Επιβράδυνση της ελληνικής οικονομίας στο 2% το 2024 από 2,4% που ήταν η αρχική πρόβλεψη, και αύξηση κατά 2,4% το 2025 εκτιμά ο ΟΟΣΑ. Το υψηλό κόστος ζωής και οι ζημιές από τα πρόσφατα έντονα καιρικά φαινόμενα έχουν οδηγήσει στην επιβράδυνση της πραγματικής κατανάλωσης η οποία όμως ο Οργανισμός εκτιμά ότι θα αυξηθεί στη συνέχεια καθώς η σταδιακή μείωση του πληθωρισμού και η ενίσχυση της απασχόλησης θα ενισχύσουν την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών.
Στους βασικούς κινδύνους για την ελληνική οικονομία, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, περιλαμβάνονται τυχόν πιο επίμονος πληθωρισμός ή μια ενεργειακή κρίση καθώς θα μείωναν την αύξηση της κατανάλωσης και των επενδύσεων. Στις βασικές προκλήσεις περιλαμβάνονται η ενίσχυση της παραγωγικότητας και η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Όσον αφορά το χρέος, παρά τη μείωση που καταγράφεται το επίπεδο του παραμένει υψηλό. Η επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων τουλάχιστον 1,5% του ΑΕΠ μακροπρόθεσμα και η υποστήριξη της ισχυρής ανάπτυξης είναι σημαντικές για τη δημοσιονομική βιωσιμότητα.
«Οι προοπτικές ανάπτυξης θα βελτιωθούν με την αύξηση της αποτελεσματικότητας του νομικού συστήματος, για παράδειγμα με την προώθηση εναλλακτικών μηχανισμών επίλυσης διαφορών» σημειώνει ο ΟΟΣΑ. Η προσέλκυση περισσότερων γυναικών και νέων στην απασχόληση, για παράδειγμα με την ενθάρρυνση ευέλικτων εργασιακών ρυθμίσεων και την αύξηση των κινήτρων για πρόσληψη εργαζομένων με περιορισμένη εμπειρία, παραμένει επίσης βασικό ζήτημα για την ενίσχυση περαιτέρω βελτιώσεων στο δυνητικό προϊόν. Επίσης «η προώθηση ευρύτερης ασφάλισης περιουσίας για όλα τα κτίρια θα μπορούσε να περιορίσει το μέγεθος των φορολογικών ενδεχομένων υποχρεώσεων που προκύπτουν από όλο και πιο σοβαρά ακραία καιρικά φαινόμενα και να βοηθήσει στην επιτάχυνση της ανοικοδόμησης μετά από ζημιές».
Οι βελτιώσεις στο επιχειρηματικό περιβάλλον, η αύξηση των εκταμιεύσεων κεφαλαίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η ενίσχυση των παγκόσμιων οικονομικών συνθηκών θα στηρίξουν τις επενδύσεις και τις εξαγωγές. Η μείωση του μετρούμενου πληθωρισμού θα επιβραδυνθεί από τις μισθολογικές πιέσεις που προκύπτουν από την έλλειψη εργατικού δυναμικού. Τα επιτεύγματα στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και τη μείωση του χρέους αντικατοπτρίζονται στην αξιολόγηση του δημόσιου χρέους της Ελλάδας, η οποία επέστρεψε σε επενδυτική βαθμίδα τον Σεπτέμβριο του 2023.
Με τη χαμηλή παραγωγικότητα της εργασίας ακόμη, θα πρέπει να γίνουν περαιτέρω μεταρρυθμίσεις για την άρση των εμποδίων για επενδύσεις – ιδίως στο δικαστικό σύστημα – και τη βελτίωση των δεξιοτήτων προτεραιότητες για την επίτευξη υψηλότερου βιοτικού επιπέδου και τη διασφάλιση της μακροπρόθεσμης δημοσιονομικής βιωσιμότητας. Οι πρόσφατες πυρκαγιές και πλημμύρες τονίζουν την ανάγκη προσαρμογής σε ένα θερμότερο κλίμα, ιδίως με τη διεύρυνση της ασφαλιστικής κάλυψης ακινήτων.
Με βάση τον ΟΟΣΑ, η ελληνική οικονομία παραμένει ισχυρή. Το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 1,3% τα δύο πρώτα τρίμηνα του 2023. Η ιδιωτική κατανάλωση υποστηρίχθηκε από την επέκταση της απασχόλησης, η οποία βρίσκεται στο υψηλότερο επίπεδο από το 2010, και από την επιβράδυνση του πληθωρισμού. Η ταχεία πτώση του ποσοστού ανεργίας συμβάλλει στην αύξηση των μισθών. Οι δείκτες κόστους μισθών αυξήθηκαν κατά 4,3% το έτος έως το δεύτερο τρίμηνο του 2023.
Ο συνολικός πληθωρισμός μειώθηκε στο 3,8% το έτος έως τον Οκτώβριο του 2023, καθώς οι τιμές της ενέργειας υποχώρησαν. Οι πραγματικές επενδύσεις αυξήθηκαν κατά 7,9% το έτος έως το δεύτερο τρίμηνο του 2023, παρά το αυξανόμενο κόστος δανεισμού. Οι επιχειρηματικές προσδοκίες παρέμειναν θετικές τον Οκτώβριο του 2023 και οι προσδοκίες των διαχειριστών αγορών συνέχισαν να δείχνουν προς την επέκταση της ζήτησης. Οι δασικές πυρκαγιές και οι πλημμύρες προκάλεσαν μεγάλες οικονομικές ζημιές στα μέσα του 2023, ιδίως στους τομείς της μεταποίησης και της γεωργίας.
Η σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής της ζώνης του ευρώ επιβράδυνε την αύξηση των νέων δανείων προς νοικοκυριά και επιχειρήσεις, αν και παραμένει υψηλή. Οι βελτιώσεις στην αξιολόγηση του δημόσιου χρέους της Ελλάδας αντιστάθμισαν εν μέρει τη σύσφιξη των διεθνών χρηματοοικονομικών συνθηκών: τα spread σε γερμανικά 10ετή κρατικά ομόλογα έχουν σχεδόν στο μισό από τον Οκτώβριο του 2022.
Οι τιμές της ενέργειας τον Οκτώβριο του 2023 ήταν 22% χαμηλότερες από την κορυφή τον Σεπτέμβριο του 2022. Ωστόσο, οι τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν κατά 10,3% σε ετήσια βάση έως τον Οκτώβριο του 2023. Οι τουριστικές εξαγωγές παρέμειναν, αλλά οι εξαγωγές αγαθών μειώθηκαν κατά 15% το έτος δεύτερο τρίμηνο του 2023.
Το πρωτογενές πλεόνασμα θα βελτιωθεί περαιτέρω με την Ελλάδα αναμένεται να επιτύχει αυξανόμενα πρωτογενή πλεονάσματα, από 1,1% το 2023 σε 2,1% το 2025. Αυτό θα συμβάλει σε ταχεία μείωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ από 163% το 2023 σε 152% το 2025.
Τα αυξανόμενα φορολογικά έσοδα και η σταδιακή κατάργηση των επιδοτήσεων σε ενέργεια και τρόφιμα δημιουργούν κάποιο δημοσιονομικό χώρο για νέες δημοσιονομικές παρεμβάσεις σύμφωνα με τον προϋπολογισμό της κυβέρνησης.
Μέτρα ύψους 0,7% του ΑΕΠ το 2023 και 1,1% του ΑΕΠ το 2024 αυξάνουν τα εισοδήματα των συνταξιούχων, των δημοσίων υπαλλήλων και των ομάδων χαμηλού εισοδήματος, αν και οι προηγούμενες συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις αναμένεται να περιορίσουν τις δημόσιες δαπάνες.
Η κρατική αποζημίωση για ζημιές από δασικές πυρκαγιές και πλημμύρες εκτιμάται στο 0,3% του ΑΕΠ το 2023. Η εξάλειψη των σημερινών καθυστερήσεων στην υλοποίηση των επενδύσεων από το Ταμείο Ανάκαμψης θα τονώσουν τις επενδύσεις, με τις δαπάνες να αναμένεται να αυξηθούν από 1% του ΑΕΠ το 2023 σε 2% του ΑΕΠ το 2025. Η ανάπτυξη προβλέπεται να ανακάμψει αργά.
Η ανάπτυξη της παραγωγής προβλέπεται να συγκρατηθεί στο 2,4% το 2023 και στο 2,0% το 2024 πριν άνοδος έως και 2,4% το 2025.