είχε καταθέσει ο Υπουργός Ενέργειας Γιώργος Παπαναστασίου.
Η «χρυσή τομή» βρέθηκε στην ανάληψη ευθύνης από την Κυπριακή κυβέρνηση να χρηματοδοτήσει τις δαπάνες του ΑΔΜΗΕ από το 2025 μέχρι και τη λειτουργία του έργου το 2030 με 25 εκατ. ευρώ το χρόνο και συνολικά με 125 εκατ. ευρώ. Τα χρήματα θα αντληθούν από τα έσοδα του κράτους από την εμπορία δικαιωμάτων ρύπων και όχι απευθείας από τους καταναλωτές.
Οποιαδήποτε άλλα ποσά που θα κριθούν εύλογα έξοδα του ΑΔΜΗΕ κατά την κατασκευή, θα τα ανακτήσει μετά την έναρξη λειτουργίας του έργου, μέσω χρέωσης των καταναλωτών. Ουσιαστικά με τον τρόπο αυτό, επιλύεται η βασική εκκρεμότητα για την οριστικοποίηση του θεσμικού πλαισίου του έργου που σχετιζόταν με την διαδικασία ανάκτησης του κόστους κατασκευής του καλωδίου.
Το χρονικό της υπόθεσης
Υπενθυμίζεται ότι η Nexans, εταιρεία κατασκευής του καλωδίου, είχε αποστείλει τελεσίγραφο στον φορέα υλοποίησης του έργου, ΑΔΜΗΕ, ενημερώνοντας ότι θα προχωρούσε στην οριστική διακοπή του έργου αν δεν υπάρξει επίλυση των εκκρεμοτήτων, γεγονός που θα σήμαινε με την σειρά του την έκδοση της τελικής εντολής (Full Notice to Proceed) από τον ΑΔΜΗΕ προς την εταιρεία.
Η προθεσμία είχε οριστεί στις 2 Σεπτεμβρίου, ωστόσο, όπως αναφέρουν πηγές με γνώση του θέματος, οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονταν μέχρι και αργά εχθές το βράδυ προκειμένου να βρεθεί «κοινός τόπος».
Η κρίσιμη εκκρεμότητα αφορά την ανάκτηση εσόδου κατά την περίοδο κατασκευής του έργου (αρχές του 2025) που ως γνωστόν, απέρριπτε η κυπριακή πλευρά, παραπέμποντας την έναρξη διαδικασίας ανάκτησης σε μεταγενέστερο χρόνο με την εμπορική λειτουργία του έργου.
Σε αυτό το σημείο διαφοροποιούντο οι δύο πλευρές με την ελληνική πλευρά και την αρμόδια Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων να είχε ήδη αποφασίσει θετικά στο κομμάτι αυτό και να εκκρεμούσε μια ανάλογη απόφαση από την πλευρά των Κύπριων. Επανειλημμένα ο Έλληνας Διαχειριστής έχει καταδείξει ότι σε μια τέτοια περίπτωση το έργο είναι μη βιώσιμο και δεν μπορεί να προχωρήσει.
Σημειώνεται, όπως προαναφέρθηκε, ότι οι συζητήσεις επεκτάθηκαν εν συνόλω στο ζήτημα, συμπεριλαμβάνοντας την πηγή των πόρων που θα αξιοποιηθούν για να καλύψουν το κενό πενταετίας που προκύπτει στη λύση Παπαναστασίου.
Όπως είναι γνωστό, το κυπριακό «όχι» στην εμπροσθοβαρή ανάκτηση εσόδου δημιουργεί αρνητική παρούσα αξία άνω των 100 εκατ. ευρώ για το πρότζεκτ και οδηγεί ντε φάκτο στο «πάγωμά» του.
Το γεωπολιτικό ρίσκο
Σε δεύτερο χρόνο έχει μείνει να επιλυθεί η έτερη εκκρεμότητα για την οριστικοποίηση του ρυθμιστικού πλαισίου που θα διέπει το έργο και αφορά το γεωπολιτικό ρίσκο.
Ειδικότερα, όπως αναφέρουν οι ίδιες πηγές στη «Ν», το δεύτερο αυτό θέμα είναι καθαρά πολιτικό – όπως έχει άλλωστε διαφανεί και από τις τοποθετήσεις της ΡΑΕΚ στις τηλεδιασκέψεις που έχουν προηγηθεί για τη διασύνδεση – κάτι που σημαίνει πως η όποια λύση θα αναζητηθεί αμιγώς σε πολιτικό επίπεδο.