Στην αποκωδικοποίηση των μηνυμάτων που έστειλαν οι ψηφοφόροι την Κυριακή καλείται να προχωρήσει η κυβέρνηση με ταχύτατους ρυθμούς, βάζοντας στο «κάδρο» πιθανών αλλαγών ή διορθωτικών κινήσεων και την οικονομική πολιτική.
To πολιτικό μήνυμα εστάλη σε μια εξαιρετικά κρίσιμη χρονικά συγκυρία όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες ειδικά αυτές που έχουν να διαχειριστούν δημόσιο χρέος που αντιστοιχεί σε πάνω από το 100% του ΑΕΠ.
Και αυτό διότι μέσα στον μήνα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι υποχρεωμένη να κοινοποιήσει σε όλες τις χώρες-μέλη τους δημοσιονομικούς στόχους που θα πρέπει να επιτύχει η κάθε χώρα για την επόμενη 4ετία.
Έτσι, οι κυβερνήσεις -μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα- από τη μία θα πρέπει να ανταπεξέλθουν στην πίεση των πολιτών, η οποία αποτυπώθηκε και στην κάλπη των ευρωεκλογών και από την άλλη στην πίεση και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αλλά και των αγορών, οι οποίες θα «απαιτήσουν» περισσότερη πειθαρχία ώστε να μην τεθούν υπό αμφισβήτηση οι δημοσιονομικοί στόχοι, όπως και η βιωσιμότητα του χρέους των χωρών-μελών. Ήδη, πάντως, το αποτέλεσμα της ευρωκάλπης αποτυπώθηκε έντονα και στις αποδόσεις των περισσότερων ευρωπαϊκών ομολόγων που πήραν την… ανηφόρα καταρρίπτοντας στις περισσότερες χώρες (και στην Ελλάδα) νέο ρεκόρ έτους.
Η επομένη των εκλογών βρίσκει το οικονομικό επιτελείο στην Ελλάδα να ετοιμάζεται να υποδεχτεί τους δημοσιονομικούς στόχους που θα θέσει η Κομισιόν για την περίοδο 2024-2027.
Όλο το τελευταίο διάστημα το οικονομικό επιτελείο έλεγε σε όλους τους τόνους ότι δεν υπάρχουν τα δημοσιονομικά περιθώρια για περαιτέρω μέτρων στήριξης, ενώ απέκλειε κατηγορηματικά το ενδεχόμενο μειώσεων στην έμμεση φορολογία προκειμένου να υπάρξει αποκλιμάκωση των τιμών. Μένει να φανεί αν η κυβέρνηση θα επιμείνει στην ίδια επιλογή και μετά το αποτέλεσμα των εκλογών.
Το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας
Γεγονός είναι ότι οι δημοσιονομικοί στόχοι που είναι προγραμματισμένο να ανακοινωθούν στις 21 Ιουνίου, απορρέουν από το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας στο οποίο κατέληξαν οι Ευρωπαίοι ηγέτες.
Η μη τήρηση των στόχων οδηγεί στην ενεργοποίηση των διαδικασιών υπερβολικού ελλείμματος, κάτι που εκτός από τις όποιες κυρώσεις προβλέπει η ευρωπαϊκή νομοθεσία, θέτει την κάθε χώρα που παραβιάζει τους κανόνες και στο στόχαστρο των αγορών.
Για την Ελλάδα δεν αναμένεται ότι θα υπάρξει περαιτέρω αυστηροποίηση των δημοσιονομικών όρων. Δηλαδή και για τα επόμενα χρόνια η χώρα θα πρέπει να συγκρατεί τον ρυθμό αύξησης των δημοσίων δαπανών στην περιοχή του 2,5% με 3%, ενώ θα πρέπει να συνεχίσει να παράγει πρωτογενή πλεονάσματα της τάξεως του 2% ώστε να διασφαλίζεται ο ρυθμός μείωσης του χρέους.
Σε αυτή τη φάση, η δυνατότητα της Ελλάδας να επιτύχει αυτούς τους στόχους δεν αμφισβητείται ούτε από την Κομισιόν.
Καμία αύξηση στο Δημόσιο
Σε πρακτικό επίπεδο, πάντως, αυτό το πλαίσιο δεν αφήνει περιθώρια για μέτρα στήριξης πέραν αυτών που έχουν ανακοινωθεί, τουλάχιστον με βάση τους ισχυρισμούς της κυβέρνησης.
Για το 2025 έχει προγραμματιστεί η κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος, η περαιτέρω μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, η μόνιμη μείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης στο αγροτικό πετρέλαιο και φυσικά η νομοθετημένη αύξηση των συντάξεων.
Αυτό σημαίνει ότι απέχουν από τη λίστα οι όποιες κινήσεις αφορούν το μέτωπο της ακρίβειας ή της περαιτέρω αύξησης των εισοδημάτων. Για παράδειγμα, ο προϋπολογισμός του 2025 δεν προβλέπει καμία περαιτέρω αύξηση στο εισόδημα των δημοσίων υπαλλήλων.
Μέχρι τώρα η κυβέρνηση έχει κρατήσει τον ρυθμό αύξησης των δημοσίων δαπανών κάτω από το 2,6% που ζητά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Μένει να φανεί
το επόμενο διάστημα αν αυτό θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για κάποιες επιπλέον κινήσεις.
Ανακοινώσεις πριν από τη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης δεν αναμένεται να υπάρξουν και αυτό διότι πρέπει πρώτα να διασφαλιστεί ότι δεν υπάρχουν «απρόοπτα» κατά την εκτέλεση του προϋπολογισμού και ότι δεν θα υπάρξει και φέτος πλήγμα από τις φυσικές καταστροφές.