Μία «τέλεια καταιγίδα» χτύπησε τις ελληνικές εξαγωγές, αναδεικνύοντας παράλληλα την ανθεκτικότητά τους, αλλά και τους κλάδους που «αντιστάθηκαν» μέσα σε ένα δυσμενές περιβάλλον.
Όπως προκύπτει από την ανάλυση «Τάσεις του Επιχειρείν: Εξαγωγές (1ο τρίμηνο 2024)» της Διεύθυνσης Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας, οι ελληνικές εξαγωγές κατέγραψαν πτώση της τάξης του 9% ετησίως (σε αποπληθωρισμένους όρους) το τρίμηνο Νοέμβριος 2023-Ιανουάριος 2024, εν μέσω μιας «τέλειας καταιγίδας» επιπτώσεων:
- της κλιματικής αλλαγής
- των γεωπολιτικών αναταραχών και
- της αναιμικής διεθνούς ζήτησης.
Συγκεκριμένα, σχεδόν το ήμισυ της πτώσης είναι αποτέλεσμα των απωλειών στις εξαγωγές ελαιόλαδου και βαμβακιού, όπου η κλιματική αλλαγή έπληξε την παραγωγή βαμβακιού (-47%) και επέτεινε τα χαμηλά του ελαιοκομικού κύκλου (24% χαμηλότερα από μια μέση «κακή σοδειά»).
Οι δυσμενείς συνθήκες
Ωστόσο, ακόμα και εξαιρώντας τα δύο αυτά προϊόντα, οι ελληνικές εξαγωγές παραμένουν σε αρνητικό έδαφος το τελευταίο τρίμηνο (-5%, σε αποπληθωρισμένους όρους), καθώς:
- Η κρίση στη Μέση Ανατολή (π.χ. τα προβλήματα διέλευσης στη διώρυγα του Σουέζ) δυσχεραίνει (i) την πρόσβαση των προϊόντων μας στις αγορές και (ii) των επιχειρήσεων μας σε πρώτες ύλες, αλλά και (iii) το διαμετακομιστικό ρόλο της χώρας.
- Οι αναιμικές συνθήκες ζήτησης σε Δυτική Ευρώπη και Βαλκάνια (οι οποίες καλύπτουν τα ⅔ των ελληνικών εξαγωγών) οδήγησαν σε πτώση των ελληνικών εξαγωγών στην εν λόγω περιοχή κατά 8% το τελευταίο τρίμηνο. Σημειώνεται ότι οι υπόλοιπες αγορές καταγράφουν μεικτές τάσεις, με αθροιστική επίδοση της τάξης του +1%.
Σε αυτό το περιβάλλον, όπως επισημαίνεται στην ανάλυση της ΕΤΕ, οι εξαγωγές (εκτός ελαιόλαδου και βαμβακιού) παρέμειναν σε αρνητικό έδαφος για δύο διαδοχικά τρίμηνα (Αύγουστος 2023 – Ιανουάριος 2024). Έτσι, το τελευταίο εξάμηνο απώλεσαν το 9% της ανόδου που πέτυχαν τη δυναμική περίοδο 2020-2023Η1, κατά την οποία τα ελληνικά προϊόντα αύξησαν το μερίδιο τους στις ευρωπαϊκές εξαγωγές κατά ¼ (σε 0,52% από 0,43% το 2019).
Οι γραμμές «άμυνας»
Ωστόσο, εμβαθύνοντας στα δεδομένα διαπιστώνεται ότι, παρά την πτώση, οι ελληνικές εξαγωγές συνεχίζουν να επιδεικνύουν ανθεκτικότητα, καθώς:
- Οι απώλειες του τελευταίου εξαμήνου ήταν μικρότερες από τη μέση αύξηση των εξαμήνων της δυναμικής περιόδου των 3,5 ετών (0,6 δισ. ευρώ έναντι 1 δισ.).
- Τα ελληνικά προϊόντα διατήρησαν αλώβητο το αυξημένο μερίδιο που πέτυχαν στην εν λόγω περίοδο.
Οι κλάδοι που ξεχωρίζουν
Σε ό,τι αφορά την εικόνα ανά κλάδο, υπάρχει διαφοροποίηση καθώς ξεχωρίζουν τρεις διακριτές κατηγορίες:
Ως ανθεκτικοί κλάδοι χαρακτηρίζονται τα τρόφιμα και το ξύλο (καλύπτοντας αθροιστικά το 30% των εξαγωγών), καθώς είναι οι μόνοι θετικοί στο τελευταίο τρίμηνο (+4% και +13%, αντίστοιχα), συνεχίζοντας την ανοδική πορεία που προηγήθηκε κατά τη δυναμική περίοδο 2020-2023Η1 (+23% και +94%, αντίστοιχα).
Ως αδύναμος κλάδος χαρακτηρίζεται η ένδυση (καλύπτοντας το 3% των εξαγωγών) που βρίσκεται υπό συνεχή πίεση σε όλη τη περίοδο αναφοράς (2020-2023), ενώ παράλληλα κατέγραψε την εντονότερη πτώση στο τελευταίο τρίμηνο (-38%). Υπό αυτές τις συνθήκες, ο κλάδος έχει απωλέσει το 1/3 της εξαγωγικής του δύναμης έναντι του 2019 (-0,5 δισ. ευρώ).
Οι υπόλοιποι κλάδοι (δηλαδή, τα λοιπά 2/3 των εξαγωγών) δέχθηκαν συγκριτικά μικρότερη πίεση στο τελευταίο τρίμηνο (σε εύρος -1% με -8% σε αποπληθωρισμένους όρους), και έτσι, παρά τη σωρευτική πίεση του τελευταίου εξαμήνου, κατάφεραν να διατηρήσουν μεγάλο μέρος των κερδών της προηγούμενης περιόδου. Ως αρνητική εξαίρεση ξεχωρίζουν τα υφάσματα, τα οποία στο τελευταίο εξάμηνο πίεσης έχασαν το 60% των κερδών της εν λόγω περιόδου.
Εκτιμήσεις για επιτάχυνση των εξαγωγών
Όσον αφορά τις προοπτικές του τρέχοντος έτους, οι αναλυτές της Εθνικής Τράπεζας εκτιμούν ότι οι εξαγωγές θα επιταχύνουν σταδιακά, και παρά το δύσκολο ξεκίνημα θα προσεγγίσουν έως το τέλος του έτους τη μεσοπρόθεσμη τάση ανάπτυξης (της τάξης του 5%), επιτυγχάνοντας έτσι ετήσια επίδοση της τάξης του 3%. Η εκτίμηση αυτή, σύμφωνα με τη μελέτη, στηρίζεται στη βελτίωση των προσδοκιών ανάπτυξης του διεθνούς εμπορίου και της ευρωπαϊκής οικονομίας, σε συνδυασμό με τη σταδιακή εξασθένιση των αρνητικών επιπτώσεων της χαμηλής περσινής παραγωγής σε ελαιόλαδο και βαμβάκι. Συνεπής με αυτή την εκτίμηση, όπως τονίζεται είναι η επάνοδος των ελληνικών εξαγωγών σε θετικό έδαφος τον Φεβρουάριο καθώς και η ανοδική πορεία των εξαγωγικών παραγγελιών για το μήνα Μάρτιο.