«Το 2023 ήταν το νέο έτος ορόσημο, το νέο έτος ρεκόρ για τον ελληνικό τουρισμό. Οι επιδόσεις του 2023 ήταν πραγματικά εξαιρετικές, είχαμε αύξηση και στις αφίξεις αλλά κυρίως στα έσοδα που έφτασαν περίπου στα 21 δισεκατομμύρια ευρώ για όλη την χρονιά. Ήταν ένα ρεκόρ εσόδων με προηγούμενο ρεκόρ το 2019». Αυτό τόνισε ο Γενικός Γραμματέας του ΕΟΤ, Δημήτρης Φραγκάκης, μιλώντας στο κανάλι της Ναυτεμπορικής και στην εκπομπή «Rush Hour» με την Νικόλ Λειβαδάρη,
«Αυτό έγινε μετά από ένα συνεκτικό σχέδιο της Κυβέρνησης και προσωπικά του Πρωθυπουργού, ο οποίος συντόνισε όλη αυτή τη προσπάθεια από τις δύσκολες μέρες του Covid μέχρι τις καλύτερες μέρες που βιώνουμε τώρα» τόνισε ο κ. Φραγκάκης.
«Το 2024 μπαίνει με καλούς οιωνούς. Από τα δεδομένα που έχουμε ως τώρα νομίζω η ζήτηση για την χώρα είναι αυξημένη κατά 10% περίπου, οι προκρατήσεις πηγαίνουν εξαιρετικά καλά μέχρι στιγμής και εάν δεν έχουμε απρόοπτα πιστεύω ότι θα είναι μια πολύ καλή χρονιά και το 2024 για τον ελληνικό τουρισμό».
Ο κ. Φραγκάκης σημείωσε επίσης πως «η σεζόν και το 2023 και το 2024 ξεκινάει νωρίτερα, στις αρχές Μαρτίου σε αρκετούς προορισμούς. Έναάλλο σημαντικό χαρακτηριστικό είναι ότι μετατοπίζεται η σεζόν πλέον προς τον Νοέμβριο και ένα τρίτο στοιχείο είναι ότι η Αθήνα πλέον έχει καθιερωθεί ως ένας δωδεκάμηνος τουριστικός προορισμός».
«Σε επίπεδο υποδομών φιλοξενίας έχουν γίνει πολλές επενδύσεις τα τελευταία χρόνια», «οι δημόσιες υποδομές υποστηρίζονται από την Κυβέρνηση όσο περισσότερο γίνεται» είπε επίσης ενώ σημείωσε ότι πρόβλημα υπερτουρισμού στην Ελλάδα αυτή την στιγμή δεν υπάρχει»
«Υπάρχει έντονη κινητικότητα σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης για το πώς θα μπορέσει ο τουρισμός μας να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα της κλιματικής αλλαγής. Η καμπάνια του Ε.Ο.Τ στο εξωτερικό δεν σταματάει, με εστίαση στις παραδοσιακές αγορές της Βόρειας Ευρώπης. Ήδη τρέχουν καμπάνιες στην Αμερικανική και στην Καναδική αγορά που είναι σημαντικές αγορές για εμάς και από εκεί και πέρα έχουμε τα μάτια μας στραμμένα και την προσοχή μας σε νέες αγορές όπως είναι η αγορά της Ινδίας, της Κίνας, η Αραβική αγορά, της Κορέας, της Ιαπωνίας»