Εκπρόσωποι της εγχώριας λιανικής, της βιομηχανίας και συμβουλευτικών εταιρειών επισημαίνουν, μιλώντας στη «Ν», τους κινδύνους και τις προκλήσεις που μπορεί να συνοδεύσουν την επικείμενη εφαρμογή ενιαίου πλαισίου εναρμόνισης.
Εξορθολογισμός
Η πρόταση της Επιτροπής για αντικατάσταση της ισχύουσας οδηγίας με κανονισμό επιδιώκει τον εξορθολογισμό των υφιστάμενων διατάξεων μέσω της εισαγωγής μέγιστης προθεσμίας αποπληρωμής 30 ημερών για όλες τις εμπορικές συναλλαγές, συμπεριλαμβανομένων των B2B συναλλαγών, αλλά και αυτών μεταξύ δημόσιων αρχών και επιχειρήσεων.
Εξαίρεση ενδέχεται να αποτελέσουν τα φάρμακα, αλλά και τα μη αλλοιώσιμα γεωργικά προϊόντα και τρόφιμα, όπου το περιθώριο πληρωμών έχει ήδη θεσπιστεί στις 60 μέρες.
Η πρόταση αναμένεται να τεθεί στην ατζέντα του Συμβουλίου Ανταγωνιστικότητας της Ε.Ε. σε επίπεδο υπουργών Οικονομικών που έχει οριστεί για τις 24 Μαΐου.
Όπως αναφέρει μιλώντας στη «Ν» ο κ. Παναγιώτης Τσιώλης, εταίρος στο Τμήμα Χρηματοοικονομικών Συμβούλων, Εταιρικής, Στρατηγικής και Συναλλαγών της EY Ελλάδος:
Οι μέρες αποπληρωμής
«Αυτή η συζήτηση έχει ανοίξει από το 2000, αλλά έχει επανέλθει πλέον με μεγαλύτερη ένταση. Η πρόταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης κινείται σε σωστές βάσεις, καθώς παρατηρείται μια ανισότητα στη διαπραγματευτική ισχύ μεταξύ ενός μεγάλου πελάτη και ενός μικρότερου προμηθευτή (ΜμΕ) ως προς τις ημέρες αποπληρωμής.
Για τις ΜμΕ, όσο αυξάνονται οι μέρες αποπληρωμής δημιουργείται χρηματοοικονομικό κόστος και ένα κενό στο κεφάλαιο κίνησης, το οποίο είναι πιο δύσκολο και ακριβό για αυτές να το καλύψουν μέσω του τραπεζικού συστήματος.
Είναι ενδεικτικό ότι 25% των πτωχεύσεων οφείλεται στη μη έγκαιρη εξόφληση τιμολογίων. Εάν εφαρμοστεί ο προτεινόμενος κανονισμός θα δημιουργηθεί μεγαλύτερη προβλεψιμότητα ταμειακών ροών και budgeting, θα μειωθεί το χρηματοοικονομικό κόστος και θα καταστήσει πιο βιώσιμες τις ΜμΕ.
Επιπλέον για το σύνολο της αγοράς δημιουργείται ένα πλαίσιο διαφάνειας σε όλες τις συναλλαγές.
Ειδικά σε επίπεδο Δημοσίου, όπου οι αποκλίσεις στις αποπληρωμές είναι μεγάλες, ένας τέτοιος κανονισμός θα έχει όφελος στην αγορά».
Ωστόσο, όπως επισημαίνει ο κ. Τσιώλης, «μια νομοθεσία δεν μπορεί να τα προβλέψει όλα.
Πρέπει να υπάρξουν και μελέτες για τις πιθανές επιπτώσεις, στρεβλώσεις και προκλήσεις σε επίπεδο επιχειρήσεων και κλάδων.
Πολλοί προμηθευτές μπορεί να αξιολογούν θετικά τον προωθούμενο κανονισμό. Στην πραγματικότητα, όμως, η αξιολόγηση δεν είναι απλή, καθώς η μείωση του χρόνου πίστωσης εμπεριέχει τον κίνδυνο αποκλεισμού τους από την αγορά».
Όπως εξηγεί ο ίδιος, «για τα βραδυκίνητα προϊόντα ένα σούπερ μάρκετ αυξάνει τις μέρες αποπληρωμής γιατί είναι ένα φυσικό hedging, στη λογική “θα το πουλήσω πιο αργά, άρα πρέπει να υπάρξει συμμετοχή του προμηθευτή στην αντιστάθμιση κινδύνου”.
Ενδεχόμενη μείωση των πιστώσεων θα οδηγήσει τις αλυσίδες να κινηθούν πιο συντηρητικά σε ό,τι αφορά τα αποθέματα, δεδομένου ότι το μεγάλο στοκ αυξάνει το κόστος, ενώ ταυτόχρονα δύνανται να προχωρήσουν σε μείωση του κωδικολογίου στο ράφι, βγάζοντας εκτός μη δημοφιλείς κωδικούς».
Οι εναλλακτικές για να θωρακιστούν τα περιθώρια κέρδους των αλυσίδων είναι να ζητηθούν υψηλότερες παροχές, μεγαλύτερο rebate στις ετήσιες συμφωνίες με συμπίεση τιμών προμηθευτών.
Σε ό,τι αφορά τους κλάδους παροχής υπηρεσιών, υπάρχει επιπλέον δυσκολία, καθώς οι παροχές είναι άυλες και δεν είναι πάντα σαφές το όριο ολοκλήρωσης του έργου.
Νέα δεδομένα
«Συνολικά θα δημιουργήσει νέα δεδομένα στην αγορά και δεν είναι εύκολο να προβλέψει κανείς τις επιπτώσεις. Ειδικά στην Ελλάδα υπάρχει μια ιδιαιτερότητα, η οποία αφορά την δεκαετή ύφεση που άλλαξε τον τρόπο που λειτουργεί η αγορά. Παρόλο που έχει αποκατασταθεί η κατάσταση στο τραπεζικό σύστημα, η πλειονότητα των ελληνικών επιχειρήσεων παραμένει εκτός πρόσβασης σε αυτό, ενώ δεν “απολαμβάνει” τα ίδια εργαλεία χρηματοοικονομικής στήριξης σε σχέση με άλλες ώριμες ευρωπαϊκές αγορές. Στην Ελλάδα θα πρέπει να υπάρξει ένας επιπλέον μηχανισμός στήριξης της αγοράς» επισημαίνει ο κ. Τσιώλης.
Ένας ακόμα σημαντικός κίνδυνος που δύναται να ακολουθήσει το «πλαφόν» στις μέρες αποπληρωμής αφορά ενδεχόμενη «στροφή» επιχειρήσεων εκτός Ε.Ε., δεδομένης της μεγαλύτερης ευελιξίας σε όρους πληρωμής των προμηθειών.
«Πρέπει να θωρακιστεί η ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων έναντι τρίτων αγορών, όπως π.χ. της Κίνας, που μπορούν να αξιοποιήσουν την “ευκαιρία” που θα δημιουργηθεί για να επιτύχουν μεγαλύτερη διείσδυση στην ευρωπαϊκή αγορά, έχοντας μεγαλύτερη ευελιξία στις πιστώσεις.
Επίσης, δεδομένου ότι η επιχειρηματικότητα είναι πιο γρήγορη και ευέλικτη από τη νομοθεσία, υπάρχει και ενδεχόμενο οι επιχειρήσεις να σκεφτούν πρακτικές ανάπτυξης τριγωνικών πωλήσεων ή δημιουργία θυγατρικής σε χώρα εκτός Ε.Ε.» σημειώνει ο ίδιος.
Η αγορά εκφράζει επίσης προβληματισμό και σε ό,τι αφορά την εποπτεία του κανονισμού στο κατά πόσο το «παρατηρητήριο πληρωμών» θα δρα σε εθνικό ή κοινοτικό επίπεδο και πώς θα διασφαλίζεται η πρόσβαση στα στοιχεία κάθε εταιρείας.
Μέχρι στιγμής, 22 εκ των 27 κρατών-μελών προτείνουν να μην είναι τόσο αυστηρό το χρονικό πλαίσιο και αντί για 30 μέρες το όριο να είναι 60. Επίσης, 7 από τις 27 χώρες προτείνουν η επιβολή προθεσμίας πληρωμών να εξεταστεί ανά προϊοντική κατηγορία και ανά είδος υπηρεσίας.