Κάποτε η παγκοσμιοποίηση ήταν κάτι αποκλειστικά καλό. Η αλήθεια είναι πως το άνοιγμα των οικονομιών και η ισχυρή διασύνδεσή τους έβγαλαν εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους από την απόλυτη φτώχεια. Ενώ όμως έκλεισε την ψαλίδα μεταξύ ανεπτυγμένων και φτωχών χωρών, τα χρόνια μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση και κρίση χρέους, έγινε εμφανές πως η παγκοσμιοποίηση όχι μόνο δεν πέτυχε να μειώσει τις ανισότητες στο εσωτερικό των οικονομιών της Δύσης, αλλά μάλλον βοήθησε να ανοίξουν.
Και τούτο γιατί υπήρξε μία ολόκληρη τάξη «ξεχασμένων» – εκείνων στις ζώνες της σκουριάς από την Ευρώπη έως τις ΗΠΑ, που εργάστηκαν σκληρά, είδαν τις κοινότητές τους να ακμάζουν κατά την περίοδο του βιομηχανικού θαύματος και μετά ξαφνικά βρέθηκαν να είναι οι χαμένοι της ιστορίας, όταν οι μεγάλες επιχειρήσεις έκλειναν στις περιοχές εκείνες τα εργοστάσιά τους για να μεταφέρουν τις γραμμές παραγωγής σε οικονομίες με φθηνά εργατικά χέρια και χαλαρό ρυθμιστικό πλαίσιο.
Οι «παρενέργειες» και ο νέος «κλειστός» κόσμος
Αυτή ήταν μία «παρενέργεια» της παγκοσμιοποίησης που δεν ακυρώνει τα οφέλη της, αλλά καταδεικνύει την ανάγκη παρέμβασης του κράτους εκεί που το «αόρατο χέρι» των αγορών δεν αρκεί. Τα τελευταία δύο χρόνια, ωστόσο, και ειδικά μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, όπως και τώρα με τον νέο πόλεμο Ισραήλ – Χαμάς, που είναι ακόμη πιο κοντά στη γειτονιά μας, έγινε ορατή και μία άλλη πρόκληση, που πηγάζει από την ισχυρή διασύνδεση των οικονομιών: η υπερβολική εξάρτηση για ενέργεια, τρόφιμα, ημιαγωγούς, σπάνιες γαίες, και άλλα κρίσιμα αγαθά και υπηρεσίες, από δυνάμεις που δεν μοιράζονται πάντα τις αξίες και τους στόχους της Δύσης.
Σε αυτό το περιβάλλον των οξυμένων γεωπολιτικών ανταγωνισμών, η διασύνδεση εκλαμβάνεται συχνά ως απειλή για την εθνική ασφάλεια, παρά ως κέρδος. Και στόχος πολλών οικονομιών είναι η απεξάρτηση από τρίτες χώρες και η ενίσχυση της αυτάρκειας και της αυτονομίας. Ο νέος πολυπολικός κόσμος της αστάθειας είναι ένας κόσμος πιο «κλειστός». Μεγάλη πρόκληση για μικρές οικονομίες όπως η ελληνική, είναι το πώς θα την κρατήσουμε ανοιχτή, πώς θα ενισχύσουμε την εξωστρέφειά και την ανταγωνιστικότητά της, θωρακίζοντας την παράλληλα από το γεωπολιτικό ρίσκο και τους άλλους εξωτερικούς κινδύνους.
Αυτό είναι ένα από τα κεντρικά θέματα, που θα συζητηθούν αναλυτικά στο Οικονομικό – Επιχειρηματικό Συνέδριο της Ναυτεμπορικής, που θα πραγματοποιηθεί στις 22 Νοεμβρίου στο Ζάππειο Μέγαρο. Κυβερνητικοί αξιωματούχοι, επιχειρηματίες, εκπρόσωποι παραγωγικών φορέων και αναλυτές θα θέσουν επί τάπητος προκλήσεις και ευκαιρίες υπό το πρίσμα των γεωπολιτικών εντάσεων και της ανάγκης για θωράκιση της εθνικής ασφάλειας.
Ο αλληλεξαρτώμενος κόσμος, το ρίσκο και η θέση της Ελλάδας
Τον Απρίλιο του 2023, ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ, Τζέικ Σάλιβαν, εξέπληξε πολλούς, όταν είπε με σαφήνεια πως οι δεκαετίες απελεύθερωσης των αγορών είχαν αποδυναμώσει την εθνική ασφάλεια της χώρας. «Η αγνόηση των οικονομικών εξαρτήσεων που είχαν δημιουργηθεί κατά τη διάρκεια των δεκαετιών της απελευθέρωσης έχει γίνει πραγματικά επικίνδυνη – από την ενεργειακή αβεβαιότητα στην Ευρώπη έως τις ευπάθειες της εφοδιαστικής αλυσίδας σε ιατρικό εξοπλισμό, ημιαγωγούς και κρίσιμα ορυκτά», προειδοποίησε ο Σάλιβαν. «Αυτά είναι τα είδη εξαρτήσεων που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν για οικονομική ή γεωπολιτική μόχλευση» εξήγησε.
Τα τελευταία χρόνια ο ορισμός της ασφάλειας έχει επεκταθεί πέρα από θέματα που σχετίζονται με τον πόλεμο και την τρομοκρατία σε οικονομικά και περιβαλλοντικά ζητήματα, όπως η επισιτιστική επάρκεια, ο ενεργειακός εφοδιασμός, ο πληθωρισμός και η κλιματική αλλαγή. Όλα αυτά βρίσκονται στον «πυρήνα» των αποφάσεων των οικονομικών επιτελείων και των επιχειρηματικών συμβουλίων και συνδέονται άμεσα με το αίσθημα της ασφάλειας.
Η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, πρόσφατα χρησιμοποίησε τον όρο «απο-ρισκοποίηση», τη διαδικασία διαχείρισης των τρωτών σημείων που δημιουργούνται σε έναν αλληλεξαρτώμενο κόσμο. Είναι από τους αξιωματούχους που πιστεύουν ότι η δουλειά κυβερνήσεων και Ε.Ε. είναι να διατηρούν όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος της οικονομίας ανέπαφο, εκτονώνοντας ταυτόχρονα τις πιο επείγουσες απειλές για την ασφάλεια.
Αυτό το τεράστιο έργο δεν εμπίπτει αποκλειστικά ούτε στον τομέα της παραδοσιακής εθνικής ασφάλειας ούτε σε εκείνον της οικονομίας και της ελεύθερης αγοράς. Οι δύο αυτοί τομείς είναι πια άρρηκτα συνδεδεμένοι και για οικονομίες όπως η δική μας, που παλεύουν να πρωταγωνιστήσουν σε μία άκρως ευαίσθητη γεωπολιτικά περιοχή, είναι κρίσιμο να γίνει αυτό κατανοητό. Η πορεία για την Ελλάδα 2.0 δεν είναι χωρίς εμπόδια. Αλλά οι αλλεπάλληλες κρίσεις που έχουμε βιώσει από το 2010 και έπειτα, αν κάτι μας έμαθαν, είναι πως η στασιμότητα και η φοβική αντιμετώπιση των πραγμάτων δεν βοηθούν. Χρειάζεται σχέδιο και δράση.