Σε ανταπόκριση από την Αθήνα, που δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της, η οικονομική επιθεώρηση Handelsblatt αναφέρεται στις προσπάθειες για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής. Όπως επισημαίνει, «η φοροδιαφυγή έχει παράδοση στην Ελλάδα. Η ελληνική κυβέρνηση δεν θέλει πλέον να αποδεχθεί κάτι τέτοιο και εξαγγέλλει μία σειρά μέτρων».
Ο ανταποκριτής της εφημερίδας αναφέρει ότι «η μαύρη εργασία είναι ευρύτατα διαδεδομένη, ακόμη και μεταξύ των γιατρών. Σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου Εφαρμοσμένων Οικονομικών του Πανεπιστημίου του Τύμπινγκεν, τον Φεβρουάριο του 2023, η σκιώδης οικονομία στην Ελλάδα φτάνει το 21,7% του επισήμως καταγεγραμμένου ΑΕΠ. Μεταξύ των χωρών-μελών του ΟΟΣΑ μόνο στην Ιταλία είναι υψηλότερο το ποσοστό, με 21,8%. Η Γερμανία εμφανίζεται στις μεσαίες θέσεις της κατάταξης με 10,2%».
Φορολογικές δηλώσεις: Αρχίζουν οι έλεγχοι σε όσους δήλωσαν εισόδημα έως 10.000 ευρώ
Και συνεχίζει η εφημερίδα του Ντίσελντορφ: «Εάν πιστέψουμε τις φορολογικές δηλώσεις, πλούσιοι Έλληνες σχεδόν δεν υπάρχουν. Το 2022, από τα 6,5 εκατομμύρια των φορολογουμένων μόλις 27.000 δήλωσαν ετήσιο εισόδημα άνω των 100.000 ευρώ. Οι δύο στους τρεις φορολογούμενους δηλώνουν ετήσιο εισόδημα χαμηλότερο από 10.000 ευρώ».
Όπως επισημαίνει η Handelsblatt «το κυριότερο εργαλείο στον αγώνα κατά της φοροδιαφυγής είναι οι πληρωμές με κάρτα. Το μεγαλύτερο μέρος των συναλλαγών στην Ελλάδα γίνεται ακόμη με χαρτονομίσματα, παρά το όριο των 500 ευρώ για πληρωμές με μετρητά. Σύμφωνα με τα στοιχεία για την ιδιωτική κατανάλωση το ποσοστό των πληρωμών με κάρτα έχει αυξηθεί από το 2019, από το 20 στο 37%. Και πάλι όμως, παραμένει κάτω από το 46%, που είναι ο μέσος όρος στην ευρωζώνη».
Επενδυτική βαθμίδα μέσα στο 2023;
Στην έντυπη έκδοση της Δευτέρας η Handelsblatt αναφέρεται στις προσπάθειες της Ελλάδας να ανακτήσει την «επενδυτική βαθμίδα» από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης μέσα στο 2023. Όπως επισημαίνει «η αναβάθμιση αυτή θα βελτίωνε τις προϋποθέσεις για χρηματοδότηση όχι μόνο του κράτους, αλλά και της ελληνικής οικονομίας. Η χώρα είχε απωλέσει το καθεστώς του αξιόπιστου δανειολήπτη την ανοιξη του 2010, στις αρχές της κρίσης χρέους. Πάντως η αγορά έχει ήδη προεξοφλήσει την αναμενόμενη αναβάθμιση. Τα ασφάλιστρα κινδύνου για τα ελληνικά ομόλογα μειώνονται. Η απόδοση του δεκαετούς ελληνικού ομολόγου είναι κατά τρεις μονάδες βάσης χαμηλότερη από το αντίστοιχο ιταλικό, παρότι η Ιταλία διατηρεί την επενδυτική βαθμίδα».
Πηγή: Deutche Welle