Ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων για το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας μετά το τέλος του 2023 -και με ρεαλιστική εκτίμηση για επίτευξη συμφωνίας προς τον Απρίλιο- προβλέπει το βασικό σενάριο του οικονομικού επιτελείου βάσει του οποίου θα προχωρήσει και η κατάρτιση του προσχεδίου του κρατικού προϋπολογισμού μέσα στον Αύγουστο.
Μετά τη δημοσίευση του νομοσχεδίου με τα μέτρα στήριξης, το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών έχει μπροστά του δύο χρονικά ορόσημα: τα εγκαίνια της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης και την ομιλία του πρωθυπουργού, καθώς θα πρέπει να αποφασιστεί αν θα συμπεριληφθούν εξαγγελίες με δημοσιονομικό κόστος, αλλά και την πρώτη Δευτέρα του Οκτωβρίου, ημέρα κατάθεσης του προσχεδίου του προϋπολογισμού στη Βουλή.
Εν όψει αυτών των δύο ορόσημων, η οικονομική πολιτική του επόμενου έτους θα χαραχθεί επί της βάσης δύο βασικών στόχων:
- πρώτον, της παραγωγής πρωτογενούς πλεονάσματος υψηλότερου του 2% ώστε να καλυφθεί σχεδόν το σύνολο των τόκων εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους (σ.σ.: με το ποσό να εκτιμάται στην περιοχή των 4,5-5 δισ. ευρώ)
- δεύτερον, της περαιτέρω αποκλιμάκωσης της αναλογίας του χρέους ως προς το ΑΕΠ κάτω από τα επίπεδα του 155%. Με αυτούς τους δύο στόχους, ουσιαστικά η Ελλάδα θα εμφανιστεί να εκπληρώνει τα συμφωνηθέντα του υπάρχοντος Συμφώνου Σταθερότητας, οπότε όταν η όποια αλλαγή έρθει -και η οποία ουσιαστικά θα ισχύσει για τον προϋπολογισμό του 2025- θα βρει τη χώρα να έχει επιτύχει ήδη το μεγαλύτερο τμήμα της απαιτούμενης δημοσιονομικής προσαρμογής.
To Eurogroup αναμένεται να στείλει εκ νέου μήνυμα για σφίξιμο της δημοσιονομικής πολιτικής από το νέο έτος, για την ανάγκη κατάργησης της ρήτρας διαφυγής και για πλήρη απόσυρση των μέτρων στήριξης για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης.
Οι υπουργοί Οικονομικών φέρονται πως θα συμφωνήσουν να αποσύρουν τα μέτρα στήριξης για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης και να χρησιμοποιήσουν τα κεφάλαια που θα εξοικονομηθούν για να μειώσουν τα ελλείμματα των προϋπολογισμών και να βοηθήσουν την ΕΚΤ να αναχαιτίσει τον πληθωρισμό. Οι υπουργοί θα διαμηνύσουν επίσης ότι χρειάζεται ένας σταδιακός, αποφασιστικός και ρεαλιστικός δημοσιονομικός συντονισμός για να δημιουργηθούν δημοσιονομικά «μαξιλάρια» μετά τις μεγάλες δημόσιες δαπάνες που είχα- με στη διάρκεια της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης. Θα τονίσουν, δε, ότι είναι αναγκαίες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
Η εν λόγω ανακοίνωση εναρμονίζεται με τις συστάσεις του Ευρωπαϊκού Δημοσιονομικού Συμβουλίου, ανεξάρτητου συμβουλευτικού οργάνου της Κομισιόν, το οποίο συνέστησε στα τέλη Ιουνίου στις χώρες μέλη της Ευρωζώνης να συσφίγξουν τις δημοσιονομικές πολιτικές τους το επόμενο έτος περισσότερο απ’ ό,τι είχε έως τώρα σχεδιαστεί, προκειμένου να βοηθηθεί η ΕΚΤ στη μάχη κατά του πληθωρισμού και να αποφευχθεί η υπερβολική αύξηση των επιτοκίων.
Αυτό πρακτικά για την Ελλάδα θα σημαίνει δύο πράγματα:
- Ότι στον προϋπολογισμό του 2024 δεν θα υπάρχει ειδικό αποθεματικό ενός δισ. ευρώ προκειμένου να λειτουργήσει ως «μαξιλάρι» σε περίπτωση εκ νέου αύξησης των τιμών στην ενέργεια. Προς το παρόν, πάντως, δεν έχει φανεί τάση εκ νέου κατακόρυφης αύξησης των τιμών. Το φυσικό αέριο είναι και πάλι κάτω από τα 30 ευρώ η μεγαβατώρα, το πετρέλαιο παραμένει στην περιοχή των 70-80 δολαρίων το βαρέλι και η τιμή χονδρικής του ηλεκτρικού ρεύματος ναι μεν οδηγεί σε πολύ υψηλότερες τιμές λιανικής σε σχέση με τα προ κρίσης επίπεδα, ωστόσο απέχει πολύ από τα εξωφρενικά επίπεδα του περασμένου καλοκαιριού.
- Ότι το 2024 θα χρειαστεί να παραχθεί διπλάσιο πρωτογενές πλεόνασμα σε σχέση με τη φετινή χρονιά. Παρά την κατάθεση του συμπληρωματικού προϋπολογισμού ύψους 700 εκατ. ευρώ στο σκέλος των δαπανών, η εκτίμηση για παραγωγή πρωτογενούς πλεονάσματος στην περιοχή του 1% του ΑΕΠ (πάνω δηλαδή από τον επίσημο στόχο του 0,7%) παραμένει. Προς το παρόν, ο προϋπολογισμός εκτελείται με βάση τις προβλέψεις που έγιναν κατά την κατάρτιση του προγράμματος σταθερότητας. Εγείρεται το ερώτημα αν θα υπάρξουν πρόσθετα μέτρα στήριξης μέσα στο έτος, αλλά και το οικονομικό επιτελείο -και μέσω επίσημων δηλώσεων μέσα στο διήμερο τόσο του υπουργού Κωστή Χατζηδάκη όσο και του υφυπουργού Θάνου Πετραλιά- ξεκαθαρίζει ότι πρώτα θα διασφαλίζεται το πρωτογενές πλεόνασμα του 1% και μετά θα προωθούνται νέα εφάπαξ μέτρα στήριξης για νομοθέτηση. Όσο για το 2024, πολύ δύσκολα θα υπάρξουν πρόσθετες παροχές μετά το πακέτο του 1,1 δισ. ευρώ που ανακοινώθηκε και το οποίο θα βαρύνει εξ ολοκλήρου τον προϋπολογισμό της επόμενης χρονιάς.
Πρόσθετα έσοδα και αποκλιμάκωση χρέους
Τα πρόσθετα έσοδα που θα έρθουν λόγω ανάπτυξης αλλά και η περικοπή των δαπανών (αφού πλέον δεν θα υπάρχει κονδύλι για τη στήριξη των τιμών ενέργειας κ.λπ.) εκτιμάται ότι θα εξασφαλίσουν τον πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο του 1% που απαιτείται (σ.σ.: ώστε το πρωτογενές πλεόνασμα να φτάσει πάνω από το 2%, αντί για 1% που εκτιμάται ότι θα είναι το κλείσιμο της φετινής χρονιάς). Όσον αφορά το χρέος, η αποκλιμάκωση κάτω από το 160% του ΑΕΠ θα προέλθει με την ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ (σ.σ.: προβλέπεται πραγματική ανάπτυξη στην περιοχή του 3% και πληθωρισμός άνω του 2% για του χρόνου), αλλά και από τη συγκράτηση του χρέους σε επίπεδο γενικής κυβέρνησης στο επίπεδο των 360 δισεκατομμύρια ευρώ, που αναμένεται ότι θα είναι και το κλείσιμο του 2023.