Το ελληνικό χρέος παραμένει βιώσιμο καθώς μπορεί να εξυπηρετηθεί τόσο μεσοπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα σημειώνεται στην έκθεση της Κομισιόν για την Ελλάδα στο πλαίσιο της μεταπρογραμματικής εποπτείας. Μάλιστα γίνεται αναφορά στο σχέδιο για χρήση μέρους του λεγόμενου «σκληρού μαξιλαριού» ύψους 15,7 δις. ευρώ για την πρόωρη εξόφληση δόσεων από το δάνειο του πρώτου μνημονίου.
Όσον αφορά την ελληνική οικονομία, επισημαίνεται ότι η Ελλάδα θα συνεχίσει να καταγράφει ρυθμό ανάπτυξης άνω του 2% τόσο φέτος όσο και το 2025 ενώ ο πληθωρισμός θα υποχωρήσει σταδιακά για να διαμορφωθεί στο 2,1% το 2025. Ωστόσο δεν παραλείπει να αναφερθεί στην ανοδική πορεία των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου αλλά και στους κινδύνους που εγκυμονούν οι εξελίξεις σε Ουκρανία και Μέση Ανατολή.
Δημόσιο χρέος
Η Ελλάδα διατηρεί την ικανότητα να εξυπηρετήσει το χρέος της τονίζεται στην έκθεση υπενθυμίζοντας ότι η χώρα ανέκτησε την επενδυτική βαθμίδα το 2023. Σύμφωνα με την ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους, η Ελλάδα θεωρείται ότι αντιμετωπίζει χαμηλούς κινδύνους βραχυπρόθεσμα, υψηλούς κινδύνους μεσοπρόθεσμα και χαμηλούς κινδύνους μακροπρόθεσμα. Οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες του Δημοσίου για το 2024 και το 2025 είναι χαμηλές, λόγω των προβλεπόμενων πρωτογενών πλεονασμάτων και της μέτριας απόσβεσης του χρέους, η οποία οφείλεται επίσης στην προηγούμενη μερική προπληρωμή του ελληνικού δανείου. Υπενθυμίζεται ότι η Ελλάδα διατηρεί ένα σημαντικό ταμειακό απόθεμα και έχει διατηρήσει συνεχή πρόσβαση στην αγορά εν μέσω περιορισμένων περιθωρίων αποδόσεων μετά από πρόσφατες αναβαθμίσεις σε επενδυτική βαθμίδα.
Στην έκθεση γίνεται αναφορά στο ενδεχόμενο μείωσης του «σκληρού πυρήνα» των ταμειακών διαθεσίμων. «Δεδομένης της ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας και της σταθερής πρόσβασης χρηματοδότησης από τις αγορές, η Ελλάδα εξετάζει τώρα τη σταδιακή μείωση του ταμειακών διαθεσίμων του ESM. Αυτός ο αποθεματικός λογαριασμός μετρητών δημιουργήθηκε επίσης μέσω εκταμιεύσεων στο πλαίσιο του τρίτου προγράμματος οικονομικής στήριξης και είναι αφιερωμένος στην εξυπηρέτηση του χρέους» τονίζεται χαρακτηριστικά.
Το δημόσιο χρέος αν και παραμένει υψηλό, αναμένεται να μειωθεί βραχυπρόθεσμα και να διατηρήσει την πτωτική τροχιά μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα. Τόσο η αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ όσο και το πρωτογενές πλεόνασμα συνέβαλαν στη μείωση του χρέους. Το 2024 αναμένεται να μειωθεί περαιτέρω στο 153,9% του ΑΕΠ λόγω των διατηρούμενων πρωτογενών πλεονασμάτων, των σημαντικών εσόδων από παραχωρήσεις και της οικονομικής ανάπτυξης. Το 2024 ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους σχεδιάζει να μειώσει το επίπεδο των βραχυπρόθεσμων δανείων, γεγονός που συμβάλλει επίσης στη μείωση των αναγκών χρηματοδότησης το 2025. Οι τόκοι μετρητών μετά την ανταλλαγή αναμένεται να παραμείνουν κοντά στα 5 δισ. ευρώ για τα επόμενα 2 χρόνια .
Όπως αναφέρεται στην έκθεση η συζήτηση μεταξύ των στατιστικών αρχών για τη στατιστική αντιμετώπιση των αναβαλλόμενων τόκων για το δάνειο του EFSF βρίσκεται σε εξέλιξη. Ως μέρος των μέτρων ελάφρυνσης του χρέους που χορηγήθηκαν το 2012 και παρατάθηκαν το 2018, οι πληρωμές τόκων της Ελλάδας για μέρος του δανείου της EFSF έχουν αναβληθεί και η Ελλάδα αναμένεται να αρχίσει να αποπληρώνει αυτά τα ποσά από το 2033. «Τα αναβαλλόμενα ποσά έχουν καταγραφεί ως δεδουλευμένοι τόκοι δαπανών και συνεπώς επηρεάζουν το ισοζύγιο του προϋπολογισμού, αλλά η προκύπτουσα υποχρέωση δεν έχει καταγραφεί ως μέρος του χρέους του Μάαστριχτ. Σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, η Eurostat επανεξετάζει τη στατιστική καταγραφή των αναβαλλόμενων τόκων για τα δάνεια του EFSF, για σκοπούς διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος. Εάν οι στατιστικές αρχές αποφασίσουν να συμπεριλάβουν αυτά τα ποσά στο χρέος του Μάαστριχτ, τα στοιχεία για το χρέος θα μπορούσαν να αναθεωρηθούν προς τα πάνω. Είναι σημαντικό ότι μια τέτοια απόφαση δεν επηρεάζει την αξιολόγηση της βιωσιμότητας του χρέους της Ελλάδας ή τις χρηματοδοτικές της ανάγκες, καθώς τα ποσά που πρέπει να αποπληρωθούν είναι τα ίδια».
Γεωπολιτική αβεβαιότητα και κίνδυνοι
Ο πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας και η σύγκρουση στη Μέση Ανατολή αποτελούν τις βασικές προκλήσεις για την ελληνική οικονομία, όπως και πιθανές φυσικές καταστροφές. Μία κλιμάκωση της κρίσης στις παραπάνω περιοχές μπορεί να οδηγήσουν σε αύξηση των τιμών στην ενέργεια, σε διαταραχές του εμπορίου και μαζί σε ύφεση του τουρισμού. Η μείωση του τουρισμού μπορεί να επιδεινώσει το εξωτερικό ισοζύγιο, να αυξήσει τον πληθωρισμό και να επιβραδυνθεί ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ.
Περαιτέρω κίνδυνοι εξακολουθούν να πηγάζουν, σύμφωνα με την έκθεση, από τις δικαστικές υποθέσεις που εκκρεμούν, με κυριότερο τις δικαστικές υποθέσεις κατά της Εταιρείας Δημοσίων Περιουσιών (ΕΤΑΔ). Επιπλέον, με την αύξηση του κατώτατου μισθού αυξάνονται οι μισθολογικές πιέσεις στο δημόσιο τομέα, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε περαιτέρω προσαρμογές στο μισθολογικό πλέγμα του δημόσιου τομέα.
Στην έκθεση δεν παραλείπεται να γίνει αναφορά στη συνεχιζόμενη υποαπόδοση ορισμένων τιτλοποιημένων μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) γεγονός που θα μπορούσε σταδιακά να αυξήσει τον κίνδυνο να ζητηθούν ορισμένες κρατικές εγγυήσεις.
Από την άλλη πλευρά, τα μέτρα της κυβέρνησης για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και τη βελτίωση της συμμόρφωσης μέσω της ψηφιοποίησης των πληρωμών και των φορολογικών διαδικασιών θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε υψηλότερα από το αναμενόμενο φορολογικά έσοδα.
Το συνολικό απόθεμα των ληξιπρόθεσμων οφειλών της γενικής κυβέρνησης έχει αυξηθεί από τα 541 εκατ. ευρώ τον Ιούλιο του 2023 σε 880 εκατ. ευρώ τον Ιανουάριο του 2024. Η αύξηση οφείλεται σχεδόν εξ ολοκλήρου στις καθυστερήσεις στα νοσοκομεία. Η απόκλιση από τον στόχο έφτασε τα 750 εκατ. ευρώ. Το απόθεμα ληξιπρόθεσμων οφειλών των νοσοκομείων αυξάνεται σταθερά και έφτασε τα 480 εκατ. ευρώ τον Ιανουάριο του 2024, το υψηλότερο επίπεδο μέχρι στιγμής.
Η κωδικοποίηση της εργατικής νομοθεσίας βρίσκεται σε εξέλιξη και πρέπει ακόμη να ολοκληρωθεί. Οι διαρθρωτικές προκλήσεις και οι αναδυόμενες ελλείψεις εργατικού δυναμικού με ευρύτερη βάση περιορίζουν τα περιθώρια περαιτέρω ισχυρής βελτίωσης στην αγορά εργασίας.