Αναβρασμός επικρατεί στην κτηματαγορά με αφορμή τη συζήτηση και την έντονη αντιπαράθεση που έχει ξεσπάσει σχετικά με το θέμα του ύψους των νέων κτιρίων κατ΄ εφαρμογή του Νέου Οικοδομικού Κανονισμού (ΝΟΚ).
Το ασκό του Αιόλου άνοιξαν δύο πρόσφατες αποφάσεις του Ε’ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) έπειτα από προσφυγές κατοίκων του Δήμου Αλίμου. Κρίθηκε ότι είναι αντισυνταγματικά ως καταχρηστικά τα επιπλέον τετραγωνικά μέτρα, το αυξημένο ύψος και ο μεγαλύτερος όγκος των νέων κατασκευών στην Αττική αλλά και την υπόλοιπη επικράτεια.
Η υπόθεση θα κριθεί εν τέλει από την Ολομέλεια του ΣτΕ με τον αρμόδιο φορέα, το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) να έχει καταθέσει στο δικαστήριο αναλυτικά υπομνήματα για την σκοπιμότητα των εν λόγω διατάξεων και την ενεργειακή και περιβαλλοντική ένταξη στο δομημένο περιβάλλον των κτιρίων που προβλέπει ο ΝΟΚ, ενώ παράλληλα έχει επικοινωνήσει τις διεθνείς πρακτικές και τα νέα δεδομένα που επικρατούν στους κανόνες της πολεοδομικής επιστήμης και πρακτικής.
Το ΥΠΕΝ δεν προτίθεται να αναλάβει καμία σχετική νομοθετική πρωτοβουλία πριν την απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ και έχει διευκρινίσει ότι εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι διατάξεις του ΝΟΚ, ως ισχύουν και αυτό παρά τις εντολές που έχουν δώσει ορισμένοι δήμαρχοι στις πολεοδομίας να σταματήσουν να εκδίδουν άδειες οικοδομής όταν γίνεται χρήση των κινήτρων που προβλέπουν αυξημένα ύψη στις κατασκευές.
Μάλιστα, το ΥΠΕΝ αναφέρθηκε με αυστηρό ύφος στους αιρετούς εκπροσώπους των τοπικών κοινωνιών προτρέποντάς τους «να μην κινδυνολογούν και να μην προβαίνουν σε αυθαίρετες αποφάσεις που πλήττουν εν τέλει το αναφαίρετο συνταγματικό δικαίωμα της ιδιοκτησίας».
Τις συνέπειες από την ασάφεια που έχει δημιουργηθεί, καθώς ολοένα και περισσότεροι δήμαρχοι (κυρίως βορείων και νοτίων προαστίων) υιοθετούν τη λογική της αντίδρασης απέναντι στο ΝΟΚ, υφίσταται ένα μεγάλο τμήμα του κλάδου περί τα ακίνητα, όπως είναι οι μεσίτες και οι κατασκευαστές πολυκατοικιών, αλλά και οι ίδιοι οι ιδιοκτήτες ακίνητης περιουσίας και κυρίως αυτοί που βρίσκονται στη φάση της αδειοδότησης υπολογίζοντας ότι θα έχουν συγκεκριμένα τετραγωνικά μέτρα στη διάθεσή τους.
Το πρόβλημα γίνεται συνθετότερο σε περιπτώσεις εκκρεμών συμβάσεων, όπως εργολαβικά προσύμφωνα αντιπαροχής ή δανειακές συμβάσεις με εμπράγματες εξασφαλίσεις σε υπό ανέγερση κατασκευές οι οποίες πιθανότατα να ανατραπούν αν κριθούν εν τέλει αντισυνταγματικές από την Ολομέλεια οι επίμαχες διατάξεις του ΝΟΚ.
Στην παρούσα φάση στο μεταξύ αμφισβητείται ακόμα και το κατά πόσο το ΣτΕ είναι αρμόδιο να αποφασίσει για το θέμα.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος (ΤΕΕ) Γιώργο Στασινό «το αν η αύξηση του ύψους κάποιων οικοδομών είναι ή όχι ωφέλιμη συγκριτικά με τα όσα κερδίζει η Πολιτεία και οι κάτοικοι σε μια περιοχή από τα κίνητρα του ΝΟΚ δεν αποτελεί νομικό αλλά τεχνικό θέμα και το ΣτΕ δεν έχει αρμοδιότητα να κρίνει επιστημονικά ζητήματα».
Ο κ. Στασινός προχώρησε σε μια πολύ αιχμηρή, αλλά και εμπεριστατωμένη ανάλυση του θέματος, σημειώνοντας χαρακτηριστικά πως «είναι ώρα να πούμε αλήθειες: κανείς από όσους φωνασκούν τελευταία για τα ύψη κτιρίων δεν νοιάζεται για το περιβάλλον.
Νοιάζονται απλά να εξυπηρετήσουν ατομικά ή συλλογικά συμφέροντα. Κάποιοι για να μη κτιστούν δίπλα τους άλλα κτίρια, κάποια ρετιρέ για να μη χάσουν τη θέα τους, κάποιοι για να αυξήσουν την αξία της υφιστάμενης περιουσίας τους, κάποιοι απλά για να εξυπηρετήσουν μικροπολιτικά συμφέροντα. Δεν μπορούν αυτά να αποτελούν κριτήριο δημόσιων πολιτικών».
Στον κ. Στασινό απάντησε με δήλωσή του, ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων (ΚΕΔΕ) Λάζαρος Κυρίζογλου λέγοντας ότι η ανακοίνωση του προέδρου του ΤΕΕ περιέχει «πολλές και αδικαιολόγητες προσβλητικές αναφορές αλλά και μια πρωτοφανή και απρόκλητη επίθεση σε βάρος δημάρχων, οι οποίοι υπερασπίζονται το συνταγματικό τους δικαίωμα να προστατεύσουν τη φυσιογνωμία των πόλεων και την ποιότητα ζωής των συμπολιτών τους».
Επίσης το ΤΕΕ διά του προέδρου του απέστειλε εξώδικη δήλωση – πρόσκληση – διαμαρτυρία προς τους Δήμους Βάρης – Βούλας – Βουλιαγμένης και Αλίμου με την οποία τους ζητά, για λόγους ασφάλειας δικαίου καθώς και πρόδηλης εξυπηρέτησης του δημοσίου συμφέροντος, να προβούν άμεσα στην ανάκληση των αποφάσεων που έχουν λάβει περί αναστολής των οικοδομικών αδειών στην χωρική περιφέρεια των Δήμων τους, «επιφυλασσόμενοι άλλως για το σύνολο των εννόμων συνεπειών σας».
Το ΤΕΕ κοινοποιεί το εξώδικο και προς τον Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής προκειμένου να προβεί στην ακύρωση των αποφάσεων, στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων του και ειδικότερα του ελέγχου νομιμότητας των πράξεων των ΟΤΑ.
Ζητά να ακυρωθούν αποφάσεις με τις οποίες οι δήμαρχοι των περιοχών ζητούν από τις Υπηρεσίες Δόμησης να επιβάλλουν στους μηχανικούς την κατάθεση επιπλέον δικαιολογητικών που δεν προβλέπει ο νόμος και εντέλλουν τους αρμόδιους υπαλλήλους να μην εκδίδουν άδειες δόμησης που περιλαμβάνουν χρήση των κινήτρων του ΝΟΚ.
Τονίζεται ότι «ουδεμία αρμοδιότητα έχει ο Δήμαρχος, αλλά και εν γένει τα όργανα των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης Α’ βαθμού, να εκδίδουν αποφάσεις περί αναστολής των οικοδομικών αδειών στην χωρική αρμοδιότητα του Δήμου τους», επομένως κάθε τέτοια απόφαση αναστολής έχει εκδοθεί από αναρμόδιο όργανο και οι αποφάσεις χαρακτηρίζονται ακυρωτέες ως μη νόμιμες, για λόγους ασφάλειας δικαίου.
Το Επιμελητήριο επισημαίνει ακόμη ότι το ζήτημα της συνταγματικότητας των άρθρων του ΝΟΚ, δυνάμει των οποίων χορηγούνται κίνητρα προσαύξησης του επιτρεπόμενου ύψους κτιρίων, έχει παραπεμφθεί (αρ.απ. 310/2024 του Ε Τμήματος) για κρίση ενώπιον της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, όπου και εκκρεμεί.
Σύμφωνα με τον κ. Στασινό «τα κίνητρα του Νέου Οικοδομικού Κανονισμού για μείωση της κάλυψης στα νέα κτίρια, την αύξηση της ενεργειακής αποδοτικότητας και τη βελτίωση του αστικού περιβάλλοντος είναι σύμφωνα με τις βέλτιστες διαθέσιμες πρακτικές σε διεθνές επίπεδο, απολύτως απαραίτητα για να συμβάλλουν στην επίτευξη των κλιματικών στόχων της χώρας και αναγκαία για μια καλύτερη ποιότητα ζωής των πολιτών σε ανθεκτικές πόλεις. Κάθε συζήτηση για περιορισμό ή κατάργησή τους υποθηκεύει το μέλλον της χώρας και των παιδιών μας και βλάπτει τις ζωές των πολιτών και το περιβάλλον. Είναι μάλιστα εξόχως αντιεπιστημονικό και βαθιά συντηρητικό να υποστηρίζεται ότι δήθεν υποβαθμίζεται η ζωή των πολιτών ή το αστικό περιβάλλον από τυχόν αύξηση του ύψους των κτιρίων, χωρίς μάλιστα να εξετάζονται καθόλου τα οφέλη από τα κίνητρα. Από εκεί και πέρα, για όποιες τυχόν μεμονωμένες περιπτώσεις παρατηρούνται υπερβολές, όσον αφορά συγκεκριμένα ζητήματα συνδυασμού διατάξεων που δεν ήταν στην πρόθεση του νομοθέτη και σωρευτικής εφαρμογής στο πολεοδομικό μέγεθος του ύψους – και μόνο, η κυβέρνηση πρέπει να παρέμβει και να ξεκαθαρίσει το τοπίο. Μόνο για τις υπερβολές όμως, για μεμονωμένες περιπτώσεις, καθώς μόνο τέτοιες υπάρχουν, που οδηγούν σε πολύ υψηλότερα κτίρια από αυτά που συνήθως κατασκευάζονται ακόμα και σήμερα με τον ΝΟΚ».