Με συντριπτική πλειοψηφία (28-3) της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, δικαιώθηκαν συνταξιούχοι δικαστές για τις συντάξεις τους. Οι σύμβουλοι του Ελεγκτικού Συνεδρίου, μετά και την απόφαση που έλαβε το Μισθοδικείο για τον πρώην πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου Νίκο Αγγελάρα, αποφάνθηκαν ότι εφαρμοστέες για τον καθορισμό του ύψους των συντάξεων των πρώην δικαστών, εισαγγελέων και μελών του Νομικού Σμβουλίου του Κράτους, είναι οι προισχύσασες διατάξεις του “νόμου Κατρούγκαλου” (πριν του 2012).
Παράλληλα κρίθηκε ότι το καταβλητέο ποσό της σύνταξης υπόκειται μόνο στις περικοπές και τις κρατήσεις που δεν αντίκεινται σε υπερνομοθετικής ισχύος κανόνες, σύμφωνα με όσα έχουν κριθεί από το Μισθοδικείο και το Ελεγκτικό Συνέδριο.
Πάνω του 60% των αποδοχών των ενεργεία συναδέλφων τους
Οι συντάξεις των απόμαχων δικαστών, μετά την απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, πρέπει να προσδιοριστούν σε επίπεδα πάνω του 60% των αποδοχών των ενεργεία συναδέλφων τους, όπως έχει αποφανθεί το Μισθοδικείο.
Στη απόφαση αναφέρεται ότι «αρμόδιο για τον καθορισμό του χρονικού σημείου έναρξης των αποτελεσμάτων απόφασης επί τρίτων προσώπων, στα οποία εκτείνεται κατά το Σύνταγμα η δικαιοδοσία του, είναι το ειδικό κατά το άρθρο 88 παρ. 2 του Συντάγματος Δικαστήριο».
Η απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου αφορά μόνο όσους έχουν προσφύγει στο Ανώτατο Δημοσιονομικό Δικαστήριο. Για τους λοιπούς συνταξιούχους είναι θέμα της Κυβέρνησης τι θα πράξει, καθώς η καταβολή της αναδρομικής διαφοράς για όλους τους συνταξιούχους δικαστές είναι πολύ μεγάλη οικονομική επιβάρυνση, με την μειοψηφία των τριών μελών της Ολομέλειας του ΕΣ, να επισημαίνει ότι πρέπει να δοθεί στην Κυβέρνηση ο απαιτούμενος χρόνος προσαρμογής προς την επίμαχη απόφαση.
Σύμφωνα με τα κριθέντα από τα δικαστήρια οι διατάξεις των άρθρων 1, 2, 4, 6, 7 και 8 του ν. 4387/2016, αντίκεινται, στις διατάξεις του άρθρου 26 του Συντάγματος και στις εξειδικεύουσες αυτές, ως προς τη δικαστική εξουσία, διατάξεις των άρθρων 87 παρ. 1 και 88 παρ. 2 του Συντάγματος, οι οποίες επιτάσσουν τη χορήγηση στους δικαστικούς λειτουργούς σύνταξης που να μην αποκλίνει ουσιωδώς από τις αποδοχές των εν ενεργεία δικαστικών λειτουργών, οι οποίοι έχουν τον αυτό βαθμό με εκείνον που κατείχαν οι συνταξιούχοι κατά την έξοδό τους από την ενεργό υπηρεσία, ώστε να διασφαλίζεται σε αυτούς επίπεδο αξιοπρεπούς διαβίωσης, ανάλογο με το κύρος και την αποστολή του λειτουργήματος που ασκούσαν
Όπως επισημαίνει στο Ε.Σ. σε ανάρτησή του «σε υποθέσεις συνταξιούχων δικαστικών λειτουργών το Ελεγκτικό Συνέδριο υποχρεούται να σέβεται τις επί νομικών ζητημάτων κρίσεις του ειδικού κατά το άρθρο 88 παρ. 2 του Συντάγματος Δικαστηρίου (Μισθοδικείου), που έχει τη σχετική πρωτογενή εκ του Συντάγματος δικαιοδοσία».
Ακόμα, αναφέρει το Ε.Σ. ότι «η εκ του άρθρου 88 παρ. 2 του Συντάγματος υποχρέωση για παροχή πλήρους δικαστικής προστασίας από την προσβολή των συνταξιοδοτικής φύσης δικαιωμάτων των δικαστικών λειτουργών και η εντεύθεν διασφάλιση της πρακτικής αποτελεσματικότητας του δικαιώματος του οποίου η προσβολή διαγνώστηκε με απόφαση του ειδικού Δικαστηρίου, επιβάλλει όπως η συνταξιοδοτική Διοίκηση, μετά τη δικαστική διάγνωση της αντισυνταγματικότητας μειώσεων σε σύνταξη δικαστικού λειτουργού, προβεί, εφ’ όσον τούτο ζητηθεί και ανεξαρτήτως αν η απόφαση του εν λόγω Δικαστηρίου αφορούσε στον ίδιο τον αιτούντα, σε νέο, σύμφωνο με το Σύνταγμα, υπολογισμό της σύνταξης, εκδίδοντας νέα εκτελεστή διοικητική πράξη· τυχόν δε άρνηση να ενεργήσει σχετικώς αποτελεί απορριπτική εκτελεστή διοικητική πράξη που προσβάλλεται με έφεση ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου».