Αλλαγή της καλλιέργειας στα κηπευτικά και στα φρούτα αντί για βαμβάκι και καλαμπόκι μέσα σε ορίζοντα εξαετίας προτείνουν οι Ολλανδοί εμπειρογνώμονες για τον θεσσαλικό κάμπο, καθώς όπως επισημαίνουν η ξηρασία αλλά και τα συμβάντα σαν τον Daniel που θα πρέπει πλέον να αντιμετωπίζονται ως «πιθανά εποχιακά φαινόμενα» εγκυμονούν το κίνδυνο σοβαρής και μη αναστρέψιμης ζημιάς.
Αναλυτικότερα το master plan των Ολλανδών της HVA περιλαμβάνει μια σειρά από γενναία μέτρα για τον πρωτογενή τομέα που κινούνται στην κατεύθυνση όχι μονάχα της επιβίωσης του κάμπου αλλά της πραγματικής «άνθισής» του, με βασικό άξονα των προτεινόμενων προτάσεων είναι η εξοικονόμηση υδάτινων πόρων.
Σύμφωνα με τα όσα αναφέρει η συνοπτική περίληψη στου σχεδίου, πολλές επείγουσες παρεμβάσεις είναι απαραίτητες καθώς έγινε αντιληπτό ότι οι τομείς γεωργίας και κτηνοτροφίας στη Θεσσαλία βρίσκονται αντιμέτωπες και με έναν άμεσο και πολύ σοβαρό κίνδυνο: αυτόν της έλλειψης νερού και κατά συνέπεια της ερημοποίησης της περιοχής.
Ο κίνδυνος αυτός προκλήθηκε από την άντληση -για δεκαετίες- μεγάλων ποσοτήτων νερού μέσω γεωτρήσεων οι οποίες υπερέβαιναν τις ποσότητες αναπλήρωσης του υδροφόρου ορίζοντα. Ως εκ τούτου η Θεσσαλία αντιμετωπίζει επί του παρόντος ένα ετήσιο έλλειμμα ύδατος περίπου στα 500 εκατομμύρια m3 και αυτή η ποσότητα αναμένεται να αυξηθεί λόγω της κλιματικής αλλαγής, η οποία προβλέπεται να προκαλέσει αύξηση της θερμοκρασίας και μείωση των βροχοπτώσεων.
Θεσσαλία: Τι προβλέπει το master plan των Ολλανδών – Πότε θα αδειάσει το νερό στην Κάρλα
Τεράστιος κίνδυνος μη αναστρέψιμης ζημιάς
Η ευρεία χρήση υπόγειων υδάτων από τους αγρότες της Θεσσαλίας μέσω δεκάδων χιλιάδων γεωτρήσεων, με ή χωρίς άδεια, έχει οδηγήσει στην εξάντληση των επιπέδων του υπόγειου ύδατος με αποτέλεσμα σε πάρα πολλές περιπτώσεις την εισροή θαλασσινού νερού στον υπόγειο υδροφορέα. Καθώς τα υπόγεια ύδατα θα υφαλατώνονται, οι αγρότες δεν θα μπορούν πλέον να τα χρησιμοποιούν για άρδευση, και ο γεωργικός τομέας θα αντιμετωπίσει έναν πραγματικά τεράστιο κίνδυνο σοβαρής και μη αναστρέψιμης ζημιάς.
Παράλληλα η ομάδα της HVA επεσήμανε ότι η τιμολογιακή πολιτική του ρεύματος για τους αγρότες στη Θεσσαλία τους προτρέπει να συνεχίσουν να εξαντλούν τα υπόγεια ύδατα της περιοχής, θέτοντας έτσι σε κίνδυνο την ίδια την επιβίωσή τους.
«Αυτό το μοντέλο δεν είναι βιώσιμο και έχει ημερομηνία λήξης» υπογραμμίζει η μελέτη τονίζοντας ότι πρέπει να υλοποιηθούν άμεσα οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις που σχετίζονται με τη διαχείριση των υδάτων που προορίζονται για άρδευση.
Οι προτάσεις των Ολλανδών για χρήση νερού και καλλιέργειες
Ειδικότερα, οι προτάσεις των Ολλανδών για τον αγροτικό τομέα εστιάζουν: στον περιορισμό της χρήσης νερού και στην εύρεση τρόπων για αύξηση των διαθέσιμων ποσοτήτων νερού. Αρχικά προτείνεται να κατασκευαστούν επιπλέον μικροί ταμιευτήρες νερού στις ορεινές περιοχές ως μέρος της διαχείρισης πλημμυρών. Ωστόσο, οι κατασκευές από μόνες τους δεν είναι αρκετές. Η μοναδική βιώσιμη, μακροπρόθεσμη λύση είναι η μεταφορά υδάτων από τον άνω ρου του ποταμού Αχελώου, προκειμένου να ενισχυθεί η προσφορά νερού κατά τουλάχιστον άλλα 300 εκατομμύρια m3 ετησίως.
Σε επίπεδο καλλιεργειών προτείνεται η αναδιοργάνωση του γεωργικού τομέα για την παραγωγή προϊόντων υψηλότερης αξίας. Η λύση των Ολλανδών ώστε να διασφαλιστεί το εισόδημα των αγροτών και παράλληλα να προστατευτεί ο υδροφόρος ορίζοντας της περιοχής, είναι να υλοποιηθεί μια σταδιακή, πολυετής και συντονισμένη μετάβαση στις καλλιέργειες, από χαμηλής αξίας και υψηλών απαιτήσεων σε νερό (π.χ. βαμβάκι και καλαμπόκι) σε καλλιέργειες κηπευτικών και φρούτων που απαιτούν (τις περισσότερες φορές) λιγότερο νερό και χώρο, ενώ παράλληλα έχουν υψηλότερη αξία παράγοντας μεγαλύτερο εισόδημα για τους παραγωγούς.
Τι θα γίνει με τις ζωοτροφές
Προτείνεται ακόμα, η παρούσα παραγωγή ζωοτροφών να αναδιαμορφωθεί είτε στρέφοντας την παραγωγή σε καλλιέργειες που απαιτούν λιγότερο νερό, είτε αγοράζοντας ζωοτροφές που παράγονται σε άλλα μέρη της Ελλάδας, ενώ τα χωράφια θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν για την παραγωγή προϊόντων υψηλότερης αξίας.
Η μετάβαση αυτή προτείνεται να πραγματοποιηθεί σε ένα χρονικό διάστημα όχι περισσότερο από έξι χρόνια, λόγω της αμεσότητας του κινδύνου παντελούς εξάντλησης των αποθεμάτων νερού στην περιοχή και να γίνει μέσω μιας προσεκτικά σχεδιασμένης στρατηγικής για την υλοποίηση της μετάβασης.