Skip to main content

ΠΟΜΙΔΑ: Καταστροφικά τα μονομερή μέτρα κατά της βραχυχρόνιας μίσθωσης – Τεράστια ζημιά στα δημόσια έσοδα

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ/ EUROKINISSI

Τα προωθούμενα μέτρα οδηγούν όχι σε ρύθμιση, αλλά σε «πογκρόμ» κατά των ιδιοκτητών ακινήτων, προειδοποιεί η Ομοσπονδία

Επιστολή στον πρωθυπουργό και στους αρμόδιους υπουργούς με την οποία ζητεί να μην προχωρήσει η κυβέρνηση σε μονομερή μέτρα κατά της βραχυχρόνιας μίσθωσης απέστειλε η ΠΟΜΙΔΑ, προειδοποιώντας μεταξύ άλλων για την «τεράστια ζημιά που θα προκληθεί στα δημόσια έσοδα».

«Με θλίψη μας διαβάζουμε και πάλι στον Τύπο ότι η κυβέρνηση, υπό την ασφυκτική πίεση του ξενοδοχειακού κλάδου, ετοιμάζεται να νομοθετήσει μέτρα για την ‘πάταξη’ ενός θεσμικού πυλώνα του τουριστικού προϊόντος της χώρας μας, της βραχυχρόνιας μίσθωσης κατοικιών, επιβάλλοντας περιορισμούς και επιβαρύνσεις που θα την καταστήσουν μη βιώσιμη» σημειώνει η Ομοσπονδία στην επιστολή της.

Όπως επισημαίνει η ΠΟΜΙΔΑ «τα μονομερή μέτρα που προαναγγέλονται κατά της βραχυχρόνιας μίσθωσης, οδηγούν όχι σε ρύθμιση, αλλά σε πραγματικό ‘πογκρόμ’ κατά των ιδιοκτητών ακινήτων, των διαχειριστών της, των υπαλλήλων και των οικογενειών τους αλλά και προμηθευτών, επιχειρηματιών, καταστηματαρχών και των τοπικών κοινωνιών της χώρας μας». Τονίζει ακόμη πως «θα είναι πραγματικά κρίμα, η κυβέρνηση να καταστρέψει έναν τόσο δυναμικό κλάδο της οικονομίας και του τουρισμού της χώρας μας, με ποσοστό φορολογικής συμμόρφωσης που φτάνει το 90%, και έσοδα 600 εκατ. ευρώ από τις σχετικές πλατφόρμες».

Η Ομοσπονδία σημειώνει πως οι σχετικές διαβουλεύσεις διεξάγονται μονομερώς και χωρίς οι ιδιοκτήτες να έχουν κληθεί να διατυπώσουν τις απόψεις τους και στο πλαίσιο αυτό καλεί την κυβέρνηση να λάβει υπ’όψιν της «τις εξής πολύ σημαντικές παραμέτρους του όλου θέματος:

  1. Η ανάπτυξη της βραχυχρόνιας μίσθωσης είναι παγκόσμιο φαινόμενο. Η τεράστια χρησιμότητά του για τις οικονομίες και τις κοινωνίες των τουριστικών χωρών δεν αμφισβητείται παρά μόνον από όσους έχουν συμφέρον στην συνέχιση της μονοπώλησης των εσόδων του τουρισμού από την ξενοδοχεία, τα οποία εν πάση περιπτώσει δεν φαίνεται να έχουν πληγεί από την ανάπτυξη της βραχυχρόνιας μίσθωσης. Η αύξηση του αριθμού των τουριστών στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια οφείλεται κυριολεκτικά στην άνθηση αυτής της δραστηριότητας, σε συνδυασμό και με την οικονομική κρίση, αλλά και με τις δυνατότητες μεσολάβησης που έχουν οι παγκόσμιες ηλεκτρονικές πλατφόρμες.
  2. Η βραχυχρόνια μίσθωση δεν επιδοτήθηκε από το κράτος ούτε κατά την δημιουργία της υποδομής της, ούτε κατά την περίοδο του Covid, σε αντίθεση με τον ξενοδοχειακό κλάδο που ενισχύθηκε πολλαπλά με πλουσιοπάροχες επιδοτήσεις, χαμηλότοκα δάνεια, μη επιστρεπτέες προκαταβολές, επιδοτήσεις εργαζομένων, αλλεπάλληλες ρυθμίσεις οφειλών και σωρεία άλλων ευεργετικών μέτρων που χρηματοδότησαν οι έλληνες φορολογούμενοι.
  3. Η βραχυχρόνια μίσθωση σήμερα ανήκει ιδιοκτησιακά και ασκείται κατά 100% από ελληνικά χέρια, όταν η ξενοδοχεία περιέρχεται όλο και πιο πολύ σε διεθνείς αλυσίδες και ξένα συμφέροντα.
  4. Η βραχυχρόνια μίσθωση διαχέει τα έσοδά της σε ευρύτερες κοινωνικές ομάδες, γι΄αυτό λέγεται και «οικονομία του διαμοιρασμού», σε αντίθεση με μεγάλο μέρος της ξενοδοχείας που με τα «βραχιολάκια» στα χέρια των «περιμανδρωμένων» τουριστών, τα κρατά αποκλειστικά δικά της.
  5. Η βραχυχρόνια μίσθωση φορολογείται ήδη πολύ βαρύτερα, με συντελεστή που φτάνει το 45% και χωρίς καμιά έκπτωση δαπανών, σε αντίθεση με τον ξενοδοχειακό κλάδο που φορολογείται με 22% και με έκπτωση όλων των  δαπανών της.
  6. Η βραχυχρόνια μίσθωση υποχρεώνεται σε δήλωση των κρατήσεων της μέχρι τις 20 του επομένου μήνα, σε συνεχείς διασταυρώσεις και σε βαρύτατα πρόστιμα προς τους οικοδεσπότες και τους Διαχειριστές Ακίνητων, και η Ελλάδα και η ΑΑΔΕ βρίσκονται στην πρωτοπορεία της υποχρεωτικής χρήσης του ΑΜΑ, ενώ τα ξενοδοχεία και τα ενοικιαζόμενα καταλύματα δεν έχουν τέτοιες υποχρεώσεις.
  7. Η βραχυχρόνια μίσθωση δεν ευθύνεται για την μείωση της προσφοράς μισθωμένης στέγης κύριας κατοικίας, ούτε προκάλεσε εξώσεις γιατί άνθισε στη χώρα μας τη δεκαετία του ’10 σε παλαιά, άδεια και εγκαταλελειμμένα σπίτια, διαμερίσματα, ημιτελή κτίρια και ιδίως απαξιωμένα γραφεία και πρώην βιοτεχνικούς χώρους των κέντρων των πόλεων που ποτέ μέχρι τώρα δεν αποτελούσαν κατοικίες. Σε αντίθεση με άλλες χώρες και γνωστές τουριστικές πόλεις με κορεσμένους αστικούς ιστούς -όπως η Βαρκελώνη ή το Αμστερνταμ- η Αθήνα και άλλες πόλεις μας, είχαν και εξακολουθούν να έχουν, πολλές δεκάδες χιλιάδες κενά, ακατοίκητα ή και ημιτελή κτίρια και παλαιά εγκαταλελειμμένα διαμερίσματα ή και γραφεία, που προσφέρονταν για ανακαίνιση και τουριστική αξιοποίηση. Ετσι πολλά από αυτά ανακαινίστηκαν ή αποπερατώθηκαν και επιπλώθηκαν για τη χρήση αυτή, και καταχωρήθηκαν στις διεθνείς πλατφόρμες, χωρίς να αποστερήσουν στέγη από την υφιστάμενη αγορά των μισθώσεων. Ιδιαίτερα σε πολλές πολυκατοικίες, εγκαταλελειμμένα ισόγεια και ημιυπόγεια διαμερίσματα 50ετίας και άνω ανακαινίστηκαν, και οι διαχειριστές των πολυκατοικιών με χαρά μετά από πολλά χρόνια, εισέπραξαν κοινόχρηστα για τα διαμερίσματα αυτά.
  8. Οι αιτίες της μείωσης προσφοράς μισθωμένης στέγης κύριας κατοικίας είναι η δημευτική φορολόγηση των μισθωμάτων + ΕΝΦΙΑ, η παλαίωση του κτιριακού δυναμικού της χώρας και η οικονομική αδυναμία των εκμισθωτών να το εκσυγχρονίσουν λειτουργικά και ενεργειακά. Αυτό λύνεται μόνον με μείωση της φορολογικής κλίμακας των μισθωμάτων και με ουσιαστική υποβοήθηση των ιδιοκτητών να ανακαινίσουν και εκμισθώσσουν το παλαιωμένο κτιριακό δυναμικό».

Η ΠΟΜΙΔΑ χαρακτηρίζει «καταστροφικά» τα μέτρα που προαναγγέλλονται, τονίζοντας πως «κανένα από αυτά δεν πρόκειται να αυξήσει την προσφορά κύριας κατοικίας» και εξηγεί το σκεπτικό της ως εξής:

  • «Μόνον σε πόλεις υπερκορεσμένες τουριστικά, όπως η Βαρκελώνη, το Παρίσι, το Αμστερνταμ, λαμβάνονται μέτρα περιορισμού των βραχυχρονίων μισθώσεων. Η Αθήνα και η χώρα μας απέχουν παρασάγγας από αυτές και θα είναι αυτοκαταστροφική κάθε τέτοια προσέγγιση.
  • Ο περιορισμός σε 60 ή 90 διανυκτερεύσεις ετησίως, και σε έως δύο ιδιοκτησίες ανά ΑΦΜ, και μάλιστα ακόμη και σε επαγγελματικά κτίρια (που δεν είναι πρόσφορα για χρήση κύρια κατοικίας) ή και μονοκατοικίες, θα εξωθήσει μοιραία και αναγκαστικά τους επιτυχημένους του χώρου στην παραοικονομία και τη φοροδιαφυγή. Αυτό θα μειώσει τόσο το ΑΕΠ της χώρας όσο και τα έσοδα (αλλά και τους φόρους που δεν θα εισπραχθούν) δεκάδων χιλιάδων μικροιδιοκτητών ακινήτων που συμβάλλουν ποικιλοτρόπως σε άλλους τομείς όπως στην ανακαίνιση κτιρίων, στην ανάπτυξη τοπικών επιχειρήσεων, κ.α.
  • Το δικαίωμα των Δήμων να καθορίζουν ανώτατο ποσοστό κατοικιών για βραχυχρόνια μίσθωση θα μπορούσε να έχει λογική μόνον αν συνυπολογίζονται και οι κενές κατοικίες. Όμως εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους η εν λευκώ παράδοση του κλάδου στις διαθέσεις των δημοτικών αρχών…
  • Το δικαίωμα των γενικών συνελεύσεων των πολυκατοικιών να αποφασίζουν αν θα επιτρέψουν τη βραχυχρόνια μίσθωση, όταν αυτή δεν απαγορεύεται από τον κανονισμό, θα μεταβάλει τις συνελεύσεις σε ‘πυγμαχικά ριγκ’, κάτι που δεν χρειάζεται η ελληνική κοινωνία».