Το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα θα ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις με την Κομισιόν προκειμένου να οριστικοποιηθούν οι στόχοι αυτοί και να ενσωματωθούν στο 4ετές Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό-Διαρθρωτικό Πρόγραμμα που θα κατατεθεί έως τις 20 Σεπτεμβρίου στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Σύμφωνα με πηγές του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, οι παραπάνω στόχοι είναι συμβατοί με τον σχεδιασμό της δημοσιονομικής πολιτικής για τα επόμενα έτη και «αντανακλούν την σημαντική πρόοδο που έχει επιτύχει η Ελλάδα στο σύνολο των μεταβλητών εκείνων που καθορίζουν την βιωσιμότητα του ελληνικού δημοσίου χρέους».
Όπως τονίζουν το διάστημα που ακολούθησε το ξέσπασμα της πανδημίας (δηλαδή την τριετία 2021-2023) ο λόγος χρέους ως προς ΑΕΠ στην Ελλάδα παρουσίασε μείωση που αποτελεί ρεκόρ στην ιστορία της ευρωζώνης.
Ταυτόχρονα, η Ελλάδα έχει επιστρέψει σε υγιές πρωτογενές πλεόνασμα, έχει ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα μειώνοντας έτσι σημαντικά το κόστος δημοσίου δανεισμού, και παρουσιάζει ρυθμό ανάπτυξης σημαντικά υψηλότερο του ευρωπαϊκού μέσου όρου.
«Οι θετικές αυτές επιδόσεις είναι το αποτέλεσμα μιας κατά γενική ομολογία επιτυχημένης οικονομικής πολιτικής, η οποία επιτρέπει την συνέχεια στην άσκηση πολιτικών φιλικών προς την ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή» σημειώνουν οι ίδιες πηγές.
Σύμφωνα µε πληροφορίες, οι προτάσεις της Επιτροπής προς την Ελλάδα προβλέπουν αύξηση των καθαρών πρωτογενών δαπανών κατά 3% το 2025, 3,1%-3,2% το 2026 και το 2027, και 3% το 2028.
Το όριο στην αύξηση των καθαρών πρωτογενών δαπανών δείχνει πώς μπορούν τα κράτη μέλη, στη συγκεκριμένη περίπτωση η Ελλάδα, να διασφαλίσουν ότι, έως το τέλος μιας τετραετούς περιόδου δημοσιονομικής προσαρμογής (δηλαδή για την περίοδο 2025-2028) το δημόσιο χρέος μπορεί να θεωρηθεί ότι βρίσκεται σε καθοδική πορεία ή παραμένει μεσοπρόθεσμα σε συνετά επίπεδα με επίκεντρο το ανώτατο όριο δαπανών.
Στο πλαίσιο σύνταξης του νέου Μεσοπρόθεσμου και κατάρτισης του προσχεδίου του προϋπολογισμού του 2025, ήδη έχουν ανακοινωθεί ότι το επόμενο έτος η κυβέρνηση θα προχωρήσει σε επιπλέον μέτρα ενίσχυσης των εισοδημάτων των πολιτών και περαιτέρω μείωσης βαρών για το 2025, ύψους 880 εκατ. ευρώ.
Σε αυτά περιλαμβάνονται:
– η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 0,5%, κόστους 225 εκατ. ευρώ.
– η μείωση, ουσιαστικά κατάργηση, του τέλους επιτηδεύματος για τους επαγγελματίες, κόστους 120 εκατ. ευρώ.
– η μόνιμη επιστροφή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στους αγρότες, κόστους 100 εκατ. ευρώ.
– η αύξηση του φοιτητικού στεγαστικού επιδόματος (15 εκατ. ευρώ).
– η αύξηση των συντάξεων, η οποία με βάση το γνωστό μαθηματικό τύπο, εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί περίπου στα 400 εκατ. ευρώ.
– η αναστολή του ΦΠΑ στις οικοδομές, κόστους 20 εκατ. ευρώ.
Με βάση τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες, η μείωση του χρέους συνδέεται με ένα ανώτατο όριο αύξησης των δαπανών ως «υποκατάστατο» του ανεφάρμοστου όρου μείωσης του χρέους κατά 1% του ΑΕΠ ετησίως.
Η σύνταξη του νέου 4ετούς Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικού – διαρθρωτικού Σχεδίου και η κατάθεσή του στις Βρυξέλλες μετά από θερινές διαβουλεύσεις θα γίνει έως τις 20 Σεπτεμβρίου.
Θα ακολουθήσει άλλος ένας γύρος διαβουλεύσεων έως το Νοέμβριο – Δεκέμβριο που θα επικυρωθεί πολιτικά από το Συμβούλιο των υπουργών Οικονομικών.