Με δεδομένη την ανατίμηση των χρεώσεων στα «πράσινα» τιμολόγια τον Απρίλιο, η τελική τιμή που θα γράψει ο λογαριασμός θα καθοριστεί από την εκπτωτική πολιτική των εταιρειών πράγμα που σημαίνει είτε ότι πράγματι θα υπάρξουν ορισμένου βαθμού ανατιμήσεις είτε ότι θα διατηρηθούν στα ίδια επίπεδα οι χρεώσεις.
Με τις χρεώσεις των ειδικών τιμολόγιων να αναμένεται να ανακοινωθούν σήμερα το βράδυ 1η Απριλίου, η επίλυση της «άσκησης» βάσει των παραμέτρων που καθορίζουν τις τιμές, φέρνει τις τελικές τιμές σε υψηλότερα επίπεδα έναντι των προηγούμενων μηνών, με την μόνη παράμετρο που μπορεί να κάνει την διαφορά, να είναι η εκπτωτική πολιτική κάθε παρόχου.
Τα νούμερα που προκύπτουν, βάσει των επιπέδων που διαμορφώνεται η ΤΕΑ (Τιμή εκκαθάρισης της αγοράς) για τον μήνα Μάρτιο, προμηνύουν ότι αν όλοι οι προμηθευτές διατηρήσουν τα ίδια discount με τον Μάρτιο, τότε τον Απρίλιο μόνο το πράσινο τιμολόγιο μίας εταιρείας θα είναι μειωμένο σε σχέση με τον τρέχοντα μήνα, ενώ ενός δεύτερου παρόχου θα παραμείνει σταθερό. Ακόμη κι αν οι εταιρείες «επιστρέψουν» στην πιο γενναία εκπτωτική πολιτική, που είχαν ακολουθήσει το δίμηνο Ιανουάριος – Φεβρουάριος 2024, θα υπάρξουν μικρές ανατιμήσεις για τη συντριπτική πλειονότητα των ειδικών προϊόντων.
Η «άσκηση» για τον προσδιορισμό της χρέωσης
Ο λόγος έγκειται στο γεγονός ότι η «άσκηση» για τον προσδιορισμό της χρέωσης περιλαμβάνει τον μηχανισμό διακύμανσης που αποτελεί, ως γνωστόν, την κυμαινόμενη συνιστώσα της τιμής των πράσινων τιμολογίων. Σημειώνεται ότι ο εν λόγω μηχανισμός δεν εξαρτάται αποκλειστικά από το ύψος στο οποίο κινήθηκε η μέση Τιμή Εκκαθάρισης Αγοράς τον προηγούμενο μήνα του μήνα κατανάλωσης, όπου μάλιστα στη προκειμένη περίπτωση, η ΤΕΑ Μαρτίου δείχνει να «κλείνει» χαμηλότερα της ΤΕΑ Φεβρουαρίου.
Αναλυτικότερα, ο ίδιος μηχανισμός περιλαμβάνει επίσης τον συντελεστή διόρθωσης («β»), δηλαδή ένα δεύτερο αλγόριθμο που βασίζεται στη διαφορά της ΤΕΑ του προηγούμενου με τον προ-προηγούμενο μήνα. Τα μέχρι τώρα δεδομένα δείχνουν την ΤΕΑ Μαρτίου περί τα 70 ευρώ ανά Μεγαβατώρα όταν τον Φεβρουάριο διαμορφώθηκε στα 73,61 ευρώ ανά Μεγαβατώρα και επομένως η διαφορά είναι σημαντικά μικρότερη έναντι της διαφοράς του Φεβρουάριου με την ΤΕΑ Ιανουαρίου που ήταν στα 93.02 ευρώ ανά Μεγαβατώρα.
Επομένως, για τις τιμές του Μαρτίου, ο συντελεστής διόρθωσης προέκυψε με βάση τη μεγάλη «βουτιά» (κατά -21%) που σημειώθηκε στην ΤΕΑ το δίμηνο Φεβρουάριος – Ιανουάριος. Αντίθετα, για τις λιανικές τιμές του Απριλίου θα προκύψει από την πολύ μικρότερη (-5%) υποχώρηση της ΤΕΑ στο δίμηνο Μάρτιος – Φεβρουάριος. Ως αποτέλεσμα, για τα πράσινα τιμολόγια όπου η τρέχουσα ΤΕΑ (69,83 ευρώ ανά Μεγαβατώρα) ξεπερνά το άνω όριο ενεργοποίησης, ο μηχανισμός διακύμανσης προκαλεί τον Απρίλιο μεγαλύτερη προσαύξηση επί της βασικής χρέωσης. Με την ίδια λογική, για τα πράσινα τιμολόγια που η τρέχουσα ΤΕΑ (69,83 ευρώ ανά Μεγαβατώρα) κινείται κάτω από το κάτω όριο ενεργοποίησης, ο μηχανισμός διακύμανσης επιφέρει μικρότερο «κούρεμα» της βασικής χρέωσης.
Υπό εξέταση η αποτελεσματικότητα του νέου μοντέλου
Έκθεση των καταναλωτών σε υψηλότερες τιμές επέφερε εν τέλει η ρύθμιση με την υποχρεωτική μετάπτωση των καταναλωτών στα «πράσινα» τιμολόγια, όπως υποστήριξε, μεταξύ άλλων, ο Βασίλης Ζούβιας, Διευθυντής Ρυθμιστικών Θεμάτων της nrg, μιλώντας την περασμένη Παρασκευή στο συνέδριο Power & Gas Forum.
Ειδικότερα, όπως επισήμανε ο ίδιος, η παρέμβαση του ΥΠΕΝ, αν και αποσκοπούσε να προασπίσει τα συμφέροντα των καταναλωτών, ώστε οι προμηθευτές να μην επιλέξουν που θα εντάξουν τους πελάτες τους, εν τέλει δεν λειτούργησε έτσι.
Αυτό γιατί, οι προμηθευτές με ενεργές συμβάσεις απλά είχαν αναστείλει το πλαίσιο τιμολόγησης της σύμβασης και με το πέρας των έκτακτων μέτρων οι πελάτες θα επέστρεφαν στην ενεργή τους σύμβαση με την επιλογή που είχαν κάνει. Ως εκ τούτου, η παρέμβαση του υπουργείου αποξένωσε τους πελάτες από τις ίδιες τους τις επιλογές. Άρα, πήγαν στο πράσινο τιμολόγιο που είναι και ακριβότερο από τα κίτρινα. Έτσι, εκτέθηκαν σε υψηλότερες τιμές.