Μπορεί για το 2023 ο Economist να μας ανακήρυξε «οικονομία της χρονιάς», μπορεί στο μέτωπο της διευκόλυνσης του επιχειρείν η ερευνητική του μονάδα, EIU, να «βλέπει» ότι η χώρα μας θα εμφανίσει τη μεγαλύτερη βελτίωση από κάθε άλλη την επόμενη 5ετία, αλλά οι προκλήσεις – εσωτερικές και εξωτερικές – επιμένουν.
Σε ένα περιβάλλον με διαρκείς γεωπολιτικές εντάσεις, με την Ευρωζώνη παγιδευμένη σε στασιμότητα και την εποχή του φθηνού χρήματος να έχει τελειώσει, οι ανατροπές και τα εμπόδια είναι πολλά. Για όλα αυτά μίλησε στη Ναυτεμπορική η Σπυριδούλα Τζίμα, αντιπρόεδρος του οίκου DBRS, αρμόδια για τις πιστοληπτικές αξιολογήσεις κρατών.
Οι εξωτερικές προκλήσεις
«Η ελληνική οικονομία αναμένεται να αναπτυχθεί με ρυθμό 2% το 2024, ωστόσο το εξωτερικό μακροοικονομικό περιβάλλον παραμένει γεμάτο προκλήσεις. Η ελληνική οικονομία στηρίζεται από τις επενδύσεις που χρηματοδοτούνται μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Οι προκλήσεις για την Ελλάδα συνδέονται με το περιβάλλον των πολύ υψηλών επιτοκίων, που συμπιέζει το εισόδημα των νοικοκυριών και επηρεάζει τη δραστηριότητα των επιχειρήσεων και την πιθανή κλιμάκωση των γεωπολιτικών εντάσεων, που θα μπορούσε να οδηγήσει σε άνοδο τις τιμές των εμπορευμάτων» σημείωσε η κ. Τζίμα σε ερώτηση για τι περιμένει ο οίκος από την ελληνική οικονομία φέτος.
Ο μεγάλος κλιματικός κίνδυνος
Υπογράμμισε, όμως, ακόμη έναν κίνδυνο, που γίνεται ολοένα και πιο απειλητικός τα τελευταία χρόνια και αυτός δεν είναι άλλος από την κλιματική κρίση, η οποία δείχνει τα δόντια της με φαινόμενα όπως τεράστιες δασικές πυρκαγιές και καταστροφικές πλημμύρες. «Γεγονότα που συνδέονται με ακραία κλιματικά φαινόμενα, παρόμοια με αυτά που είδαμε τα τελευταία χρόνια, θα μπορούσαν να αυξήσουν το δημοσιονομικό κόστος» εξήγησε.
Στοιχεία του meteo άλλωστε αποκαλύπτουν ότι συνθήκες ξηρασίας επικρατούν σήμερα στο μεγαλύτερο μέρος της ανατολικής ηπειρωτικής Ελλάδας την ώρα που τα ρεκόρ υψηλών θερμοκρασιών το πρώτο τρίμηνο του 2024 συνεχώς καταρρίπτονται και οι βροχοπτώσεις όλο και λιγοστεύουν. Οι ειδικοί εκπέμπουν SOS για ξηρασία και λειψυδρία στη χώρα.
Οι προϋποθέσεις για περαιτέρω αναβαθμίσεις
Η Ελλάδα έχει ανακτήσει πλέον την επενδυτική βαθμίδα, γεγονός που αποτυπώθηκε και στην πορεία των ελληνικών ομολόγων. Έχοντας βγει από τα «σκουπίδια», όπου την είχαν ρίξει οι αλλεπάλληλες κρίσεις για 13 χρόνια, περιμένει τώρα με περισσότερη αισιοδοξία τις ετυμηγορίες των οίκων αξιολόγησης. Μπορεί όμως να περιμένει περαιτέρω αναβαθμίσεις;
Η αντιπρόεδρος της DBRS εξήγησε στη «Ν» πως η δέσμευση σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν τις επενδύσεις, βελτιώνουν τις μακροπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης και περιορίζουν το επενδυτικό κενό ανάμεσα στην Ελλάδα και την Ευρωζώνη θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε περαιτέρω αναβάθμιση του αξιόχρεου της χώρας.
Απαιτείται επίσης, όπως αναφέρει, σταθερή δέσμευση σε δημοσιονομική υπευθυνότητα, με στόχο τη διαρκή μείωση του δημοσίου χρέους.
«Παρά τις πρόσφατες βελτιώσεις, πρέπει να επισημάνουμε ότι τις πιστοληπτικές αξιολογήσεις
φρενάρει η οικονομική κληρονομιά της παρατεταμένης ελληνικής κρίσης και ειδικά το πολύ υψηλό ποσοστό χρέους, το αξιοσημείωτο επίπεδο των κόκκινων δανείων και το ακόμη υψηλό ποσοστό ανεργίας» υπογραμμίζει η κ. Τζίμα.
«Περαιτέρω βελτιώσεις σε αυτούς τους τομείς θα περιόριζαν τις αδυναμίες και θα ενίσχυαν το πιστωτικό προφίλ της Ελλάδας», καταλήγει.