Την έρευνα βιωσιμότητας του χρέους (DSA) συνέταξε ο ΟΔΔΗΧ, θέτοντας ως στόχο την απομείωση της αναλογίας του χρέους προς το ΑΕΠ στο 120% μέχρι το 2032.
Η έρευνα DSA του ΟΔΔΗΧ αξίζει να σημειωθεί ότι αφήνει εκτός υπολογισμών δύο «λευκές τρύπες», οι οποίες μπορούν να απομειώσουν το δημόσιο χρέος ακόμη και κατά περισσότερα από 30 δισ. ευρώ.
Μπορεί το αναθεωρημένο Σύμφωνο Σταθερότητας να επιβάλλει συγκρατημένο ρυθμό απομείωσης της αναλογίας του χρέους ως προς το ΑΕΠ στις χώρες με αναλογία μεγαλύτερη του 90% -η Ελλάδα βρίσκεται στην κορυφή αυτής της λίστας με αναλογία της τάξεως του 160% με βάση τις προβλέψεις για το κλείσιμο του 2023- ωστόσο η ελληνική πλευρά θέτει πολύ πιο φιλόδοξους στόχους, όπως τουλάχιστον προκύπτει από την έρευνα βιωσιμότητας του χρέους που «έτρεξε» ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους, ενσωματώνοντας τα αποτελέσματά της στο ετήσιο πρόγραμμα δανεισμού για το 2024.
Το Σύμφωνο Σταθερότητας επιβάλλει μείωση της αναλογίας με ρυθμό της τάξεως του 1% ετησίως, αρχής γενομένης από το 2024. Το ελληνικό DSA προβλέπει ότι έως το 2032, δηλαδή με τη συμπλήρωση μιας 9ετίας, η αναλογία θα έχει υποχωρήσει κατά 40 μονάδες βάσης, δηλαδή με ρυθμό 4-5 φορές μεγαλύτερο σε σχέση με αυτό που προβλέπει το νέο πακέτο δημοσιονομικών κανόνων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Το 2032 είναι χρονιά «καμπής» για την Ελλάδα, καθώς το 2033 θα εγγραφούν στο χρέος οι αναβαλλόμενοι τόκοι (σ.σ.: οι τόκοι που δεν καταβάλλουμε στον ESM λόγω της περιόδου χάριτος που μας έχει χορηγηθεί μέχρι τότε) συνολικού ύψους περίπου 25 δισ. ευρώ.
Παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει διασφαλίσει με το νέο Σύμφωνο ότι αυτή η απότομη αύξηση του χρέους δεν θα ενεργοποιήσει τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος, ο στόχος είναι να μη διαταραχθεί σε μεγάλο βαθμό η πορεία αποκλιμάκωσης της αναλογίας του χρέους προς το ΑΕΠ. Προς αυτή την κατεύθυνση συμβάλλει και το γεγονός ότι στις παραδοχές του ελληνικού DSA δεν έχουν ληφθεί υπόψη δύο πιθανές «λευκές τρύπες» που μπορεί να δημιουργηθούν συμβάλλοντας στην ακόμη ταχύτερη μείωση της αναλογίας του χρέους προς το ΑΕΠ.
Δάνεια Ταμείου Ανάκαμψης
1. Η πρώτη «λευκή τρύπα» συνδέεται με τα δάνεια που έχουν χορηγηθεί -ή πρόκειται να χορηγηθούν έως το 2026- στην Ελλάδα από το Ταμείο Ανάκαμψης. Πρόκειται για ένα συνολικό ποσό της τάξεως των 17,7 δισ. ευρώ μετά την έγκριση της αύξησής τους κατά 5 δισ. ευρώ επιπλέον που δόθηκαν πριν από λίγες εβδομάδες. Αυτά τα δάνεια, κατά κύριο λόγο πέφτουν στην οικονομία υπό μορφή χαμηλότοκων δανείων που χορηγούνται μέσω των τραπεζών με ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους.
Με την έγκριση των εκταμιεύσεων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τα ποσά που δίδονται στην Ελλάδα ως δάνεια -διότι υπάρχει και το σκέλος των επιδοτήσεων- εγγράφεται αυτόματα στο δημόσιο χρέος.
Ωστόσο, στην έρευνα βιωσιμότητας δεν έχει συνυπολογιστεί ότι σε βάθος χρόνου οι επιχειρήσεις και οι επαγγελματίες που έχουν λάβει αυτά τα δάνεια θα τα αποπληρώσουν, κάτι που σημαίνει ότι σημαντικό μέρος αυτών των 17,7 δισ. ευρώ θα επιστρέψει στο ελληνικό Δημόσιο. Βεβαίως, υπάρχει πάντοτε η παράμετρος κάποια από αυτά τα δάνεια να «κοκκινίσουν».
Ωστόσο, επειδή οι χορηγήσεις του Ταμείου Ανάκαμψης δίδονται μέσω του τραπεζικού συστήματος και με τη χορήγηση εξασφαλίσεων, εκτιμάται ότι, σε πολύ μεγάλο ποσοστό, η διαδικασία αποπληρωμής θα κυλήσει ομαλά ειδικά από τις μεγάλες επιχειρηματικές οντότητες που έχουν χρηματοδοτηθεί για να υλοποιήσουν μεγάλες επενδύσεις. Η διαδικασία αποπληρωμής θα τραβήξει σε βάθος χρόνου, καθώς τα δάνεια που χορηγούνται με τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης έχουν περίοδο αποπληρωμής που κυμαίνεται από 3 έως και 15 χρόνια.
Διμερή δάνεια
2. Η δεύτερη «λευκή τρύπα» συνδέεται με το σχέδιο πρόωρης αποπληρωμής των διμερών δανείων που έχει συνάψει η Ελλάδα στο πλαίσιο του 1ου μνημονίου. Το υπουργείο Οικονομικών βρίσκεται ήδη σε διαβουλεύσεις με τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας προκειμένου να αποδεσμευτεί το «σκληρό μαξιλάρι» ρευστότητας ύψους περίπου 15,6 δισ. ευρώ, ώστε να χρησιμοποιηθεί -σε βάθος τριετίας- για την πρόωρη αποπληρωμή ισόποσου χρέους της συγκεκριμένης κατηγορίας. Αυτή η κίνηση, εκτός από το επιτοκιακό όφελος (σ.σ.: η Ελλάδα μπορεί να δανειστεί εκ νέου τα 15,6 δισ. ευρώ με χαμηλότερο επιτόκιο από αυτό με το οποίο επιβαρύνεται για τα GLFs), δημιουργεί και πολλαπλασιαστικά οφέλη λόγω των Swaps.
Τα συγκεκριμένα δάνεια έχουν καλυφθεί με «αντιστάθμισμα» επιτοκιακού κινδύνου με συμβόλαια swaps, τα οποία αποδίδουν ήδη σημαντικά οφέλη λόγω της ανόδου των επιτοκίων. Με τις πρόωρες αποπληρωμές, τα οφέλη γίνονται ακόμη μεγαλύτερα, καθώς εξαφανίζεται η δαπάνη για τους τόκους του χρέους που αποπληρώνεται και παραμένει το όφελος από τα Swaps τα οποία εξακολουθούν να παραμένουν σε ισχύ. Με τα 15,6 δισ. ευρώ ουσιαστικά μπορούν να αποπληρωθούν πρόωρα οι δόσεις μέχρι και το 2031 με μια διαδικασία που θα έχει ολοκληρωθεί από το 2026.
Βασικές παραδοχές
Η έκθεση βιωσιμότητας του χρέους έχει στηριχτεί στις ακόλουθες προβλέψεις: ο ρυθμός ανάπτυξης θα ανέλθει στο 2,9% για το 2024 και στο 3% για το 2025, για να συγκρατηθεί στο 2,1% το 2026 και στο 1,1 έως 1,5% για την περίοδο μετά το 2027.
Ο πληθωρισμός εκτιμάται ότι θα αποκλιμακωθεί στο 1,9% για το 2024, για να κινηθεί στο 2,1% έως 2,4% για τα επόμενα χρόνια (σ.σ.: ο υψηλότερος πληθωρισμός ευνοεί τη βιωσιμότητα του χρέους, καθώς αυξάνεται το ύψος του ονομαστικού ΑΕΠ).
Όσον αφορά τα πρωτογενή πλεονάσματα, εκτιμάται ότι θα κινηθούν στο 2,1% το 2024, στο 2,3% το 2025 και στο 2,5% το 2026. Για το επόμενο διάστημα η πρόβλεψη κάνει λόγο για πρωτογενή πλεονάσματα στην περιοχή του 1,9%, ακριβώς για να καλύπτονται οι τόκοι εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους και ουσιαστικά να ισοσκελίζεται ο κρατικός προϋπολογισμός σε επίπεδο γενικής κυβέρνησης.