Ένας αιώνας «Ναυτεμπορική», ένας αιώνας οικονομία. Γυρίζεις πίσω στις σελίδες του 1924 και διαπιστώνεις ότι η χώρα διέρχεται μια πολύ δύσκολη οικονομική περίοδο.
Αμέσως μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή η Ελλάδα προσπαθεί να συνάψει εν μέσω αλλεπάλληλων πολιτικών κρίσεων «προσφυγικό δάνειο» με την Αγγλία, ύψους 12,3 εκατομμυρίων λιρών, για να καλύψει τις τεράστιες ανάγκες που έχει. Μεγάλη και η ανάγκη χρηματοδότησης κρίσιμων έργων, όπως η κατασκευή του φράγματος στον Μαραθώνα για να υδροδοτηθεί η πρωτεύουσα, γι’ αυτό και συνάπτεται η σχετική σύμβαση με την «Ούλεν».
Ένας αιώνας που τα είχε όλα: παγκόσμιο πόλεμο, εμφύλιο, πολιτικές κρίσεις, δικτατορία, δύο χρεοκοπίες, αλλεπάλληλες υποτιμήσεις της δραχμής, μεταναστευτικά κύματα, αστυφιλία, θαλασσοδάνεια, ένταξη στην ΕΟΚ, αλλαγή εθνικού νομίσματος, πληθωριστικές κρίσεις, ενεργειακές κρίσεις, μνημόνια (και όχι μόνο τα τρία τελευταία που όλοι θυμόμαστε), μέχρι και πανδημίες.
Το ξεφύλλισμα της οικονομικής ιστορίας δεν χάνει ποτέ το ενδιαφέρον του. Σου θυμίζει γιατί αναγκάστηκε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Ξενοφών Ζολώτας τον Νοέμβριο του 1944 να εκδώσει χαρτονόμισμα των 100 δισεκατομμυρίων δραχμών, καθώς μία λίρα ισοδυναμούσε πλέον με 71 τρισ. δραχμές.
Ή ότι μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή κυκλοφόρησε το «κομμένο χαρτονόμισμα», με το μισό να παίζει ρόλο εντόκου γραμματίου ώστε να προχωρήσει ο υποχρεωτικός εσωτερικός δανεισμός.
Ξεφυλλίζοντας τις σελίδες του αιώνα, καταλήγεις σε 8 κύκλους, μετρώντας ουσιαστικά από τον Απρίλιο του 1924 όταν και εκδόθηκε στον Πειραιά το «Ναυτικόν και Εμπορικόν Δελτίον». Ο 8ος κύκλος παραμένει ανοικτός…
Η περίοδος του Μεσοπολέμου
Οι πληγές στην οικονομία από τον δαπανηρό πόλεμο που είχε προηγηθεί καθώς και την εκστρατεία στη Μικρά Ασία που κατέληξε το 1922 στη Μικρασιατική Καταστροφή παραμένουν ανοικτές.
Η περίοδος μετά την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης χαρακτηρίζεται από την προσπάθεια επούλωσης και στήριξης του νομίσματος. Ιδρύονται βιοτεχνικές και βιομηχανικές επιχειρήσεις, ολοκληρώνονται μεγάλα δημόσια έργα (π.χ. το φράγμα του Μαραθώνα), ενώ λαμβάνονται συνεχή μέτρα στήριξης της δραχμής, η οποία εν τω μεταξύ έχει χάσει το μεγαλύτερο μέρος της προπολεμικής της αξίας. Η Ελλάδα καταφεύγει σε (υποχρεωτικό) εσωτερικό και εξωτερικό δανεισμό συνάπτοντας διμερή δάνεια, ώστε να χρηματοδοτηθούν έργα, να στηριχθούν οι πρόσφυγες της Μικράς Ασίας (το 1924 συνάπτεται το προσφυγικό δάνειο με την Αγγλία), αλλά και να σταθεροποιηθεί το εθνικό νόμισμα.
Εύρημα της εποχής και το λεγόμενο «αναγκαστικό δάνειο». Μετά το 1922, οι πολίτες υποχρεώθηκαν για δεύτερη φορά το 1926 να ανταλλάξουν το 25% της αξίας των χαρτονομισμάτων τους με έντοκα γραμμάτια του Ελληνικού Δημοσίου, δανείζοντάς το περίπου 1,25 δισ. δραχμές με βάση τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος.
Στις 24 Ιανουαρίου του 1926 επαναλαμβάνεται το εγχείρημα Πρωτοπαπαδάκη του 1922 (η διχοτόμηση του νομίσματος) από την κυβέρνηση Ευταξία και αφαιρείται το 25% των χαρτονομισμάτων για να αντικατασταθεί με έντοκα γραμμάτια του Ελληνικού Δημοσίου. Το 1927 υπογράφεται και ένα από τα πρώτα «μνημόνια» του αιώνα, καθώς για να εκταμιεύσει η Ελλάδα δάνειο 9 εκατομμυρίων στερλινών υποχρεώνεται να επιβάλει αυστηρό σταθεροποιητικό πρόγραμμα με τελικό στόχο την ένταξη της δραχμής στον «κανόνα του χρυσού».
Ακριβώς γι’ αυτό τον σκοπό αποφασίζεται το 1928 -με το πρωτόκολλο της Γενεύης- και η ίδρυση της Τράπεζας της Ελλάδος, ώστε να αναλάβει τα ηνία της νομισματικής πολιτικής από την Εθνική Τράπεζα. Το ξέσπασμα της Μεγάλης Ύφεσης το 1929 δεν αφήνει ανεπηρέαστη την Ελλάδα, η οποία τελικώς πτωχεύει το 1932. Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος και Εμφύλιος Καταστροφή παραγωγικών δομών, υπερεκμετάλλευση πόρων από τις κατοχικές δυνάμεις, καθημερινές υποτιμήσεις του νομίσματος, φτάνοντας στο σημείο να κοστίζει ένας καφές ένα εκατομμύριο δραχμές.
Στο τέλος της κατοχικής περιόδου, οι καταστροφές του πολέμου αντιστοιχούσαν σε περισσότερα από 30 ετήσια εισοδήματα της χώρας. Ο εμφύλιος παρέτεινε την κρίση και καθυστέρησε την έναρξη της διαδικασίας αποκατάστασης των καταστροφών και ανάπτυξης της οικονομίας. Η Ελλάδα εντάσσεται στο σχέδιο Μάρσαλ, μέσω του οποίου η χώρα δικαιούται αμερικανική βοήθεια ύψους 376 εκατομμυρίων δολαρίων για την περίοδο μετά το 1948 (αν και για τα ακριβή ποσά δεν υπάρχει συμφωνία όλων των πηγών). Ήταν ένα από τα μεγαλύτερα «πακέτα», αναλογικά με τον πληθυσμό, στον κατάλογο των χωρών που συμμετείχαν στο σχέδιο, αλλά και μια αιτία για να ξεκινήσει η συζήτηση για τους στόχους της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής.
Η μεταπολεμική περίοδος
Πρώτος στόχος στη μεταπολεμική περίοδο η ανασυγκρότηση της χώρας. Για την αύξηση της ανταγωνιστικότητας επιλέγεται η συνεχής υποτίμηση του νομίσματος, με σημαντικότερη αυτή του τότε υπουργού Συντονισμού Σπύρου Μαρκεζίνη, ο οποίος την 9η βραδινή της 9ης Απριλίου του 1953 ανακοινώνει τη σχέση 30.000 δραχμές προς ένα δολάριο, υποτιμώντας το εθνικό νόμισμα κατά 50% «για την ενίσχυση του τουρισμού, την προσέλκυση ξένου κεφαλαίου, τον επαναπατρισμό ελληνικών κεφαλαίων και την προώθηση των επενδύσεων».
Η περίοδος 1955-1963, υπό την πρωθυπουργία Κωνσταντίνου Καραμανλή, χαρακτηρίζεται από έντονη ανάπτυξη, με την Ελλάδα να κατατάσσεται στις 2-3 ταχύτερα αναπτυσσόμενες οικονομίες της Ευρώπης. Μεγάλα έργα στη γεωργία, στον τουρισμό και στη βιομηχανία, βελτίωση του οδικού δικτύου της χώρας, αλλά και εκτεταμένη χρήση του θεσμού της αντιπαροχής -ο οποίος έχει ήδη νομοθετηθεί από το 1929 προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι στεγαστικές ανάγκες που δημιουργήθηκαν μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή- ωθούν την ανάπτυξη, η οποία στηρίζεται ουσιαστικά σε τέσσερις πυλώνες:
1. Το ναυτιλιακό συνάλλαγμα που στέλνουν οι Έλληνες ναυτικοί στις οικογένειές τους.
2. Το μεταναστευτικό συνάλλαγμα εκατομμυρίων Ελλήνων που ξενιτεύτηκαν σε Γερμανία, ΗΠΑ, Αυστραλία και άλλες χώρες, στέλνοντας στη συνέχεια τις οικονομίες που έκαναν σε ισχυρό νόμισμα πίσω στην Ελλάδα συνήθως για την αγορά ακινήτου.
3. Το τουριστικό συνάλλαγμα, καθώς η Ελλάδα με την υλοποίηση των επενδύσεων (κυρίως κρατικών) μπαίνει στον παγκόσμιο τουριστικό χάρτη.
4. Τις εξαγωγές αγροτικών προϊόντων.
Το 1961 υπογράφεται και η συμφωνία μελλοντικής σύνδεσης με την ΕΟΚ.
Η περίοδος της δικτατορίας
Αθρόες κατασκευές τεχνικών έργων, διαγραφή αγροτικών και βιομηχανικών χρεών, αλλά και έντονη αστυφιλία -υπολογίζεται ότι το 50% του πληθυσμού της Αθήνας συγκεντρώθηκε σ’ αυτή μετά την κατάλυση του πολιτεύματος – χαρακτηρίζουν την οικονομία κατά την περίοδο της δικτατορίας.
Η γεωργική παραγωγή περιορίζεται για να στηριχτεί η βιομηχανική, ενώ τα αποθεματικά της Κεντρικής Τράπεζας της χώρας μειώνονται. Το εξωτερικό αλλά και το εσωτερικό χρέος αυξάνονται ραγδαία. Για τη χρηματοδότηση των κατασκευαστικών έργων συνάπτονται δάνεια από εργοληπτικές εταιρείες με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, τα οποία στη συνέχεια παραχωρούνταν στο Δημόσιο προκειμένου να προχωρήσουν τα έργα με αναδόχους τις συγκεκριμένες εταιρείες.
Ο πληθωρισμός που τρέχει με πολύ υψηλά ποσοστά, έως και 30%, παρά τις προσπάθειες συγκράτησης των τιμών με αστυνομικά μέτρα, και ο περιορισμός της αθρόας οικοδομικής δραστηριότητας από το 1970 «φρενάρουν» την οικονομία. Το ξέσπασμα της πετρελαϊκής κρίσης το 1973, λόγω του αραβοϊσραηλινού πολέμου, υπερδιπλασιάζει την τιμή των καυσίμων και προκαλεί ραγδαία αύξηση στην τιμή όλων των προϊόντων.
Η περίοδος της Μεταπολίτευσης
Η υπογραφή προσχώρησης στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ) το 1979, η οποία ολοκληρώνεται την 1η Ιανουαρίου του 1981, συνιστά σημείο «καμπή» για την οικονομία της χώρας η οποία μπαίνει στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας με κατά κεφαλήν αεπ περίπου στο 40% του κοινοτικού μέσου όρου.
Γι’ αυτό και τα πρώτα χρόνια μετά την ένταξη στην ΕΟΚ οι κυβερνήσεις επικεντρώθηκαν σε πολιτικές στήριξης του εισοδήματος. Είναι η περίοδος που «γεννιούνται» τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα.
H πρώτη διακυβέρνηση της χώρας από το ΠΑΣΟΚ (1981-1985) χαρακτηρίζεται και από την «κοινωνικοποίηση επιχειρήσεων» όπως η ΛΑΡΚΟ, η ΠΥΡΚΑΛ, η ΑΓΕΤ – Ηρακλής, η Πειραϊκή Πατραϊκή κ.ά.
Το ονομαστικό ΑΕΠ της χώρας αυξάνεται συνεχώς, ενώ ειδικά στη δεκαετία 1980-1990 καταβάλλεται προσπάθεια συγκράτησης του πληθωρισμού ο οποίος από το 24% το 1981 υποχωρεί στο 13% το 1989, πριν εκτοξευτεί και πάλι το 1990 κυρίως λόγω της πολιτικής αστάθειας.
Παράλληλα με το ΑΕΠ ανεβαίνει πλέον και το χρέος. Ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 ξεπερνά πλέον το 100%. Το εθνικό νόμισμα υποτιμάται για να στηριχθεί η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας (1983), ενώ η τελευταία υποτίμηση γίνεται στις 16 Μαρτίου του 1998 με στόχο την ένταξη στην Ευρωζώνη.
Την περίοδο από το 1994 έως το 1999 κυριαρχεί η έννοια της «λιτότητας», καθώς η Ελλάδα βρίσκεται με χρέος άνω του 110% του ΑΕΠ (έναντι 64% της υπόλοιπης Ευρώπης) και υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματα που πρέπει να περιοριστούν για να εκπληρωθούν τα κριτήρια της συνθήκης του Μάαστριχτ και να μπει η Ελλάδα στο ευρώ.
Το 1999, το Ecofin αναγνωρίζει τη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος και ανοίγει τον δρόμο για ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωζώνη.
Η πρώτη δεκαετία του νέου αιώνα
H εικόνα του πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη να κρατά τα πρώτα χαρτονομίσματα του ευρώ τον Ιανουάριο του 2002 «σημαδεύει» τη δεκαετία. Η ισχυρή ανάπτυξη, η διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων, η ολοκλήρωση μεγάλων έργων υποδομής χαρακτηρίζουν επίσης την περίοδο εντός της οποίας καταγράφεται το ιστορικό ρεκόρ του ελληνικού ΑΕΠ που φτάνει στα 242 δισ. ευρώ.
Η εκτόξευση του δημοσίου χρέους και τα «δίδυμα ελλείμματα» (δημοσιονομικό και έλλειμμα ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών) σε συνδυασμό με τη διεθνή κρίση μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers οδηγούν τη χώρα σε ύφεση.
Η Μεγάλη Ελληνική Ύφεση
Ραγδαίες εξελίξεις στο ξεκίνημα της δεύτερης δεκαετίας του 21ου αιώνα.
Διαδοχικές υποβαθμίσεις της ελληνικής οικονομίας από τους οίκους αξιολόγησης οδηγούν την Ελλάδα εκτός αγορών και ουσιαστικά η χώρα χρεοκοπεί, καθώς αδυνατεί να εξυπηρετήσει το δημόσιο χρέος.
Προσφυγή στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και υπογραφή του 1ου μνημονίου φέρνουν σκληρά μέτρα λιτότητας και τη μεγαλύτερη καταγεγραμμένη επίσημα ύφεση που φτάνει μέχρι και το 30%.
Οι απώλειες μετρήθηκαν ακόμη και πάνω από 75 δισ. ευρώ ετησίως στην κορύφωση της κρίσης, με το ΑΕΠ να υποχωρεί από τα 242 δισ. ευρώ ακόμη και κάτω από τα 170 δισ. ευρώ. Η χώρα απειλήθηκε με έξοδο από την Ευρωζώνη, ενώ η περίοδος σημαδεύτηκε από το μεγαλύτερο «κούρεμα» χρέους (το λεγόμενο PSI) στην ιστορία της Ευρώπης που έγινε το 2012.
Το κλείσιμο των τραπεζών το 2015, η επιβολή των περιορισμών στη διακίνηση κεφαλαίων (capital controls), η ανάγκη αλλεπάλληλων αναχρηματοδοτήσεων των τραπεζών «σημαδεύουν» επίσης τη δεκαετία, αλλά και τον αιώνα.
Η μεταμνημονιακή περίοδος
Η προσπάθεια ανάταξης της οικονομίας μετά το κλείσιμο της μνημονιακής περιόδου ξεκινά επεισοδιακά, καθώς η χώρα βρίσκεται αντιμέτωπη με το πρώτο lockdown της ιστορίας λόγω της πανδημίας. Ακολουθούν η πληθωριστική κρίση, ο πόλεμος Ρωσίας – Ουκρανίας, η ενεργειακή αλλά και η κλιματική κρίση που πληγώνει ήδη και την οικονομία ειδικά μετά τις καταστροφές στη Θεσσαλία.
Η Ελλάδα ανακτά την επενδυτική βαθμίδα, προσεγγίζει το ιστορικό υψηλό στο ΑΕΠ και προσπαθεί να αντιμετωπίσει τα κοινωνικά προβλήματα που οξύνθηκαν κατά την περίοδο της ύφεσης: δημογραφικό, στεγαστικό, χαμηλό διαθέσιμο εισόδημα…