Skip to main content

Πρόστιμο 500 ευρώ από εφορία για μη έκδοση απόδειξης 1 ευρώ!

(ΑΡΓΥΡΩ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ/EUROKINISSI)

Η υπόθεση με το... κρεμμυδάκι λιανοπωλητή λαϊκής αναδεικνύει τις στρεβλώσεις στο ποινολόγιο της ΑΑΔΕ

Την επιβολή προστίμου 500 ευρώ από την εφορία κόστισε σε λιανοπωλητή οπωρολαχανικών η μη έκδοση μιας μόνο απόδειξης αξίας 1 ευρώ, με τους ελεγκτές της ΑΑΔΕ να εφαρμόζουν αυστηρά την ισχύουσα νομοθεσία.

Η παράβαση διαπιστώθηκε σε επιτόπιο φορολογικό έλεγχο που διενεργήθηκε στις 11-6-2022 στον πάγκο πώλησης των προϊόντων του συγκεκριμένου λιανοπωλητή στη λαϊκή αγορά όπου αυτός ασκούσε τη δραστηριότητά του.

Η αναντιστοιχία του προστίμου με την αξία της μη εκδοθείσας απόδειξης οφείλεται στο γεγονός ότι η ισχύουσα φορολογική νομοθεσία (ο Κώδικας Φορολογικών Διαδικασιών) προβλέπει, για την παράβαση της μη έκδοσης αποδείξεως λιανικών συναλλαγών,ελάχιστο όριο επιβολής προστίμου ανά φορολογικό έλεγχο, το οποίο για τους συγκεκριμένους επιτηδευματίες, οι οποίοι τηρούν απλογραφικά βιβλία, ανέρχεται σε 250 ευρώ ανά έλεγχο ανεξαρτήτως του πλήθους και της αξίας των μη εκδοθεισών αποδείξεων.

Το πρόστιμο αυτό σε περίπτωση υποτροπής εντός 5ετίας, δηλαδή σε περίπτωση διαπίστωσης ίδιας παράβασης μέσα στα επόμενα 5έτη, διπλασιάζεται και φθάνει στα 500 ευρώ, ενώ σε κάθε επόμενη υποτροπή φθάνει τα 1.000 ευρώ. Στον συγκεκριμένο φορολογούμενο επιβλήθηκε πρόστιμο 500ευρώ επειδή διαπιστώθηκε ότι πριν από 3 χρόνια, το 2019, είχε διαπράξει ίδια παράβαση, δηλαδή ήταν υπότροπος.

Ειδικότερα, οι διατάξεις πάνω στις οποίες στηρίχθηκε η εφορία και του επέβαλε το πρόστιμο περιλαμβάνονται στο άρθρο 58Α του Κώδικα Φορολογικών Διαδικασιών και προβλέπουν τα εξής:

Σε περίπτωση μη έκδοσης παραστατικού πωλήσεων (φορολογικού στοιχείου) ή έκδοσης ή λήψης ανακριβούς στοιχείου για πράξη που επιβαρύνεται με ΦΠΑ, επιβάλλεται πρόστιμο 50% επί του φόρου που θα προέκυπτε από το μη εκδοθέν στοιχείο ή επί της διαφοράς, αντίστοιχα. Το πρόστιμο αυτό δεν μπορεί να είναι κατώτερο, αθροιστικά ανά φορολογικό έλεγχο, των 250 ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος, και των 500 ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος.

Σε περίπτωση διαπίστωσης,στο πλαίσιο μεταγενέστερου ελέγχου, εκ νέου διάπραξης της ίδιας παράβασης, εντός πενταετίας από την έκδοση της αρχικής πράξης, επιβάλλεται πρόστιμο 100% επί του φόρου που θα προέκυπτε από το μη εκδοθέν στοιχείο ή επί της διαφοράς, αντίστοιχα, το οποίο δεν μπορεί να είναι κατώτερο, αθροιστικά ανά φορολογικό έλεγχο, των 500 ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος και των1.000 ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος. Στην περίπτωση κάθε επόμενης ίδιας παράβασης στο πλαίσιο μεταγενέστερου ελέγχου εντός πενταετίας από την έκδοση της αρχικής πράξης, επιβάλλεται πρόστιμο 200% επί του φόρου που θα προέκυπτε από το μη εκδοθέν στοιχείο ή επί της διαφοράς, αντίστοιχα, το οποίο δεν μπορεί να είναι κατώτερο, αθροιστικά ανά φορολογικό έλεγχο, των1.000 ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος και των 2.000 ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος.

Δυσανάλογα πρόστιμα

Όπως γίνεται αντιληπτό από τις παραπάνω διατάξεις, προκύπτουν πρόστιμα ύψους δυσανάλογου της αξίας των μη εκδοθεισών αποδείξεων στις περιπτώσεις που τα ποσά τους είναι ευτελή, όπως στη συγκεκριμένη περίπτωση του λιανοπωλητή, και αντιθέτως προκύπτουν πραγματικά αναλογικά ποσά προστίμων της τάξεως του 50% του μη αποδοθέντος ΦΠΑ όταν τα ποσά των μη εκδοθεισών αποδείξεων είναι πολύ μεγάλα.

Για παράδειγμα, εάν ένας επιτηδευματίας με απλογραφικά βιβλία διαπιστωθεί ότι δεν εξέδωσε 10 αποδείξεις συνολικής αξίας 10 ευρώ στην οποία ενσωματώνεται ΦΠΑ 1,2 ευρώ, το πρόστιμο δεν ανέρχεται στο 50% του διαφυγόντος ΦΠΑ του 1,2 ευρώ, δηλαδή σε 0,6 ευρώ αλλά στο ελάχιστο ποσό των 250 ευρώ. Εάν ένας άλλος επιτηδευματίας με απλογραφικά βιβλία διαπιστωθεί ότι δεν εξέδωσε 260 αποδείξεις συνολικής αξίας 2.600 ευρώ στην οποία ενσωματώνεται ΦΠΑ 503,22 ευρώ,το πρόστιμο θα υπολογιστεί στο 50% του διαφυγόντος ΦΠΑ των 503,22 ευρώ, δηλαδή στα 251,61 ευρώ, σχεδόν στο ίδιο ύψος με το πρόστιμο του άλλου επιτηδευματία που απέκρυψε μόλις 10 ευρώ εισπράξεις! Στην περίπτωση του οπωρολαχανοπώλη, με πράξη επιβολής προστίμου του άρθρου58Α ΚΦΔ που εκδόθηκε την 1η-3-2023 από την αρμόδια ΔΟΥ επιβλήθηκε πρόστιμο ύψους 500,00ευρώ, επειδή, για δεύτερη φορά εντός πενταετίας από την έκδοση της αρχικής πράξης, υπέπεσε στην παράβαση της μη έκδοσης φορολογικού στοιχείου και συγκεκριμένα δεν εξέδωσε απόδειξη λιανικής πώλησης αξίας 1,00 ευρώ (καθαρής αξίας 0,88 ευρώ και ΦΠΑ 0,12 ευρώ).

Απόρριψη προσφυγής

Στην υπόθεσή αυτή υπάρχει ακόμη και το εξής αξιοσημείωτο. Ο φορολογούμενος προσέφυγε στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών(ΔΕΔ) της ΑΑΔΕ, ζητώντας τη διαγραφή του προστίμου και προβάλλοντας ως αιτιολογικό ότι: «Κατά τον χρόνο του ελέγχου είχε απομακρυνθεί από τον πάγκο του και στη θέση του, φιλικό πρόσωπο που βρισκόταν εκεί, έδωσε ένα ματσάκι κρεμμύδια σε ηλικιωμένη πελάτισσα και έλαβε το ευτελές ποσό του ενός ευρώ, χωρίς να εκδώσει το αντίστοιχο φορολογικό στοιχείο, ενώ ο ίδιος είχε δώσει ρητή εντολή να μην προβεί σε πωλήσεις και να μη χρησιμοποιήσει την ταμειακή μηχανή. Συνεπώς,η παράβαση οφείλεται σε αμελή συμπεριφορά φιλικού του προσώπου, το οποίο δεν είναι υπάλληλός του ή προστηθείς, ώστε να τον βαρύνει οποιαδήποτε ευθύνη από τις ενέργειές του. Επιπλέον, το ποσό που ωφελήθηκε είναι ένα ιδιαίτερα ευτελές ποσό, για το οποίο προφανώς δεν είχε καμία πρόθεση αποκόμισης κέρδους».

Ωστόσο, η ΔΕΔ απέρριψε την προσφυγή του και επικύρωσε το πρόστιμο των 500 ευρώ.