Την εκτίμηση ότι δεν θα συνεχιστεί η άνοδος των επιτοκίων εξέφρασε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ) Γιάννης Στουρνάρας, εκτιμώντας ότι η αποκλιμάκωσή τους θα ξεκινήσει από τα μέσα της επομένης χρονιάς.
Σε συνέντευξη που παραχώρησε στη γερμανική εφημερίδα Ηandelsblatt, ο κ. Στουρνάρας ανέφερε ότι τα «επιτόκια έχουν φθάσει στο υψηλότερο επίπεδο τους», διευκρινίζοντας ωστόσο ότι αυτή είναι η προσωπική του γνώμη.
Σε ό,τι αφορά το πότε θα αρχίσει η αποκλιμάκωση τους, σημείωσε ότι «με την πρόσθετη αβεβαιότητα λόγω της σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή, είναι ακόμη πιο δύσκολο να απαντήσω. Και πάλι κατά την προσωπική μου άποψη, θα ξεκινούσα να σκέφτομαι να μειώσω τα επιτόκια, αν ο πληθωρισμός στα μέσα του 2024 μειωθεί κάτω από το όριο του 3% σε μόνιμη και διατηρήσιμη βάση». Εξέφρασε, δε, την ελπίδα ότι την ίδια άποψη συμμερίζονται και πολλοί άλλοι Κεντρικοί Τραπεζίτες που μετέχουν στο Δ.Σ της ΕΚΤ.
Για το ζήτημα της ανόδου των αποδόσεων των ομολόγων και τους κινδύνους που προκαλεί αυτό στην αναχρημάτοδοση του Δημόσιου Χρέους ο κ. Στουρνάρας ανέφερε ότι ειδικά για την Ελλάδα η όλη κατάσταση αποτελεί «μια ευχάριστη έκπληξη, καθώς οι ανάγκες αναχρηματοδότησης του χρέους είναι μικρές, η επίδραση της διαφοράς ρυθμού ανάπτυξης-επιτοκίου είναι πολύ ευνοϊκή και υπάρχουν πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα. Δικαιούμαστε να κοιμόμαστε ήσυχοι τα βράδια, ιδίως μετά από όσα έχουμε υποφέρει στο παρελθόν».
Επεσήμανε, δε, ότι η χώρα μας έχει ξεπεράσει οριστικά την κρίση καθώς όπως είπε χαρακτηριστικά: «Πέρα από τις ευνοϊκές οικονομικές και δημοσιονομικές εξελίξεις, φαίνεται ότι ο ελληνικός λαός αποφάσισε να απορρίψει τον λαϊκισμό. Η αλήθεια είναι ότι υπήρξαμε οι πρώτοι που ασπαστήκαμε τον λαϊκισμό, αλλά ήμασταν επίσης και οι πρώτοι που τον αποκηρύξαμε. Σήμερα υπάρχει ένας σαφής πολιτικός ορίζοντας. Ο ελληνικός λαός φαίνεται να εκτιμά τη δημοσιονομική και χρηματοπιστωτική σταθερότερα πολύ περισσότερο από ό,τι στο πρόσφατο παρελθόν».
Παραδέχθηκε ωστόσο ότι η ελληνική οικονομία απέχει ακόμη πολύ από τα προ της κρίσεως επίπεδα, ωστόσο τα τελευταία χρόνια φαίνεται να υπάρχει συνεχής πρόοδος σε όλα τα μέτωπα και ταχεία σύγκλιση προς το κατά κεφαλήν εισόδημα των χωρών της ευρωζώνης, παράλληλα με την ταχεία δημοσιονομική προσαρμογή.
«Την κρίση την έχουμε ξεπεράσει, με την έννοια ότι τα θεμελιώδη μακροοικονομικά μεγέθη είναι πολύ πιο σταθερά και ισορροπημένα σήμερα. Έχουμε λύσει τα πρωτεύοντα προβλήματα του παρελθόντος που οδηγήσαν στην κρίση ή ήταν συνέπεια της κρίσης, όπως οι πολύ υψηλές ανάγκες αναχρηματοδότησης του χρέους, τα υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματα, ζητήματα χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, ανακεφαλαιοποίηση τραπεζών, και τώρα μένει να επιλύσουμε ορισμένα, θα έλεγα δευτερεύοντα προβλήματα, όπως η αποτελεσματική λειτουργία του κράτους, οι καθυστερήσεις στην απονομή της δικαιοσύνης, η ποιότητα των υποδομών» σημείωσε ο διοικητής της ΤτΕ.