Συγκέντρωση διαμαρτυρίας για το φορολογικό νομοσχέδιο θα πραγματοποιήσουν την Τρίτη 5/12 στη Βουλή ελεύθεροι επαγγελματίες, επιστήμονες και επαγγελματίες.
Τις βασικές διαφωνίες τους οι φορείς των ελεύθερων επαγγελματιών, εξέφρασαν με επιστολή τους προς τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη. Όπως τονίζουν πως η εισαγωγή τεκμαρτού φορολογητέου εισοδήματος «πλήττει υπέρμετρα την μεσαία τάξη, χιλιάδες ελεύθερους επαγγελματίες, επιστήμονες και μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που ασκούν ατομικά την δραστηριότητά τους».
Χαρακτηρίζουν «εντελώς αυθαίρετα» τα κριτήρια τον προσδιορισμό του τεκμαρτού φορολογητέου εισοδήματος και κάνουν λόγο για οριζόντια μέτρα που δημιουργούν αδικίες.
Αναλυτικότερα η Συντονιστική Επιτροπή Ελευθέρων Επαγγελματιών – Επιστημόνων -Επαγγελματοβιοτεχνών – Εμπόρων στην επιστολή της αναφέρει:
«Τα νέα φορολογικά μέτρα, που προωθεί η Κυβέρνηση δεν καταπολεμούν, δυστυχώς, τη φοροδιαφυγή, αντίθετα, πλήττουν τους ελεύθερους επαγγελματίες, τους επιστήμονες και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που ασκούν ατομικά τη δραστηριότητά τους και προστατεύουν τα μεγάλα εισοδήματα και τις εταιρείες.
Η Κυβέρνηση, εάν πράγματι επιδιώκει την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, οφείλει να αξιοποιήσει τα σύγχρονα εργαλεία ελέγχου (έμμεσες τεχνικές ελέγχου, mydata, σύνδεση ταμειακών μηχανών με Υπουργείο Οικονομικών, εγκατάσταση POS κλπ), που επαίρεται ότι έχει στη διάθεσή της και να μην καταφεύγει σε αναχρονιστικές πρακτικές θέσπισης τεκμηρίων, που ενεργούν άδικα και ισοπεδωτικά.
Η εισαγωγή φορολογητέου τεκμαρτού εισοδήματος, η φορολόγηση δηλαδή για εισόδημα που δεν έχει αποκτηθεί, οδηγεί σε σημαντική οικονομική επιβάρυνση μεγάλο τμήμα ελευθέρων επαγγελματιών, επιστημόνων και μικρομεσαίων επιχειρήσεων, η οποία έρχεται να προστεθεί πολλαπλασιαστικά στα ήδη υπάρχοντα οικονομικά τους προβλήματα, ως αποτέλεσμα της υπερδεκαετούς οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, λόγω μνημονίων, πανδημίας, ενεργειακής κρίσης, ακρίβειας και πληθωρισμού.
Η Κυβέρνηση δείχνει να αγνοεί τα στοιχεία που η ίδια διαθέτει και τα οποία αποδεικνύουν ότι ένα σημαντικό τμήμα του ενεργού δυναμικού της ελληνικής οικονομίας, της μεσαίας τάξης, αδυνατεί να ανταποκριθεί σε βασικές του υποχρεώσεις, έχει σημαντικές οφειλές προς το Δημόσιο, τις Τράπεζες, τα Ασφαλιστικά Ταμεία και έχει απωλέσει ρυθμίσεις οφειλών με άμεσο κίνδυνο τη λήψη καταδιωκτικών μέτρων εις βάρος του.
Η Κυβέρνηση μάλιστα, προκειμένου να στηρίξει τις επιλογές της χαρακτηρίζει συλλήβδην όλους τους ελεύθερους επαγγελματίες ως φοροφυγάδες και ταυτόχρονα χρησιμοποιεί αυθαίρετα ισοπεδοτικού χαρακτήρα κριτήρια και επιχειρήματα για να δικαιολογήσει τον προσδιορισμό του τεκμαρτού φορολογητέου εισοδήματος.
Επιχειρεί να ταυτίσει τους ελεύθερους επαγγελματίες με τους μισθωτούς, ενώ γνωρίζει ότι πρόκειται για διαφορετικές κατηγορίες, όπως έχει κρίνει, άλλωστε, και το ΣτΕ (αποφάσεις 1880 και 1888/2019) και ότι οι ελεύθεροι επαγγελματίες δεν έχουν το αφορολόγητο εισόδημα ούτε τις εκπτώσεις και τις απαλλαγές των μισθωτών. Και παράλληλα, για τον προσδιορισμό του τεκμαρτού φορολογητέου εισοδήματος, χρησιμοποιεί τον μικτό μισθό, συνυπολογιζομένων δώρων και ασφαλιστικών εισφορών και όχι τον καθαρό.
Περαιτέρω, το τεκμαρτό φορολογητέο εισόδημα προσαυξάνεται αφενός με βάση το χρόνο άσκησης του επαγγέλματος και αφετέρου σωρευτικά με βάση το ετήσιο κόστος μισθοδοσίας και με βάση τον μέσο όρο του ετήσιου τζίρου του ΚΑΔ. Το τελευταίο έχει ως αποτέλεσμα, αφενός να υπάρχει φορολόγηση με βάση εισοδήματα τρίτων, κατά παράβαση του άρθρου 4 παρ. 5 του Συντάγματος, που προσβλέπει ότι έκαστος συμμετέχει στα δημόσια βάρη ανάλογα με τις δυνάμεις τους και αφετέρου να μην αναγνωρίζονται πραγματοποιηθέντα επαγγελματικά έξοδα, μέτρο βαθύτατα αντιαναπτυξιακό και ενισχυτικό της φοροδιαφυγής.
Η επίκληση ότι τα τεκμήρια είναι μαχητά, είναι προσχηματική αφενός γιατί αφορά συγκεκριμένες μόνο κατηγορίες και αφετέρου διότι τυχόν αμφισβήτηση των τεκμηρίων, δικαστικά ή διοικητικά, καθίσταται στην πράξη, όπως έχει αποδειχθεί στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων, αλυσιτελής. Επίσης ο κατ’ επιλογήν έλεγχος οδηγεί σε οιονεί περαίωση υποθέσεων και σε περαιτέρω διεύρυνση της φοροδιαφυγής σε βάρος των ειλικρινών φορολογούμενων ελεύθερων επαγγελματιών.
Οι επαγγελματικοί και επιστημονικοί φορείς είμαστε αρωγοί στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, η οποία όμως προϋποθέτει έναν ουσιαστικό διάλογο μεταξύ όλων των φορέων, με στόχο ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα που θα λαμβάνει υπόψιν τις πραγματικές συνθήκες ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και τις ιδιαιτερότητες κάθε επαγγέλματος και θα έχει ως βάση τη συνεισφορά εκάστου στα δημόσια βάρη ανάλογα με τις πραγματικές δυνάμεις του και όχι με «τεκμαρτά» και απολύτως ανύπαρκτα εισοδήματα.
Για όλους εμάς, η απόσυρση των νέων φορολογικών μέτρων αποτελεί ζήτημα ζωτικής σημασίας τόσο για την ύπαρξή μας όσο και την αξιοπρέπειά μας και ως εκ τούτου είναι ζήτημα αδιαπραγμάτευτο».