Σε τροχιά επιβράδυνσης κινείται ο κλαδικός πληθωρισμός τροφίμων, ωστόσο νέα πηγή ανησυχίας για την εξέλιξη των τιμών τους προσεχείς μήνες είναι η πορεία που θα καταγράψουν βασικές πρώτες ύλες στα χρηματιστήρια εμπορευμάτων.
Σε συνάρτηση με τις κυβερνητικές παρεμβάσεις κατά της ακρίβειας, η βιομηχανία τροφίμων έχει ακόμα έναν βαρύ «πονοκέφαλο» καθώς οι τιμές σε ιδιαίτερα νευραλγικές πρώτες ύλες εξακολουθούν να καταγράφουν ράλι, καθιστώντας για ακόμα μια φορά αβέβαιη την πορεία σε βασικά κόστη, γεγονός που με τη σειρά του καθιστά εύθραυστη την πτωτική πορεία του κλαδικού πληθωρισμού.
Πέρα από το ελαιόλαδο, που ανεξάρτητα από την πληθωριστική συγκυρία βιώνει βίαια τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης, η βιομηχανία εκφράζει ιδιαίτερη ανησυχία για την εξέλιξη στις τιμές σε κακάο, ζάχαρη, καφέ, φοινικέλαιο, χυμό πορτοκαλιού, ρύζι, βοοειδή, ενώ και για τα σιτηρά, μολονότι εμφανίζουν πτωτική διάθεση, οι προβλέψεις να αναπτυχθεί το φαινόμενο LaNinia την περίοδο Ιουνίου-Αυγούστου του 2024 αυξάνουν την αβεβαιότητα για το μέλλον για το σιτάρι, το καλαμπόκι και τη σόγια.
Ο συνδυασμός της μειωμένης παραγωγής και της πιθανής επέκτασης των περιορισμών στις ινδικές εξαγωγές ζάχαρης δύναται να ενισχύσουν την τιμή της, ενώ οι μειωμένες καλλιέργειες πορτοκαλιών, με συνέπεια τις μειωμένες εξαγωγές χυμού πορτοκαλιού, θα διατηρήσουν υψηλά τις τιμές. Σε ό,τι αφορά το κακάο, οι αναλυτές πιστεύουν ότι το κόστος του βασικού συστατικού της σοκολάτας μπορεί να έχει περιθώριο να ακριβύνει κι άλλο.
Οι ανησυχίες σχετικά με την προσφορά κακάο στη Δυτική Αφρική, όπου βρίσκονται περίπου τα τρία τέταρτα της παγκόσμιας παραγωγής, έχουν οδηγήσει την αγορά σε υψηλότερα επίπεδα τους τελευταίους μήνες.
Η ανοδική πορεία των διεθνών τιμών εμπορευμάτων σε συνδυασμό με την εξασφάλιση αποθεμάτων αποτελεί έναν παράγοντα που προκαλεί μεγάλη νευρικότητα στην εγχώρια βιομηχανία τροφίμων, που καλείται ακόμα μια φορά να ισορροπήσει σε ένα τεντωμένο σκοινί προκειμένου να εξασφαλίσει βιωσιμότητα.
Σε αυτό το πλαίσιο, το ενδεχόμενο να «θυσιαστούν» οι προσφορές προκειμένου να θωρακιστούν οι δείκτες κερδοφορίας δεν αποκλείεται, γεγονός που αφήνει ανοιχτή την πόρτα νέων ανατιμήσεων τους προσεχείς μήνες. Βέβαια, βαρόμετρο για τη διαμόρφωση των τιμοκαταλόγων αποτελεί η πορεία της κατανάλωσης, καθώς η διατήρηση θετικού προσήμου στους όγκους πωλήσεων παρά την ακρίβεια αποτελεί ένα βοηθητικό «μαξιλάρι» για τη βιομηχανία.
Πληθωρισμός: Μικρή υποχώρηση στο 2,9% για τον Φεβρουάριο – 63,7% πάνω το ελαιόλαδο
Τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ
Πάντως, η χθεσινή ανακοίνωση του δείκτη τιμών καταναλωτή της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ) σε ό,τι αφορά την ομάδα διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά επιβεβαιώνει την αρχή μιας σημαντικής αποκλιμάκωσης, καθώς σε ετήσια βάση το ποσοστό των ανατιμήσεων έχει αρχίσει να απομακρύνεται από τα υψηλά «βαρομετρικά» των προηγούμενων μηνών και να κινείται στο επίπεδο του 6,7% έναντι 8,3% τον Ιανουάριο.
Μολονότι παρατηρείται μια σημαντική βελτίωση σε ετήσια βάση ο εγχώριος κλαδικός πληθωρισμός τροφίμων τον Φεβρουάριο παραμένει υψηλότερος από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, που κυμαίνεται στο 4% με βάση τα προσωρινά στοιχεία του εναρμονισμένου δείκτη της Eurostat.
Οι πρωταθλητές των ανατιμήσεων
Οι «πρωταθλητές» των ανατιμήσεων, σε ετήσια βάση, παραμένουν οι «συνήθεις ύποπτοι», ήτοι οι κατηγορίες: ελαιόλαδο με αύξηση 63,7%, φρούτα με 12,3%, μεταλλικό νερό-αναψυκτικά-χυμοί φρούτων με 13,8% και τα λαχανικά με 6,5%. Στη δεδομένη περίοδο, όμως, ιδιαίτερα σημαντική είναι η σύγκριση των τιμών σε μηνιαία βάση, ήτοι Φεβρουάριος με Ιανουάριος 2024, δεδομένων των κυβερνητικών παρεμβάσεων που ανακοινώθηκαν για τον περιορισμό της ακρίβειας στα εγχώρια ράφια.
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, σε μηνιαία βάση στην ομάδα διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά καταγράφεται πτώση 0,1%, λόγω μείωσης κυρίως των τιμών σε: ψωμί και δημητριακά, χοιρινό, πουλερικά, αλλαντικά, γιαούρτι, τυριά, λαχανικά. Μέρος της μείωσης αυτής αντισταθμίστηκε από την αύξηση κυρίως των τιμών σε: μοσχάρι, νωπά ψάρια, αυγά, μεταλλικό νερό-αναψυκτικά-χυμούς φρούτων.
Το ποσοστό της αύξησης σε 14 κατηγορίες που καταγράφουν ανοδική πορεία τιμών διαμορφώνεται από 0,8% έως και 5,1%. Οι χυμοί φρούτων εμφάνισαν την υψηλότερη επίδοση της τάξεως του 5,1%, ενώ τα νωπά ψάρια ακολουθούν με 3,8%. Το ελαιόλαδο κατέγραψε οριακή αύξηση κατά 0,4% και το νωπό γάλα 0,8%. Η εξέλιξη αυτή εν μέρει αποδίδεται στην «οπισθοχώρηση» ανατιμήσεων που προχώρησε άμεσα μερίδα της βιομηχανίας εν όψει των κυβερνητικών παρεμβάσεων, που μεταξύ άλλων προβλέπουν «πάγωμα» προσφορών για ένα τρίμηνο σε περίπτωση αύξησης τιμών.
Από πλευράς αγοράς, ωστόσο, επισημαίνεται ότι η τάση επιβράδυνσης στον ρυθμό των ανατιμήσεων διαφαίνεται από την αρχή του έτους, ανεξάρτητα με τα νέα μέτρα. Η λιανική εκτιμά ότι το πραγματικό ποσοστό του κλαδικού πληθωρισμού στο καλάθι του νοικοκυριού, συμπεριλαμβανομένων των προωθητικών και του μίγματος των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας, διαμορφώνεται κάτω από το 5%, γεγονός που θα αποτυπωθεί πιο έντονα τους επόμενους μήνες και στις μετρήσεις της ΕΛΣΤΑΤ δεδομένου ότι τα νέα μέτρα θα οδηγήσουν σε υποτίμηση τουλάχιστον στις αρχικές τιμές καταλόγου.
Σε αυτό το πλαίσιο, στα στοιχεία για τον πληθωρισμό του Μαρτίου αναμένεται να αποτυπωθούν εμφανέστερα τα πρώτα αποτελέσματα από τα νέα μέτρα αντιμετώπισης της ακρίβειας που ενεργοποίησε το υπουργείο Ανάπτυξης. Το μεγαλύτερο όφελος στον δείκτη τιμών καταναλωτή αναμένεται να προκύψει αφενός από την απαγόρευση προσφορών σε όσους προχωρήσουν σε ανατιμήσεις -γεγονός που όπως διαφάνηκε ήδη από τα στοιχεία του Φεβρουαρίου περιορίζει σε έναν βαθμό τις νέες πληθωριστικές πιέσειςκαι αφετέρου από τη μείωση των αρχικών τιμών σε περίπου 3.000 κωδικούς προϊόντων.