Αποκαλυπτήρια την Παρασκευή για την πορεία του ελληνικού ΑΕΠ στο α’ τρίμηνο, με τα βλέμματα να στρέφονται στο κατά πόσο θα δικαιολογηθούν οι πιο αισιόδοξες προβλέψεις του οικονομικού επιτελείου συγκριτικά με τις αντίστοιχες που έχουν κάνει για φέτος όλοι οι διεθνείς οργανισμοί.
Η ελληνική κυβέρνηση έχει εγγράψει πρόβλεψη στο πρόγραμμα σταθερότητας για ρυθμό ανάπτυξης 2,5%. Όλοι οι υπόλοιποι βλέπουν χαμηλότερα ποσοστά. Για παράδειγμα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει βάλει τον πήχη στο 2,2%, ενώ το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και ο ΟΟΣΑ, ακόμη χαμηλότερα, στο 2%. Αυτή η διαφορά ισοδυναμεί με εθνικό πλούτο της τάξεως του 1,2-1,5 δισ. ευρώ, η οποία μπορεί να επηρεάσει σειρά δεικτών με κυριότερο -λόγω χρονικής συγκυρίας- αυτόν της αναλογίας του χρέους ως προς το ΑΕΠ.
Κρίσιμος ο τουρισμός
Για την ελληνική οικονομία τα στοιχεία του α’ τριμήνου δεν είναι ενδεικτικά για την πορεία ολόκληρης της χρονιάς, ακριβώς λόγω της μεγάλης «εξάρτησης» του ΑΕΠ από την πορεία του τουρισμού. Πέρυσι, ο ρυθμός ανάπτυξης του ίδιου διαστήματος είχε υπολογιστεί στο 2,1% για το πραγματικό ΑΕΠ και στο 7,4% για το ονομαστικό (το τελευταίο λόγω υψηλού πληθωρισμού).
Σε απόλυτο αριθμό, το τριμηνιαίο ΑΕΠ είχε ανέλθει στα 44,5 δισ. ευρώ και ήταν η μικρότερη τριμηνιαία απόδοση για ολόκληρο το έτος. Για το φετινό πρώτο τρίμηνο προβλέπεται χαμηλότερος ρυθμός ανάπτυξης σε σχέση με πέρυσι από τους αναλυτές. Στην εβδομαδιαία έκθεση της Eurobank αναφέρεται ότι η μέση εκτίμηση της αγοράς (με βάση το περιοδικό Focus Economics) βγάζει ετήσια μεταβολή 1,7%. Αυτό το ποσοστό σαφώς υπολείπεται του ετήσιου στόχου ύψους 2,5% που έχει βάλει το υπουργείο Οικονομικών. Ωστόσο, από τους αναλυτές εκτιμάται ότι το φετινό δεύτερο εξάμηνο θα είναι πιο «δυνατό», κάτι που σημαίνει ότι ακόμη και αν επιβεβαιωθεί η εκτίμηση για ρυθμό ανάπτυξης κάτω του 2% στο πρώτο τρίμηνο ή εξάμηνο θα υπάρχουν τα περιθώρια «διόρθωσης» του τελικού ποσοστού μετά τον Ιούνιο. Απαραίτητη προϋπόθεση, βέβαια, για να συμβεί αυτό το σενάριο είναι να εξελιχθεί ομαλά η τουριστική σεζόν ώστε να καταγραφεί ακόμη ένα ιστορικό ρεκόρ εισπράξεων, να μην υπάρξουν οξύνσεις στο διεθνές περιβάλλον και φυσικά να αποφευχθούν νέες φυσικές καταστροφές που θα επηρεάσουν την οικονομική δραστηριότητα.
Αύξηση της απασχόλησης
Τα μέχρι τώρα δεδομένα αφήνουν το περιθώριο αντικρουόμενων συμπερασμάτων όσον αφορά την πορεία της οικονομικής δραστηριότητας κατά τη διάρκεια του α’ τριμήνου. Ο δείκτης της απασχόλησης, για παράδειγμα, έχει κινηθεί θετικά και αυτό μεταφράζεται σε περισσότερο εισόδημα, άρα και μεγαλύτερη κατνάλωση. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, καταγράφηκε αύξηση 1,6% στο α’ τρίμηνο από 1,2% στο δ’ τρίμηνο του 2023. Θετική επίδραση και από τις εξαγωγές των υπηρεσιών και κυρίως από τις τουριστικές εισπράξεις οι οποίες κατέγραψαν σημαντική αύξηση της τάξεως του 28,2% σε σχέση με το α’ τρίμηνο του 2023. Βέβαια, πρέπει να σημειωθεί ότι το εντυπωσιακό ποσοστό δεν μεταφράζεται και σε σημαντική ενίσχυση του ΑΕΠ καθώς τα μεγέθη του ΑΕΠ σε απόλυτες τιμές είναι πολύ μικρά κατά το πρώτο τρίμηνο. Στο αρνητικό σκέλος υπάρχει ο παράγοντας «εξαγωγές». Ακόμη κι αν εξαιρεθούν τα προϊόντα ενέργειας, είχαμε σημαντική μείωση εξαγωγών και διεύρυνση του ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, κάτι που «χτυπάει» απευθείας στο ΑΕΠ. Η μείωση στις εξαγωγές προϊόντων κινήθηκε στην περιοχή του 9%-10% με βάση τα μέχρι τώρα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος. Ανησυχία υπάρχει και για την κατανάλωση, καθώς και τα στοιχεία του όγκου λιανικών πωλήσεων και τα αντίστοιχα της χονδρικής αποτυπώνουν μειώσεις σε επίπεδο όγκου. Η κατανάλωση παραμένει το «Α και το Ω» για την πορεία του ΑΕΠ καθώς το μερίδιο παραμένει πάνω από το 70%.
Τα ακίνητα
Ο καθοριστικός παράγοντας θα είναι η μεταβολή των επενδύσεων. Για το σύνολο της χρονιάς το υπουργείο Οικονομικών έχει ποντάρει πολλά στην αύξησή τους, αλλά δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι τα υψηλά ποσοστά θα αποτυπωθούν στα στοιχεία του α’ τριμήνου. Στο α’ τρίμηνο έχει καταγραφεί σημαντική αύξηση στους δείκτες μέτρησης της οικοδομικής δραστηριότητας, αλλά μένει να αποτυπωθεί το κατά πόσο αυτό έχει μεταφραστεί και σε σημαντική αύξηση των επενδύσεων στα ακίνητα, είτε πρόκειται για κατοικίες είτε πρόκειται για άλλα κτίσματα. Νέες οικοδομές υπάρχουν αλλά αυτό που μετράει είναι το κατά πόσο η αξία των επενδύσεων που «κρύβουν» τα εργοτάξια είναι σημαντικά υψηλότερες ή όχι σε σχέση με πέρυσι. Επίσης, κρίσιμο στοιχείο που συχνά δεν λαμβάνεται υπόψη στις αναλύσεις είναι και ο παράγοντας «αποθέματα». Η μείωσή τους επηρεάζει καθοριστικά το ΑΕΠ όπως αποδείχτηκε και κατά τη διάρκεια της περσινής χρονιάς.
Επιρροή στο χρέος
Η μεταβολή του ΑΕΠ έχει -ειδικά από φέτος- ακόμη μεγαλύτερη βαρύτητα σε σχέση με προηγούμενες χρονιές. Επίτευξη των στόχων όσον αφορά την ανάπτυξη, εκτός από την επίπτωση στα φορολογικά έσοδα, επηρεάζει θετικά (ή αρνητικά) και την αναλογία του χρέους ως προς το ΑΕΠ. Η βιωσιμότητα του χρέους είναι το βασικό κριτήριο με βάση το οποίο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ορίζει τα «πλαφόν» στον ρυθμό αύξησης των δαπανών, ουσιαστικά καθορίζοντας τα δημοσιονομικά περιθώρια της κάθε χώρας. Φυσικά, οι παράμετροι που λαμβάνονται υπόψη δεν αλλάζουν με τις επιδόσεις ενός τριμήνου. Από την άλλη, όμως, η επίτευξη των προβλέψεων θα εκληφθεί θετικά και από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και από τις αγορές