Τρεις παρεμβάσεις για τόνωση των επενδύσεων στην αγορά ακινήτων δρομολογεί το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, μετά τα στοιχεία του α’ τριμήνου που έδειξαν ότι οι επενδύσεις στις κατοικίες όχι μόνο δεν αυξήθηκαν, αλλά ακολούθησαν πτωτική πορεία.
Τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ έχουν σημάνει συναγερμό και καθώς οι επενδύσεις στα ακίνητα αποτελούν ένα σημαντικό μερίδιο του «αναπτυξιακού καλαθιού» της οικονομίας αποφασίστηκε η στήριξη της κτηματαγοράς με πλαίσιο μέτρων και θεσμικών παρεμβάσεων. Ειδικότερα, οι περιορισμένες επενδύσεις στην αγορά ακινήτων -οι οποίες είναι συντριπτικά χαμηλότερες σε σχέση με την προηγούμενη αναπτυξιακή φάση της κτηματαγοράς επηρεάζουν αρνητικά όχι μόνο τον «ακαθάριστο σχηματισμό παγίου κεφαλαίου» (δηλαδή τις επενδύσεις) αλλά και το ίδιο το στεγαστικό πρόβλημα της χώρας. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, στο α’ τρίμηνο του 2024, οι επενδύσεις σε κατοικίες περιορίστηκαν στα 946 εκατ. ευρώ. Είναι η χειρότερη επίδοση από το 4ο τρίμηνο του 2022, ενώ συγκριτικά με το α’ τρίμηνο του 2023 καταγράφεται πτώση της τάξεως του 12%.
Τιμές και επιτόκια
Προφανώς, στη μείωση των επενδύσεων έχει επιδράσει τόσο η αύξηση των τιμών των κατοικιών όσο και η αύξηση των επιτοκίων, καθώς πρόκειται για δύο αλλαγές στο σκηνικό που καθιστούν πιο δύσκολη την επένδυση στα ακίνητα. Αύξηση των επενδύσεων παρατηρήθηκε στις υπόλοιπες κατασκευές (από το 1,777 δισ. ευρώ στο α’ τρίμηνο του 2023 στα 2,022 δισ. ευρώ στο α’ τρίμηνο του 2024) αλλά ακόμη και αν αθροιστούν τα δύο ποσά καταγράφεται «στασιμότητα» στον χώρο των κατασκευών, ο οποίος μεταξύ άλλων επηρεάζεται και από το ράλι στις τιμές των οικοδομικών υλικών. Σε μια προσπάθεια να αντιστραφεί η κατάσταση, κυβέρνηση και τράπεζες που έχουν άμεσο ενδιαφέρον για τις εξελίξεις στην κτηματαγορά, δρομολογούν τις ακόλουθες παρεμβάσεις, με στόχο αρχικά να αυξηθούν τα στεγαστικά δάνεια που παραμένουν κοντά στον… πάτο του 1 δισ. ευρώ ετησίως, όταν στην προηγούμενη περίοδο άνθησης του real estate έφταναν και στα 12-15 δισ. ευρώ ετησίως. Οι τρεις παρεμβάσεις είναι οι εξής:
Τραπεζικά δάνεια
1)Το λανσάρισμα στεγαστικών δανείων με πιο ευνοϊκούς όρους με… ηλικιακό κριτήριο. Ήδη οι τράπεζες έχουν ξεκινήσει να δίνουν δάνεια που καλύπτουν ακόμη και το 90% της αξίας του ακινήτου, προσφέροντας ταυτόχρονα χαμηλές δόσεις στο ξεκίνημα (κυρίως με χαμηλά σταθερά επιτόκια 2,5%-3% για τα πρώτα τρία χρόνια), αλλά και μεγάλες περιόδους αποπληρωμής, ώστε να συγκρατείται η μηνιαία δόση. Ο δρόμος για τη χορήγηση αυτών των δανείων άνοιξε μετά την προσαρμογή του σχετικού πλαισίου από την Τράπεζα της Ελλάδος ώστε να μπορούν να δίδονται δάνεια που να αντιστοιχούν ακόμη και στο 90% της αξίας του ακινήτου.
Επιδοτούμενα στεγαστικά
2) H εξασφάλιση πόρων από το δανειακό σκέλος του Ταμείου Ανάκαμψης ώστε να δοθούν επιδοτούμενα στεγαστικά δάνεια σε οικογένειες με μέλη ηλικίας έως και 50 ετών. Οι πόροι εξετάζεται να φτάσουν τουλάχιστον στα 2 δισ. ευρώ, ενώ το πρόγραμμα, που θα είναι στην πραγματικότητα η συνέχεια της παρέμβασης «Σπίτι μου», αποσκοπεί στο να αποκτηθούν ιδιόκτητες κύριες κατοικίες από τουλάχιστον 30.000 νοικοκυριά, ώστε να δοθεί μια σημαντική λύση και στο στεγαστικό πρόβλημα. Με τη «μόχλευση», τα ποσά που θα διατεθούν για την αγορά ακινήτων εκτιμάται ότι θα είναι πολύ περισσότερα από τα 2 δισ. ευρώ, καθώς θα είναι απαραίτητη προϋπόθεση και η διάθεση ιδίων κεφαλαίων από τους υποψήφιους αγοραστές. Η διεύρυνση του ηλικιακού κριτηρίου θα συνοδευτεί και από αύξηση του εισοδηματικού κριτηρίου σε σχέση με τον προηγούμενο γύρο του προγράμματος «Σπίτι μου», καθώς ο στόχος είναι να ενταχθούν στο πρόγραμμα και οικογένειες με παιδιά οι οποίες κατά κανόνα εμφανίζουν υψηλότερα εισοδήματα σε σχέση με τα νεαρά ζευγάρια. Επίσης, κρίνεται απαραίτητο στη δεύτερη φάση του προγράμματος να αλλάξουν και οι κοινωνικές ομάδες στις οποίες θα στοχεύει το πρόγραμμα. Στην προηγούμενη φάση επιλέχθηκαν κυρίως νέοι (εργένηδες ή ζευγάρια) ηλικίας έως και 40 ετών.
Δράσεις ανακαίνισης
3) Η παροχή ισχυρότερων κινήτρων προκειμένου να προχωρήσουν και δράσεις ανακαίνισης των ακινήτων. Η περιορισμένη ανταπόκριση που υπάρχει μέχρι σήμερα στο πρόγραμμα «Ανακαινίζω – Εξοικονομώ» οδηγεί το υπουργείο Οικογένειας στην αλλαγή των όρων του προγράμματος. Η βασική αλλαγή έχει να κάνει με την αύξηση κατά 50% του μέγιστου ύψους της επιδότησης από τα 4.000 ευρώ που είναι σήμερα στα 6.000 ευρώ, ενώ επίσης θα διευρυνθεί και η έκταση των επισκευών που θα μπορούν να κάνουν οι ιδιοκτήτες κλειστών διαμερισμάτων ώστε να τα διαθέσουν για μακροχρόνια μίσθωση. Μέχρι τώρα, το όριο έχει διαμορφωθεί στα 10.000 ευρώ. Δεδομένου ότι ο προϋπολογισμός του προγράμματος δεν θα αλλάξει (θα παραμείνει δηλαδή στα 50 εκατ. ευρώ), θα υπάρξει μείωση των ακινήτων που θα μπορούν να ενοικιαστούν (υπολογιζόταν ότι θα μπουν 12.000 ακίνητα και τώρα ο στόχος αναθεωρείται σε κάτω από 8.000).
Περασμένα μεγαλεία…
Οι επενδύσεις του «σήμερα» ειδικά στον χώρο της κατοικίας εξακολουθούν να μην έχουν καμία σχέση με τις αντίστοιχες όλων των προηγούμενων ετών. Το 2007 και το 2008 είχαμε φτάσει να καταγράφουμε τριμηνιαίες επενδύσεις άνω των 8 δισ. ευρώ. Αυτό το κενό είναι δύσκολο να αναπληρωθεί από άλλους τομείς, γι’ αυτό και προς το παρόν δεν επιτυγχάνονται οι στόχοι που μπαίνουν από το υπουργείο Οικονομικών όσον αφορά το ποσοστό αύξησης των επενδύσεων.