«Οι στόχοι της μείωσης της φοροδιαφυγής είναι δύο: Η στήριξη της κοινωνικής πολιτικής – και θα δείτε στον προϋπολογισμό του 2024 αύξηση των δαπανών για την παιδεία και την υγεία – που στηρίζεται βασικά στις παρεμβάσεις του φορολογικού νομοσχεδίου. Και στο τέλος της διαδρομής ο τελικός στόχος είναι η περαιτέρω μείωση των φορολογικών συντελεστών για όλους, στο πλαίσιο ενός πιο δίκαιου και παραγωγικού συστήματος».
Αυτό επισήμανε ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, μιλώντας την Τρίτη στο συνέδριο του Κύκλου Ιδεών με τίτλο: «Η Ελλάδα μετά VII: Ασυμμετρίες και εθνική ατζέντα».
«Κανείς δεν λέει ότι δεν υπάρχει φοροδιαφυγή. Το πρόβλημα ξεκινά όταν πας να το αντιμετωπίσεις», ανέφερε ο υπουργός. «Σήμερα το 85 % των ελεύθερων επαγγελματιών που έχουν εισόδημα αποκλειστικά από ελεύθερο επάγγελμα, δηλώνουν εισόδημα κάτω από 10.000 ευρώ. Δηλαδή κάτω από τον κατώτατο μισθό. Και πληρώνουν φόρο μαζί με το τέλος επιτηδεύματος μεσοσταθμικά 867 ευρώ, ενώ ο μέσος εργαζόμενος πληρώνει 1.160 ευρώ. Θέτω το ερώτημα σε δεξιούς, αριστερούς, φιλελεύθερους και σοσιαλιστές: το θέλουμε αυτό; Αν το θέλουμε, ας το συνεχίσουμε, αλλά να σταματήσει η συζήτηση για τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους ότι είναι τα υποζύγια του φορολογικού συστήματος», σημείωσε.
Σύμφωνα με τον κ. Χατζηδάκη, με το νομοσχέδιο δεν αυξάνονται οι φορολογικοί συντελεστές, αλλά η προσπάθεια επικεντρώνεται στη σύλληψη κρυμμένης φορολογητέας ύλης. «Είναι άλλο η στήριξη της επιχειρηματικότητας και άλλο η κάλυψη μιας παράνομης δραστηριότητας. Ξέρω ότι στεναχωρώ ανθρώπους και δεν είναι εύκολο, αλλά ας μην ιδεολογικοποιούμε τη φοροδιαφυγή», τόνισε.
Απαντώντας σε ερωτήσεις, υπογράμμισε ότι ο στόχος για αύξηση του μέσου μισθού στα 1.500 ευρώ ως το 2027 δεν είναι τόσο μακρινός, καθώς τώρα βρίσκεται στα 1.200 ευρώ. Όπως είπε, οι αυξήσεις μισθών που προηγήθηκαν δεν είχαν επίπτωση στην ανταγωνιστικότητα και την απασχόληση. Συμπλήρωσε δε πως η κυβέρνηση θα κινηθεί με τον ίδιο λελογισμένο τρόπο, συνδυάζοντας την οικονομική αποτελεσματικότητα με την κοινωνική ευαισθησία. «Δεν βάζουμε το κάρο μπροστά από το άλογο, ούτε ξεφεύγουμε από τον στόχο», είπε.
Τέλος, αναφερόμενος στη διαπραγμάτευση για τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ, εκτίμησε ότι δεν προβλέπεται να υπάρξει συμφωνία στη συνεδρίαση του Ecofin της Πέμπτης. Ανέφερε ότι η Ελλάδα είναι υπέρ μεγαλύτερης ευελιξίας, ώστε η δημοσιονομική πολιτική να μην πνίγει την ανάπτυξη. Eπανέλαβε, ωστόσο, ότι, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων, «η κυβέρνηση θα παραμείνει στον δρόμο της δημοσιονομικής σοβαρότητας και πειθαρχίας, με φιλοεπενδυτική πολιτική, που δημιουργεί θέσεις εργασίας και προϋποθέσεις για κοινωνικό μέρισμα, γιατί δεν έχουμε αμφιβολία ότι είμαστε σε συνεχή παρακολούθηση από τις αγορές και τους επενδυτές».