Οι γεωπολιτικές εξελίξεις και οι πολεμικές συρράξεις σε Ουκρανία και Μέση Ανατολή που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αναβίωση της ενεργειακής κρίσης αλλά και η αβεβαιότητα γύρω από την πορεία των επιτοκίων, με ανοιχτό το ενδεχόμενο περαιτέρω αυξήσεων με επιπτώσεις σε κατανάλωση και επενδύσεις, αποτελούν τους βασικούς κινδύνους για την ελληνική οικονομία με βάση τον προϋπολογισμό του 2024. Αλλά και από την πλευρά του ΟΟΣΑ, βασικές προκλήσεις για την Ελλάδα αποτελούν η ενίσχυση της παραγωγικότητας και η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
O Οργανισμός επισημαίνει ότι η χώρα μας θα πρέπει να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις ειδικά σε τομείς όπως η δικαιοσύνη, μέσα από την αύξηση της αποτελεσματικότητας του νομικού συστήματος, για παράδειγμα με την προώθηση εναλλακτικών μηχανισμών επίλυσης διαφορών.
Επίσης, τονίζεται ότι στους βασικούς κινδύνους για την ελληνική οικονομία περιλαμβάνονται :
- Τυχόν πιο επίμονος πληθωρισμός ή μια ενεργειακή κρίση καθώς θα οδηγούσαν σε μείωση της κατανάλωσης και των επενδύσεων.
- Η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής αν αναλογιστεί κανείς τις επιπτώσεις από τις πρόσφατες φυσικές καταστροφές στη Θεσσαλία. Ειδικά στο συγκεκριμένο ζήτημα, ο ΟΟΣΑ σημειώνει ότι η Ελλάδα θα πρέπει να προσαρμοστεί σε ένα πιο θερμό κλίμα, προωθώντας ευρύτερα την ασφάλιση περιουσίας για όλα τα κτίρια. Μία τέτοια ενέργεια θα μπορούσε να περιορίσει το μέγεθος των φορολογικών ενδεχομένως υποχρεώσεων που προκύπτουν από όλο και πιο σοβαρά ακραία καιρικά φαινόμενα και να βοηθήσει στην επιτάχυνση της ανοικοδόμησης μετά από ζημιές.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία
Όπως τονίζεται στον κρατικό προϋπολογισμό του 2024, η πορεία του πολέμου στην Ουκρανία και οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή μπορεί να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στη διεθνή οικονομική δραστηριότητα, ιδίως μέσω των τιμών της ενέργειας. Επιπλέον παράγοντες κινδύνου και αβεβαιότητας εντοπίζονται στην πολιτική νομισματικής σύσφιξης που ακολουθείται διεθνώς με σκοπό την καταπολέμηση των πληθωριστικών πιέσεων. Συγκεκριμένα, υφίσταται σημαντική αβεβαιότητα ως προς την πιθανότητα περαιτέρω αυξήσεων των επιτοκίων, αλλά και ως προς την ταχύτητα με την οποία η αύξηση του κόστους του χρήματος θα επηρεάσει την οικονομική δραστηριότητα και ως προς την επίδρασή της στην καταναλωτική συμπεριφορά των νοικοκυριών και στην επενδυτική ζήτηση.
Η επίδραση στο εκτιμώμενο δημοσιονομικό αποτέλεσμα για το 2024 θα είναι μία μείωση του ρυθμού ονομαστικής μεγέθυνσης του ΑΕΠ κατά 1% σε σχέση με το βασικό μακροοικονομικό σενάριο του προϋπολογισμού που προβλέπει ανάπτυξη 2,9% για το επόμενο έτος. Η μείωση του ονομαστικού ρυθμού μεγέθυνσης κατά 1% σε σχέση με το βασικό μακροοικονομικό σενάριο συνεπάγεται ότι το ΑΕΠ του 2024 (σε τρέχουσες τιμές) θα διαμορφωθεί σε 231,5 δισ. ευρώ από 222,8 δισ. ευρώ το 2023, έναντι ονομαστικού ΑΕΠ ύψους 233,8 δισ. ευρώ το 2024 σύμφωνα με το βασικό σενάριο.
Μία τέτοια μεταβολή θα οδηγούσε σε επιδείνωση του δημοσιονομικού αποτελέσματος κατά 0,5% του ΑΕΠ σε σχέση με το σενάριο του προϋπολογισμού 2024. Δηλαδή το ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης κατά ESA θα διαμορφωνόταν σε -1,6% του ΑΕΠ έναντι -1,1% του ΑΕΠ, ενώ το πρωτογενές πλεόνασμα θα διαμορφωνόταν σε 1,7% του ΑΕΠ από 2,1% του ΑΕΠ που είναι η βασική πρόβλεψη. Σε απόλυτους όρους, ο μειωμένος κατά 1% ονομαστικός ρυθμός μεγέθυνσης θα οδηγούσε σε επιπλέον δημοσιονομική επιβάρυνση της τάξης του 1,13 δισ. ευρώ.