Την πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελλάδας με BBB (low) επιβεβαίωσε η DBRS το βράδυ της Παρασκευής, διατηρώντας σταθερές προοπτικές.
Ο καναδικός οίκος είχε δώσει την επενδυτική βαθμίδα στην Ελλάδα τον περασμένο Σεπτέμβριο, μετά τον γερμανικό οίκο πιστοληπτικής αξιολόγησης Scope, ενώ ακολούθησαν ο S&P και ο Fitch σε αντίστοιχες κινήσεις τον Οκτώβριο και Δεκέμβριο, αντίστοιχα.
Στην ανακοίνωσή του, ο DBRS αναφέρει ότι η σταθερή τάση αντανακλά την άποψή του ότι είναι ισορροπημένοι οι κίνδυνοι για την πιστωτική αξιολόγηση.
«Οι καλές οικονομικές επιδόσεις σε συνδυασμό με τα αυξανόμενα πρωτογενή πλεονάσματα αναμένεται να συμβάλλουν, ώστε να παραμείνει ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ σε έντονη πτωτική τροχιά στο μέλλον», σημειώνει.
Μετά την ισχυρή αύξηση του ΑΕΠ κατά 5,6% το 2022, η οικονομική δραστηριότητα στην Ελλάδα έχει επιβραδυνθεί κοντά στο 2% και αναμένεται να διατηρηθεί πάνω από το επίπεδο αυτό τη διετία 2024-2025.
Τα αυξανόμενα πρωτογενή πλεονάσματα, που προβλέπονται πάνω από το 2% του ΑΕΠ την ίδια περίοδο, από 1,1% το 2023, θα βοηθήσουν ώστε ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ να μειωθεί κάτω από το 150% του ΑΕΠ του 2025 έναντι 160% του ΑΕΠ που εκτιμάται ότι ανήλθε πέρυσι.
Επιπλέον, η υλοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων αποκτά ισχυρή δυναμική και σε συνδυασμό με τις υψηλότερες επενδύσεις, με στήριξη από πόρους της ΕΕ, θα αυξήσουν το δυνητικό ΑΕΠ.
Ωστόσο, σημειώνει ο οίκος, οι αυξημένοι γεωπολιτικοί κίνδυνοι που επηρεάζουν το εμπόριο και ο μεγαλύτερος από τον αναμενόμενο αντίκτυπος στην οικονομία από τις τρέχουσες σφιχτές χρηματοδοτικές συνθήκες, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε βραδύτερη ανάπτυξη και πιο αδύναμα δημόσια οικονομικά.
Η πιστωτική αξιολόγηση της Ελλάδας υποστηρίζεται από τη συμμετοχή της στην ΕΕ και την Ευρωζώνη και από την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων στο παρελθόν που έχουν αυξήσει την ανθεκτικότητα της οικονομίας, αναφέρει o οίκος.
Η Ελλάδα συνεχίζει να κάνει πρόοδο στην υλοποίηση του σχεδίου Ανάπτυξης και Ανθεκτικότητας, το οποίο περιλαμβάνει μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν τη δίκαιη ανάπτυξη και τις επενδύσεις, περιορίζοντας έτσι το επενδυτικό κενό μεταξύ της Ελλάδας και των άλλων χωρών της Ευρωζώνης.
Ο DBRS έχει την άποψη ότι οι πόροι της ΕΕ θα συνεχίσουν να παρέχουν κίνητρα για την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν την ανάπτυξη, στηρίζοντας παράλληλα την αύξηση των επενδύσεων με κεφάλαια που διοχετεύονται επίσης μέσω του ενισχυμένου τραπεζικού συστήματος.
Η πιστωτική αξιολόγηση, σημειώνει ο DBRS, περιορίζεται από τα κατάλοιπα της παρατεταμένης κρίσης της Ελλάδας, δηλαδή το πολύ υψηλό δημόσιο χρέος, το υψηλό ακόμη ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων και το υψηλό, αν και τώρα κοντά σε μονοψήφιο επίπεδο, ποσοστό ανεργίας.