Συνολική βελτίωση παρουσίασε ο τομέας μεταποίησης στη χώρα, η οποία υποστηρίχθηκε από την ενισχυμένη ζήτηση των πελατών από το εσωτερικό και το εξωτερικό.
Παρά την υποχώρηση της επιχειρηματικής εμπιστοσύνης ως προς τις προοπτικές σχετικά με την παραγωγή, οι εταιρείες αύξησαν τον αριθμό των εργαζομένων με τον ταχύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από τον Απρίλιο του 2022, λόγω της συνεχιζόμενης αύξησης των νέων πωλήσεων.
Ο κύριος δείκτης υπευθύνων προμηθειών για την ελληνική μεταποίηση (PMI), που αντιστοιχεί στο 10% της ελληνικής οικονομίας, έκλεισε υψηλότερα στις 56,9 μονάδες τον Μάρτιο από τις 55,7 μονάδες τον Φεβρουάριο, σύμφωνα με τη μηνιαία έρευνα PMI της S&P Global. Το 50 διαχωρίζει την επέκταση από την συρρίκνωση.
Οι διαταραχές στην αλυσίδα εφοδιασμού εξακολούθησαν να επιβαρύνουν τις προσπάθειες ανασυγκρότησης των αποθεμάτων και ώθησαν προς τα πάνω τις τιμές των εισαγόμενων αγαθών, ωστόσο, οι αγορές εισροών αυξήθηκαν έντονα.
Σημειώνεται πως οι πιέσεις επί του κόστους ενισχύθηκαν λόγω των διαταραχών στα δρομολόγια εφοδιαστικής μέσω της διώρυγας του Σουέζ. Οι εταιρείες εξακολούθησαν να μετακυλίουν το υψηλότερο κόστος στους πελάτες, καθώς οι τιμές χρέωσης αυξήθηκαν με ιστορικά υψηλό ρυθμό.
Ο ρυθμός ανάπτυξης επιταχύνθηκε για έκτο συνεχή μήνα και ήταν αισθητά πάνω από την τάση που επικρατεί στην έρευνα. Στην άνοδο της τιμής του κύριου δείκτη συνέβαλε η εντονότερη αύξηση των νέων παραγγελιών που έλαβαν οι Έλληνες κατασκευαστές.
Η αύξηση των νέων πωλήσεων ήταν η εντονότερη που έχει καταγραφεί από τον Νοέμβριο του 2021, καθώς οι εταιρείες απέδωσαν την άνοδο στη μεγαλύτερη ζήτηση από πελάτες του εσωτερικού και του εξωτερικού.
Η αύξηση των νέων παραγγελιών εξαγωγών επιταχύνθηκε με τον ταχύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί σε διάστημα μεγαλύτερο των δύο ετών. Ως εκ τούτου, οι παραγωγοί αγαθών αύξησαν τους όγκους παραγωγής, καθώς τα επίπεδα παραγωγής αυξήθηκαν με τον εντονότερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από τον Αύγουστο του 2021. Παράλληλα με τη συνεχιζόμενη και ισχυρή άνοδο των νέων εργασιών, οι εταιρείες συνέδεσαν την αύξηση της παραγωγής με επενδύσεις σε αποτελεσματικότερες παραγωγικές διαδικασίες.
«Η αύξηση των τιμών καταναλωτή (ΔΤΚ) αναμένεται να εξασθενήσει στο 2.5% το 2024»
Η Siân Jones, Επικεφαλής Οικονομολόγος της S&P Global Market Intelligence, σχολίασε: «Ο ελληνικός μεταποιητικός τομέας εξακολούθησε να ενισχύεται τον Μάρτιο, λόγω της εντονότερης αύξησης της παραγωγής και των νέων παραγγελιών. Οι μεγαλύτερες επενδύσεις σε παραγωγικές διαδικασίες και η συνεχιζόμενη άνοδος της ζήτησης των πελατών στο εσωτερικό και στο εξωτερικό στήριξε τη βελτίωση της απόδοσης του τομέα.
Οι εταιρείες αύξησαν την αγοραστική δραστηριότητα εισροών και τη δραστηριότητα προσλήψεων, καθώς οι μεγαλύτερες απαιτήσεις παραγωγής δημιούργησαν την ανάγκη αύξησης της παραγωγικής ικανότητας. Παρ’ όλα αυτά, τα προβλήματα της αλυσίδας εφοδιασμού που προέκυψαν από τη διαταραχή στα δρομολόγια μέσω της Ερυθράς Θάλασσας επιβάρυναν την ανάπτυξη, καθώς οι χρόνοι παράδοσης προμηθειών επιμηκύνθηκαν και πάλι σημαντικά. Οι ελλείψεις παρεμπόδισαν τις προσπάθειες δημιουργίας αποθεμάτων και το κόστος εισαγόμενων αγαθών κινήθηκε ανοδικά.
Στην πραγματικότητα, η αύξηση του κόστους ανέκτησε τη δυναμική της, καθώς οι τιμές αυξήθηκαν με τον εντονότερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από το ξεκίνημα του 2023. Παρότι ιστορικά αυξημένος, ο ρυθμός αύξησης των χρεώσεων εξασθένησε λόγω των έντονων, ωστόσο λιγότερο αισιόδοξων, προσδοκιών σχετικά με την παραγωγή μέσα στο επόμενο έτος. Σύμφωνα με τις τρέχουσες προβλέψεις μας, η αύξηση των τιμών καταναλωτή (ΔΤΚ) αναμένεται να εξασθενήσει στο 2.5% το 2024».