Επιδείνωση στο ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης προκαλεί η αύξηση του κόστους εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους, λόγω των παρενεργειών των αυξήσεων των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Οι τόκοι του δημόσιου χρέους αναμένεται να διαμορφωθούν στο 3,3% του ΑΕΠ για το σύνολο του 2023, ενώ «φοβίζουν» τα πολυετή ρεκόρ στην παγκόσμια αγορά ομολόγων και ο ΟΔΔΗΧ ετοιμάζει «αντίμετρα» για να αποφευχθεί περαιτέρω επιδείνωση.
Αναλυτικότερα, η κυβέρνηση αναθεώρησε τον στόχο για το φετινό πρωτογενές πλεόνασμα βάζοντας τον πήχη στο 1,1% από 0,7%. Εκτιμά ότι θα παραγάγει πρωτογενές πλεόνασμα 2,56 δισ. ευρώ μέχρι το τέλος του χρόνου σε επίπεδο γενικής κυβέρνησης έναντι στόχου για πλεόνασμα 1,668 δισ. ευρώ.
Όμως, σε επίπεδο ισοζυγίου γενικής κυβέρνησης, ο στόχος αναθεωρείται προς τα κάτω και αυτό οφείλεται στην αύξηση των τόκων εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους. Το ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης θα κλείσει με έλλειμμα 4,81 δισ. ευρώ έναντι αρχικής πρόβλεψης για έλλειμμα 4,46 δισ. ευρώ. Παρά το γεγονός δηλαδή ότι το πρωτογενές πλεόνασμα εμφανίζεται να βελτιώνεται κατά 900 εκατ. ευρώ έναντι του στόχου, το τελικό αποτέλεσμα επιδεινώνεται κατά περίπου 350 εκατ. ευρώ. Αυτή η διαφορά δικαιολογείται από το κονδύλι των τόκων. Ενώ με την κατάρτιση του προϋπολογισμού προβλεπόταν ότι οι τόκοι για την εξυπηρέτηση του χρέους θα δια- μορφώνονταν σε 6,13 δισ. ευρώ, τελικώς το κονδύλι θα φτάσει στα 7,37 δισ. ευρώ, προσαυξανόμενο περισσότερο από 1,2 δισ. ευρώ.
Οι τόκοι φτάνουν πλέον να αντιστοιχούν στο 3,3% του ΑΕΠ από 2,7% που είχε προβλεφθεί με την κατάρτιση του προϋπολογισμού και 2,4% που ήταν η αντίστοιχη περσινή επίδοση.
Από το προσχέδιο του προϋπολογισμού προκύπτει ότι για το 2024 προβλέπεται ότι οι τόκοι εξυπηρέτησης του χρέους θα κινηθούν -πάνω-κάτω- στα ίδια επίπεδα με το 2023. Το προσχέδιο αναγράφει δαπάνη 7,49 δισ. ευρώ, με την αναλογία ως προς το ΑΕΠ να πέφτει οριακά στο 3,2% λόγω της αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ. Η μεγάλη αβεβαιότητα έχει να κάνει με την εξέλιξη των αποδόσεων των ομολόγων μέσα στο επόμενο έτος. Ήδη, η παγκόσμια αγορά κινείται σε αχαρτογράφητα νερά. Η απόδοση του αμερικανικού 10ετούς επέστρεψε χθες στα προ 17ετίας επίπεδα (με απόδοση κοντά στο 4,8% που είναι και το υψηλότερο ποσοστό από το 2007), ενώ το γερμανικό ομόλογο έσπασε -έστω και στιγμιαία- το όριο του 3% για πρώτη φορά από το 2011. Δώδεκα χρόνια πίσω στον χρόνο γύρισε και το ιταλικό ομόλογο, ενώ το ελληνικό 10ετές έχει καταγράψει άνοδο περίπου 0,9% από τον Ιούνιο και διαμορφώνεται τώρα στο 4,4%.
Δύο «εργαλεία»
Για να συγκρατηθεί η δαπάνη των τόκων ο ΟΔΔΗΧ έχει στη διάθεσή του τα ακόλουθα «εργαλεία»:
- Την ενεργοποίηση των SWAPs, των συμβολαίων δηλαδή αντιστάθμισης του επιτοκιακού κινδύνου, που πλέον έχουν αρχίσει να αποφέρουν κέρδη σε αντίθεση με τα προηγούμενα χρόνια που προκαλούσαν «ζημιά». Για παράδειγμα, το 2021 -πριν ξεκινήσει δηλαδή το ράλι των επιτοκίων- οι τόκοι προ SWAP ανέρχονταν στα 4,5 δισ. ευρώ ενώ οι τόκοι μετά SWAP στα 5,967 δισ. ευρώ. Το 2022, το σκηνικό ήταν ανάλογο: τόκοι προ SWAP 4,917 δισ. ευρώ και μετά SWAP 6 δισ. ευρώ. Όμως, το 2023 και το 2024 η διαφορά είναι πλέον αρνητική. Δηλαδή, αντί το Δημόσιο να χάνει, κερδίζει από τα συγκεκριμένα συμβόλαια. Για το 2023, οι τόκοι από τα 7,45 δισ. ευρώ (σε ταμειακή βάση) περιορίζονται στα 6,5 δισ. ευρώ μετά τα SWAPS, ενώ για το 2024 εκτιμάται ότι το ποσό θα πέσει από τα 7,7 δισ. ευρώ στα 6,35 δισ. ευρώ. Να σημειωθεί ότι τα κέρδη από τα SWAPS εγγράφονται ως έσοδα στον κρατικό προϋπολογισμό (από τόκους) και γι’ αυτό τον λόγο επηρεάζουν θετικά το πρωτογενές αποτέλεσμα. Αντίθετα, οι τόκοι εξυπηρέτησης του χρέους εμφανίζονται στην τελευταία «γραμμή» του προϋπολογισμού και επιβαρύνουν το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης, άρα και το χρέος.
- Τις πρόωρες αποπληρωμές χρέους με την αξιοποίηση των ταμειακών διαθεσίμων. Προτεραιότητα έχει δοθεί -μετά την εξόφληση του ΔΝΤ- στην αποπληρωμή των διμερών δανείων που έχει συνάψει η χώρα (των λεγόμενων GLFs). Πρόκειται για ένα υπόλοιπο χρέους της τάξεως των 44,8 δισ. ευρώ, που όμως επιβαρύνει την Ελλάδα με κυμαινόμενο επιτόκιο, άρα και πολλούς τόκους. Τον Δεκέμβριο θα δρομολογηθεί η πρόωρη αποπληρωμή δύο ετήσιων δόσεων (συνολικά 5,3 δισ. ευρώ), ενώ αντίστοιχη κίνηση θα εξεταστεί και μέσα στο 2024. Μείωση των οφειλών θα σχεδιαστεί και για τα έντοκα γραμμάτια του ελληνικού Δημοσίου, τα οποία έχουν υπόλοιπο 11,8 δισ. ευρώ αυτή τη στιγμή. Και τα έντοκα προκαλούν σημαντικές επιβαρύνσεις σε επίπεδο τόκων, καθώς, με τις συχνές λήξεις, ο ΟΔΔΗΧ ανανεώνει το χρέος με μεγαλύτερο κόστος.
Δημοπρασία εντόκων
«Τσίμπησε» η απόδοση των εντόμων γραμματίων διάρκειας 13 εβδομάδων στη χθεσινή δημοπρασία του ΟΔΔΗΧ, φτάνοντας στο 3,9% από 3,72% που ήταν το κόστος δανεισμού στην προηγούμενη έκδοση που έγινε στις 2 Αυγούστου. Το συνολικό αποδεκτό ποσό διαμορφώθηκε και πάλι στα 812,5 εκατ. ευρώ, ενώ οι προσφορές ανήλθαν στο 1,014 δισ. ευρώ από 1,168 δισ. ευρώ τον Αύγουστο. Στα τρίμηνης διάρκειας έντοκα γραμμάτια δεν θα υπάρχει συμμετοχή των φυσικών προσώπων όπως στα εξάμηνης και 12μηνης διάρκειας.