Η DBRS έδωσε τελικά στην Ελλάδα την πολυπόθητη επενδυτική βαθμίδα. Ο οίκος αξιολόγησης αναβάθμισε το ελληνικό αξιόχρεο σε ΒΒΒ (χαμηλό) από ΒΒ (υψηλό), επίπεδο επενδυτικής βαθμίδας. Η απόφαση αυτή έρχεται ως συνέχεια των αποφάσεων που έλαβαν δύο οίκοι αξιολόγησης, η Scope και η ιαπωνική R&I, που ήδη έχουν δώσει την επενδυτική βαθμίδα στην Ελλάδα, χωρίς ωστόσο να αναγνωρίζονται από την ΕΚΤ.
Αξίζει να θυμηθούμε πώς διολισθήσαμε στην κατηγορία των «σκουπιδιών» (junk), στην οποία και μείναμε κολλημένοι για πάνω από 13 χρόνια.
- Στις 14 Ιουνίου 2010 ο οίκος αξιολόγησης Moody’s ήταν ο πρώτος που έθεσε τη χώρα μας εκτός επενδυτικής βαθμίδας, οδηγώντας την Ελλάδα κατά τέσσερις βαθμίδες χαμηλότερα από το προηγούμενο επίπεδο της επενδυτικής του αξιολόγησης, δηλαδή από Α3 σε Βa1.
- Στις 14 Ιανουαρίου 2011 ο οίκος αξιολόγησης Fitch πράττει αντιστοίχως οδηγώντας την Ελλάδα από το επίπεδο ΒΒΒ- στο ΒΒ. Ακολούθησαν όλοι οι οίκοι μια αντίστοιχη διαδρομή, τόσο οι αναγνωρισμένοι από την ΕΚΤ όσο και οι μη αναγνωρισμένοι.
- Στις 9 Μαρτίου ολοκληρώθηκε η γνωστή σε όλους μας διαδικασία «κουρέματος» του ελληνικού χρέους. Η συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα έφτασε το 95,7%. Με το PSI διεγράφησαν 106 δισ. ευρώ από το χρέος, από τα 130 δισ. που προβλέπονταν. Ποσό 49 δισ. ευρώ κατατέθηκε για την ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος, ενώ «κουρεύτηκε» το 53,5% των ομολόγων 206 δισ. ευρώ.
- H xώρα ωστόσο χρεοκοπεί τεχνικά το 2015, καθώς δεν πληρώθηκε προγραμματισμένη δόση δανείου προς το ΔΝΤ, με αποτέλεσμα η Ελλάδα από την 1η Ιουλίου του 2015 να θεωρείται μια χώρα σε διαδικασία default, σύμφωνα με τους κανονισμούς του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
- Τότε εισάγονται έλεγχοι κεφαλαίου, οι οποίοι θα πάψουν αρκετά αργότερα και συγκεκριμένα την 1η Σεπτεμβρίου 2019. Στις 5 Απριλίου 2022 ολοκληρώθηκε η αποπληρωμή του χρέος προς το ΔΝΤ, πρόωρα.
- Σε όλο αυτό το διάστημα, τόσο τα ομόλογα της χώρας όσο και οι ίδιες οι τράπεζες υποβαθμίζονται σε junk, δηλαδή «σκουπίδια».
- Από το 2018 το κλίμα αντιστρέφεται και αρχίζουν οι αναβαθμίσεις. Ωστόσο, αυτές διατηρούν πιο αργούς ρυθμούς στις τράπεζες ακόμη και όταν ήρθησαν τα capital controls. Η σημαντική αιτία γι’ αυτό ήταν τα κόκκινα δάνεια τα οποία περιορίζονται αισθητά το 2022.