Στη μέγγενη διπλής πρόσθετης φορολόγησης βρίσκονται χιλιάδες αυτοαπασχολούμενοι που δηλώνουν συνήθως ετήσια καθαρά κέρδη κάτω από 10.000 ευρώ και φορολογούνται φέτος, για τη χρήση του 2023, με τα νέα αντικειμενικά κριτήρια προσδιορισμού του φορολογητέου εισοδήματος, που προβλέπει ο ν. 5073/2023.
Εκτός του ότι επιβαρύνονται με επιπλέον φόρο εισοδήματος λόγω τεκμαρτού υπολογισμού των φορολογητέων καθαρών κερδών τους σε επίπεδα σημαντικά υψηλότερα αυτών που συνήθως δηλώνουν στην εφορία, πολλοί εξ αυτών επιβαρύνονται και με επιπρόσθετα ποσά φόρου λόγω του ότι δεν πρόλαβαν, μέχρι το τέλος του 2023, να καλύψουν το 30% του ετησίου φορολογητέου εισοδήματος με ηλεκτρονικές πληρωμές προσωπικών – καταναλωτικών δαπανών.
Η δεύτερη αυτή πρόσθετη και απρόσμενη χρέωση προκύπτει, δηλαδή, από την εφαρμογή των ήδη ισχυουσών εδώ και 4 χρόνια διατάξεων της παραγράφου 6 του άρθρου 15 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, που προβλέπουν την υποχρέωση κάλυψης του 30% του ετησίου πραγματικού φορολογητέου εισοδήματος κάθε φορολογούμενου με δαπάνες εξοφληθείσες μέσω ηλεκτρονικών μεθόδων πληρωμής (χρεωστικών, πιστωτικών ή προπληρωμένων καρτών κ.λπ.).
Κι αυτό διότι, σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 15 του ν. 5073/2023 (για την τεκμαρτή φορολόγηση των αυτοαπασχολουμένων), το προσδιοριζόμενο με βάση τα νέα αντικειμενικά κριτήρια φορολογητέο εισόδημα, εφόσον υπερβαίνει το δηλούμενο, λαμβάνεται υπόψη ως βάση για την επιβολή του 30% και τον προσδιορισμό του ετήσιου ποσού των καταναλωτικών δαπανών που πρέπει να έχει καλύψει ο αυτοαπασχολούμενος με ηλεκτρονικές πληρωμές (με πληρωμές μέσων καρτών).
Αυτή η διάταξη είχε ως συνέπεια να αυξηθεί ξαφνικά κατά σημαντικό ποσό το ύψος των καταναλωτικών δαπανών που θα έπρεπε εντός του 2023 να έχει πραγματοποιήσει κάθε ένας από τους φορολογούμενους αυτούς με ηλεκτρονικές πληρωμές, καθώς το ποσοστό 30% ορίστηκε να υπολογίζεται -κατά την εκκαθάριση των φετινών δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος- όχι επί του πολύ χαμηλού δηλωθέντος αλλά επί του πολύ πιο υψηλού αντικειμενικά προσδιορισθέντος εισοδήματος.
Έτσι, πολλοί αυτοαπασχολούμενοι που δεν πρόλαβαν να καλύψουν εντός του 2023 το υψηλότερο όριο τεκμαρτού εισοδήματος που προέκυψε ξαφνικά περί τα τέλη του έτους αυτού, όταν ψηφίστηκε ο ν. 5073/2023, θα κληθούν τώρα να πληρώσουν το «πέναλτι» του επιπλέον φόρου εισοδήματος 22% επί του ποσού που έμεινε ακάλυπτο.
Τα θύματα αυτής της διπλής υπερφορολόγησης είναι όσοι αυτοαπασχολούμενοι δηλώνουν ετησίως και αναμένεται να δηλώσουν και φέτος, βάσει των βιβλίων που τηρούν και των φορολογικών στοιχείων που έχουν εκδώσει και έχουν λάβει το 2023, ποσά ετησίων καθαρών κερδών κάτω από το επίπεδο των 10.000 ευρώ. Κι αυτό διότι κυρίως σ’ αυτούς τους αυτοαπασχολούμενους τα προσδιοριζόμενα τεκμαρτώς -με βάση το νέο σύστημα αντικειμενικών κριτηρίων- φορολογητέα εισοδήματα (καθαρά κέρδη) είναι μεγαλύτερα των δηλούμενων.
Παράδειγμα
Για να γίνει καλύτερα αντιληπτό το μέγεθος της πρόσθετης φορολογικής επιβάρυνσης που προκύπτει, παραθέτουμε το ακόλουθο παράδειγμα: Ελεύθερος επαγγελματίας με κατάστημα ηλεκτρικών, είχε πραγματοποιήσει έναρξη εργασιών το 1992 και για το 2022 δήλωσε καθαρά κέρδη 4.156 ευρώ.
Το ποσό των προσωπικών καταναλωτικών δαπανών που δήλωσε για την κάλυψη του 30% των ετησίων καθαρών κερδών των 4.156 ευρώ ανήλθε σε 1.246,80 ευρώ, ακριβώς στο 30% του δηλωθέντος εισοδήματος των 4.156 ευρώ (30% Χ 4.156 ευρώ). Ο εν λόγω φορολογούμενος πλήρωσε το 2023, για το 2022, φόρο εισοδήματος 374 ευρώ και τέλος επιτηδεύματος 650 ευρώ, ενώ δεν είχε καμία πρόσθετη επιβάρυνση με «πέναλτι» 22% λόγω μη κάλυψης του 30% του εισοδήματός του με ηλεκτρονικά εξοφληθείσες προσωπικές-καταναλωτικές δαπάνες.
Οι συνολικές του επιβαρύνσεις για το 2022 ανήλθαν σε 1.024 ευρώ. Με το νέο σύστημα φορολόγησης, το φορολογητέο εισόδημα του εν λόγω επαγγελματία για το 2023 προσδιορίζεται πλέον στα 14.534,52 ευρώ, έστω κι αν τα καθαρά κέρδη που προκύπτουν από τα βιβλία του βρίσκονται σχεδόν στα ίδια επίπεδα με τα 4.156 ευρώ του 2022. Ως εκ τούτου καλείται να καταβάλει φόρο εισοδήματος 1.897,59 ευρώ και τέλος επιτηδεύματος μειωμένο κατά 50% στα 325 ευρώ.
Επιπλέον, όμως, το 2023 πραγματοποίησε με ηλεκτρονικές πληρωμές ποσό προσωπικών – καταναλωτικών δαπανών που κάλυψε το 30% του συνήθως δηλούμενου εισοδήματός του, δηλαδή το ποσό των 1.246,80 ευρώ, κι όχι το σημαντικά μεγαλύτερο ποσό των 4.360,36 ευρώ που απαιτήθηκε εκ των υστέρων, τον Δεκέμβριο του 2023, εξαιτίας του γεγονότος ότι το 30% ορίστηκε να υπολογιστεί όχι επί του δηλούμενου αλλά επί του πολύ πιο υψηλού αντικειμενικά προσδιοριζόμενου εισοδήματος των 14.534,52 ευρώ (30% Χ 14.534,52 ευρώ = 4.360,36 ευρώ).
Ως εκ τούτου, ο εν λόγω φορολογούμενος επιβαρύνεται με δεύτερη έξτρα χρέωση φόρου εισοδήματος που αντιστοιχεί στο πέναλτι του 22% επί της μη καλυπτόμενης διαφοράς μεταξύ των 4.360,36 ευρώ και των 1.246,80 ευρώ. Η έξτρα αυτή χρέωση θα ανέλθει στο ποσό των 662,64 ευρώ (4.360,36 ευρώ – 1.246,80 ευρώ = 3.113,56 ευρώ Χ 22% = 684,98 ευρώ).
Συνολικά, δηλαδή, οι επιβαρύνσεις του συγκεκριμένου ελεύθερου επαγγελματία -από φόρο εισοδήματος, τέλος επιτηδεύματος και πέναλτι 22% λόγω μη κάλυψης του 30% του ετησίου φορολογητέου εισοδήματος με ηλεκτρονικές πληρωμές δαπανών- θα ανέλθουν φέτος (για το 2023) σε 2.907,57 ευρώ (1.897,59 ευρώ + 325 ευρώ + 684,98 ευρώ) και θα είναι αυξημένες κατά 1.883,57 ευρώ ή κατά 183,94%!