Κοντά στο 4% του ΑΕΠ ανήλθε το ύψος των μέτρων που έλαβε η Ελλάδα για την άμβλυνση των παρενεργειών της ενεργειακής κρίσης, με τη χώρα μας να συμπεριλαμβάνεται μεταξύ αυτών που παρείχαν την πιο ισχυρή στήριξη στους τελικούς καταναλωτές, χρησιμοποιώντας όλη τη «γκάμα» των υφιστάμενων επιλογών. Αυτό προκύπτει από έκθεση του Συνδέσμου των Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (ACER) για τη αξιολόγηση των μέτρων στήριξης.
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του ACER, το συνολικό κόστος των μέτρων που ελήφθησαν στις χώρες της ΕΕ κατά την περίοδο της ενεργειακής κρίσης κυμαίνεται μεταξύ 305 και 646 δισ. ευρώ, με το ΔΝΤ να υπολογίζει ότι το δημοσιονομικό κόστος της στήριξης των νοικοκυριών κυμάνθηκε μεταξύ 5,56% του και 0,37% του ΑΕΠ των κρατών-μελών, κατά περίπτωση. Από το ποσό αυτό λιγότερο από το 23% αφορούσε σε στοχευμένα μέτρα.
Το δημοσιονομικό κόστος για την Ελλάδα
Η Ελλάδα κατατάσσεται στην πέμπτη θέση μεταξύ των 27 χωρών της ΕΕ από πλευράς δημοσιονομικού κόστους των μέτρων που ελήφθησαν την περίοδο 2022-2023, πίσω από τη Μάλτα, τη Γαλλία, τη Σλοβακία και την Αυστρία. Κατά την εξεταζόμενη περίοδο, η Ελλάδα έλαβε 19 διαφορετικά μέτρα στήριξης, «επίδοση» που την κατατάσσει στην έκτη θέση της ευρωπαϊκής κατάταξης, με πρωταθλήτρια τη Γερμανία (39 μέτρα) και στην άλλη άκρη του φάσματος (4 μόλις μέτρα) τη Σουηδία. Πιο συγκεκριμένα, η Ελλάδα -όπως και οι περισσότερες χώρες της ΕΕ- έριξε το βάρος της στα μέτρα για την άμεση στήριξη των καταναλωτών, με 7 διαφορετικές πρωτοβουλίες στη συγκεκριμένη κατηγορία. Έλαβε 3 μέτρα για την υποκατάσταση του φυσικού αερίου και άλλα τόσα για την επιδότηση των τιμών των καυσίμων. Τα υπόλοιπα μέτρα αφορούσαν στην εξοικονόμηση ενέργειας, την παρέμβαση στην χονδρεμπορική και τη λιανική αγορά ενέργειας και την προληπτική δράση για την αντιμετώπιση κινδύνων στην ασφάλεια εφοδιασμού.
Η πτώση στην κατανάλωση
Από την ίδια έρευνα προκύπτει ότι η Ελλάδα ήταν μεταξύ των χωρών που εμφάνισαν την μεγαλύτερη πτώση στην κατανάλωση ηλεκτρισμού σε σχέση με τις προβλέψεις κατά την περίοδο Ιουνίου-Δεκεμβρίου 2022, με την μείωση να φτάνει στο 8%, που είναι το πέμπτο μεγαλύτερο ποσοστό μετά την Σλοβενία τη Λετονία, τη Σλοβακία, τη Δανία και την πρωταθλήτρια (με μείωση14%) Φινλανδία. Στον αντίποδα, η Πορτογαλία εμφάνισε αύξηση 1% στη ζήτηση ηλεκτρισμού και η Ισπανία οριακή μόνο μείωση 1%, στοιχείο που επιβεβαιώνει όσους είχαν υποστηρίξει ότι το «Ιβηρικό μοντέλο» με την επιβολή πλαφόν στις χονδρεμπορικές τιμές φυσικού αερίου θα λειτουργούσε ως αντικίνητρο για την εξοικονόμηση ενέργειας.
Οι τιμές λιανικής παρέμειναν υψηλές στη χώρα μας
Ο ACER κατατάσσει επίσης την Ελλάδα σε μια αρκετά πολυάριθμη ομάδα χωρών (που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων την Βουλγαρία, την Πολωνία, την Γαλλία, την Ουγγαρίαν, την Ιρλανδία την Κύπρο κ.α.) στις οποίες οι λιανικές τιμές ηλεκτρισμού δεν ακολούθησαν στον αναμενόμενο βαθμό την πτώση των χονδεμπορικών τιμών ηλεκτρισμού, οι οποίες στις περισσότερες χώρες κορυφώθηκαν μεταξύ Ιουλίου-Νοεμβρίου 2022 και στη συνέχεια πήραν την κατιούσα, ακολουθώντας την πορεία των τιμών του φυσικού αερίου. Με πολύ διακριτικό τρόπο, ο ACER δείχνει προς την κατεύθυνση των προμηθευτών ηλεκτρικού ρεύματος και των πρακτικών τους, σε μια συγκυρία ιδιαίτερα κρίσιμη για την Ελλάδα καθώς βρίσκεται σε εξέλιξη η επιχείρηση επιστροφής της λιανικής αγοράς ρεύματος στην κανονικότητα, χωρίς επιδοτήσεις και με απελευθέρωση της τιμολογιακής πολιτικής. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην έκθεση του Συνδέσμου, οι χώρες θα μπορούσαν να επωφεληθούν από την προσεκτική εξέταση της συμπεριφοράς των παρόχων και των διάφορων Ρητρών που περιλαμβάνονται στα συμβόλαια των τελικών καταναλωτών». Υπενθυμίζεται ότι η ΡΑΑΕΥ έδωσε πρόσφατα σε δημόσια διαβούλευση τον οδικό χάρτη για την επιστροφή των τιμολογίων στην κανονικότητα και αναμένεται σύντομα να δημοσιεύσει την τελική της εισήγηση, λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις των προμηθευτών.
Οι «παρενέργειες» και τα διδάγματα για το μέλλον
Αξιολογώντας γενικότερα τα μέτρα που ελήφθησαν, ο ACER παρατηρεί ότι σε ορισμένες περιπτώσεις το γεγονός ότι δεν υπήρχε ευρύτερος συντονισμός είχε ως αποτέλεσμα την τεχνητή αύξηση της απόκλισης των τιμών μεταξύ ορισμένων κρατών-μελών της ΕΕ και την αλλαγή των μοτίβων στις διασυνοριακές συναλλαγές. Για παράδειγμα, οι διαφορές των τιμών ηλεκτρισμού μεταξύ της Ισπανίας (όπου θεσπίστηκε πλαφόν) και της Γαλλίας (όπου δεν υπήρξε αντίστοιχη παρέμβαση), πριμοδότησε τις εξαγωγές από την Ισπανία στη Γαλλία. Αυτό σύμφωνα με τον ΑCER αποδεικνύει τις «παράπλευρες συνέπειες» των επειγόντων μέτρων εκτός του πεδίου εφαρμογής τους, επιβεβαιώνοντας παράλληλα τον κρίσιμο της υψηλής δυναμικότητας στις διασυνοριακές ηλεκτρικές διασυνδέσεις για την ανθεκτικότητα του συστήματος ηλεκτρισμού. «Η μεταφορική ικανότητα διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στη θωράκιση έναντι ακόμα πιο ακραίων διακυμάνσεων των τιμών, ωστόσο δεν εμπόδισε την εμφάνιση μεγάλων διαφορών στις χονδρεμπορικές τιμές ρεύματος μεταξύ των χωρών-μελών», αναφέρεται μεταξύ άλλων.
Τέλος, όσον αφορά στα διδάγματα για το μέλλον, ο ACER υπογραμμίζει ότι σε περίπτωση μελλοντικών κρίσεων, τα μέτρα στήριξης των καταναλωτών πρέπει να είναι προσωρινά, στοχευμένα και δομημένα κατά τρόπο ώστε να αποφεύγονται μακροχρόνιες στρεβλώσεις στις αγορές. Ο Σύνδεσμος τονίζει ακόμα ότι στο μέλλον πρέπει να δίνεται μεγαλύτερη προτεραιότητα στην εξοικονόμηση ενέργειας και στην πρόληψη κινδύνων για την ασφάλεια εφοδιασμού και να υπάρχει μεγαλύτερος συντονισμός μεταξύ των χωρών-μελών για να μην τεθεί εν αμφιβόλω το μοντέλο της ενιαίας αγοράς ηλεκτρισμού της ΕΕ.