Η Ελλάδα βρίσκεται στη χειρότερη θέση μεταξύ των 27 χωρών μελών της ΕΕ σε μια αρνητική για τους νέους ανθρώπους, κατάταξη: Η χώρα μας έχει τη μεγαλύτερη αναντιστοιχία μεταξύ της εκπαιδευτικής κατάρτισης και του είδους της απασχόλησης των νέων εργαζομένων, ηλικίας 20 έως 34 ετών.
Σχεδόν τέσσερις στους 10 Ελληνες (38%) αυτής της ηλικίας, εργάζονται σε χαμηλότερου επιπέδου επαγγέλματα από αυτό που θα μπορούσαν να επιδιώξουν με βάση το μορφωτικό τους επίπεδο, σύμφωνα με την ανάλυση της ισπανικής δεξαμενής σκέψης Funcas, με βάση τα στοιχεία της Eurostat.
Στην προτελευταία θέση της κατάταξης βρίσκεται η Ισπανία με 37% αναντιστοιχία εκπαιδευτικής κατάρτισης και μορφής απασχόλησης, ενώ ο μέσος όρος είναι στο 22%, στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
«Αυτό το αρνητικό φαινόμενο αντικατοπτρίζει τον τρόπο με τον οποίο οι δύο χώρες –Ελλάδα και Ισπανία-με τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας στη Γηραιά Ήπειρο σπαταλούν το ταλέντο των νέων ανθρώπων, εδραιώνουν την ανεργία τους και κρατούν μια σημαντική μερίδα των εργαζομένων κάτω από την δυνητική παραγωγική τους ικανότητα», αναφέρει η μελέτη της «Funcas», που υπογράφεται από τους οικονομολόγους Ρέιμοντ Τόρες και Μαρία Χεζούς Φερνάντες.
Αρνητικός αντίκτυπος
Το φαινόμενο αυτό «έχει αρνητικό αντίκτυπο στην απασχολησιμότητα ενός σημαντικού μέρους των νέων ανθρώπων που αναζητούν εργασία και, ως εκ τούτου, στο δομικό ποσοστό ανεργίας, καθώς και στην παραγωγικότητα και την παραγωγική εξειδίκευση της οικονομίας σε δραστηριότητες χαμηλότερης ειδίκευσης», τονίζουν οι δύο οικονομολόγοι .
Αυτές οι ανισορροπίες επηρεάζουν τους νέους εργαζόμενους σε μεγαλύτερο βαθμό, αν και υπάρχουν καθοριστικοί παράγοντες όπως το φύλο ή η ηλικία που έχουν επίσης αντίκτυπο. Οι νέοι Ισπανοί και Ελληνες επηρεάζονται περισσότερο.
Αν και η ανεργία των νέων έχει υποχωρήσει με βάση τα τελευταία στοιχεία που δημοσίευσε πέρυσι τον Σεπτέμβριο η Eurostat στο 19,4%- μειωμένη σχεδόν κατά 44% σε σχέση με πριν από ενάμιση χρόνο, όταν είχε ανέλθει σε 34,2%- το πρόβλημα του περιεχομένου της εργασίας τους παραμένει, σύμφωνα με την Funcas. «Αν και πολλοί από τους νέους που δεν εργάζονται σπουδάζουν, άλλοι είναι άνεργοι , η ανεργία των νέων είναι ένα επίμονο πρόβλημα που επηρεάζει την οικονομία και την κοινωνία εδώ και δεκαετίες», επισημαίνουν.
Σύνδεση εκπαίδευσης -οικονομίας
«Η εμπειρία δείχνει ότι η σύνδεση μεταξύ του εκπαιδευτικού συστήματος και της οικονομίας, για να είναι επιτυχής, πρέπει επίσης να ενσωματωθεί στο ίδιο το σύστημα σχεδιασμού του παιδαγωγικού προγράμματος σπουδών», εξηγούν και τονίζουν την ανάγκη «προσφυγής στις πραγματικές ανάγκες που εντοπίζουν εταιρείες, επιχειρήσεις ή εμπορικά επιμελητήρια .
Ένα παράδειγμα δίνει ο ειδικός αναλυτής Στράτος Στρατηγάκης, σε προηγούμενο άρθρο του στη «Ναυτεμπορική»: Το 2020, τελευταία χρονιά με διαθέσιμα στοιχεία από την ΕΛΣΤΑΤ αποφοίτησαν από τα τμήματα Θεολογίας όλης της χώρας 497 πτυχιούχοι. Να σημειώσουμε ότι πέντε χρόνια πριν, το 2015, είχαν εισαχθεί 780 φοιτητές στα τμήματα Θεολογίας. Το ποσοστό αποφοίτησης είναι 63,71%. Τι θα κάνουν, όμως, όλοι αυτοί οι πτυχιούχοι επαγγελματικά; Ελάχιστοι είναι αυτοί που θα βρουν εργασία πάνω στο αντικείμενο που σπούδασαν. Κάποιοι θα αναγκαστούν, μέσω ενός μεταπτυχιακού, να κάνουν στροφή σε κάποιο άλλο πεδίο, ώστε να ελπίζουν σε εργασία. Κάποιοι άλλοι θα στραφούν σε κάποια οικογενειακή επιχείρηση, αν υπάρχει, που θα μπορούσε να τους δώσει διέξοδο. Κάποιοι άλλοι θα κάνουν οτιδήποτε άλλο προκειμένου να έχουν ένα εισόδημα».
Brain drain
Η μεγάλη διαφορά ανάμεσα στα προσόντα και στο είδος της απασχόλησης που βρίσκουν πολλοί νέοι επιστήμονες στην Ελλάδα, εξηγεί και το brain drain, που μαστίζει τη νέα γενιά. «Οι νέοι μας φεύγουν μαζικά και πηγαίνουν να ζήσουν και να εργαστούν σε άλλες χώρες. Πολλά λέγονται για την προσπάθεια επαναπατρισμού τους το brain gain. Φυσικά τα λόγια είναι εύκολα, οι πράξεις δύσκολες», όπως λέει ο Στράτος Στρατηγάκης. «Οι πτυχιούχοι που θέλουν να εργαστούν στο εξωτερικό και μπορούν έχουν, δηλαδή, ένα πτυχίο που τους βοηθά να εργαστούν στο εξωτερικό, φεύγουν, διότι όπως λένε οι συνθήκες εργασίας είναι καλύτερες, ο μισθός πολύ καλύτερος και υπάρχει περισσότερη αξιοκρατία από τη χώρα μας», προσθέτει.
Το πρόβλημα έχει δύο σκέλη: το είδος των θέσεων που απαιτεί η οικονομία μας και το είδος των πτυχιούχων ελληνικών Πανεπιστημίων, που δεν έχει φύγει στο εξωτερικό. Το κοινό μας με την Ισπανία είναι η μεγάλη ανάπτυξη του τουρισμού. Η διαφορά μας είναι ότι η Ισπανία έχει και βιομηχανία, δεν είναι μονοκαλλιέργεια ο τουρισμός όπως στη χώρα μας. Οι θέσεις εργασίας που δημιουργεί ο τουρισμός, είναι στην μεγάλη τους πλειοψηφία, χαμηλών δεξιοτήτων. Συνεπώς οι καλές δουλειές για πτυχιούχους που υπάρχουν στην οικονομία μας είναι λίγες.