Skip to main content

Οικονομία: Οι πέντε μεγάλοι στόχοι της τετραετίας

(ΣΩΤΗΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ/EUROKINISSI)

Υψηλά θα θέσει τον «πήχη» ο πρωθυπουργός με την ανάγνωση των προγραμματικών δηλώσεων

Ετήσιο ΑΕΠ κοντά στα 260 δισ., αναλογία χρέους ως προς το ΑΕΠ περί το 140%, μονοψήφιο ποσοστό ανεργίας, επενδύσεις 50 δισ. ευρώ ετησίως και εξαγωγές άνω
των 150 δισ. τον χρόνο. Αυτή είναι η ποσοτικοποίηση των στόχων που θα θέσει ο πρωθυπουργός στις προγραμματικές δηλώσεις.

Kεντρική θέση στις προτεραιότητες της επόμενης τετραετίας αποκτά η αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου, ουσιαστικά δηλαδή της «σύνθεσης» του ΑΕΠ. Για να επιτευχθεί αυτό, εκτός από τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης μέσα στην τετραετία -μέσος ρυθμό ανάπτυξης 3%, όπως έχει αναφέρει και ο νέος υπουργός Οικονομικών- θα πρέπει οι ετήσιες επενδύσεις να αυξηθούν σταδιακά ακόμη και κατά 70% σε σχέση με τα σημερινά επίπεδα, ενώ αύξηση της τάξεως του 50% «απαιτείται» και για τις εξαγωγές.

Σε μακροοικονομικό επίπεδο, οι στόχοι που έχουν τεθεί στον «μπλε φάκελο» του υπουργείου Οικονομικών -και από την επίτευξη των οποίων εξαρτώνται σε πολύ μεγάλο βαθμό όλες οι προεκλογικές δεσμεύσεις για αυξήσεις μισθών, μείωση της ανεργίας, μειώσεις φόρων κ.λπ.- είναι οι εξής:

  1. Μέσος ρυθμός ανάπτυξης 3% για την τετραετία 2023- 2027. Αυτός ο στόχος -σε συνδυασμό και με την πρόβλεψη ότι ο πληθωρισμός θα μειωθεί σταδιακά στο 2% του ΑΕΠ μετά το 2024- θα φέρει το ΑΕΠ πάνω από τα 255 δισ. ευρώ στο τέλος του 2026 και ενδεχομένως ακόμη και πάνω από τα 260 δισ. ευρώ το 2027. Θα είναι η πρώτη φορά που θα αρχίσει και πάλι η Ελλάδα να καταγράφει «νέο υψηλό» στο ΑΕΠ της χώρας μετά το 2008, όταν και καταγράφηκε το ιστορικό υψηλό (σε ονομαστικό επίπεδο) της τάξεως των 242 δισ. ευρώ. Με βάση τον εκτιμώμενο ρυθμό ανάπτυξης, αλλά και τις προβλέψεις για την εξέλιξη του πληθωρισμού, η μεγάλη ύφεση της μνημονιακής περιόδου θα κλείσει μέσα στο 2025. Δηλαδή, το συγκεκριμένο έτος θα έχει καλυφθεί όλη η απώλεια του ΑΕΠ που προκλήθηκε κατά τη δεκαετία της ύφεσης, φέρνοντας το ΑΕΠ από τα 242 δισ. ευρώ στα 174,5 δισ. ευρώ το 2016 και στα 165 δισ. ευρώ το 2020, έτος της πανδημίας.
  2. Αύξηση των επενδύσεων κατά 70% έως το 2027, με «όπλο» την ισχυρή απορρόφηση πόρων τόσο από το ΕΣΠΑ όσο και από το Ταμείο Ανάκαμψης. Το ποσοστό συμμετοχής των επενδύσεων παραμένει εξαιρετικά χαμηλό. Με ονομαστικό ΑΕΠ της τάξεως των 208 δισ. ευρώ το 2022, η αναλογία των επενδύσεων δεν ξεπερνά το 13,7%, με τις επενδύσεις να ανέρχονται στα 28,5 δισ. ευρώ. Με άνοδο της τάξεως του 70%, οι επενδύσεις θα φτάσουν στα 50 δισ. ευρώ ετησίως, με την αναλογία ως προς το ΑΕΠ να διαμορφώνεται υψηλότερα από το 20%, αρκετά κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Ο δρόμος για να φτάσουμε βέβαια σε αυτό το σημείο είναι ακόμη μακρύς. Η προηγούμενη φορά που οι επενδύσεις έφταναν στα 50 δισ. ευρώ τον χρόνο ήταν την περίοδο των Ολυμπιακών Αγώνων (2003-2004), αλλά και την περίοδο 2006-2008, που έμεινε στην ιστορία ως η «χρυσή εποχή των ακινήτων». Σήμερα, οι επενδύσεις στα ακίνητα είναι μειωμένες πάνω από 90% σε σχέση με τη συγκεκριμένη περίοδο οπότε είναι ένα πολύ μεγάλο «στοίχημα» το πώς θα φτάσουμε στις επενδύσεις της περιόδου 2006-2008 χωρίς να υπάρχει τόσο μεγάλη στήριξη από την κτηματαγορά όπως τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο.
  3. Αύξηση των εξαγωγών ώστε να αντιστοιχούν στο 60% του ΑΕΠ μέχρι το 2027. Το 2022, οι εξαγωγές (προϊόντων και υπηρεσιών) αντιστοιχούσαν το 2022 περίπου στο 49% του ΑΕΠ (ως εξαγωγές λογίζονται και τα έσοδα του τουρισμού που από μόνα τους ανέρχονται σε περισσότερα από 18 δισ. ευρώ). Για να φτάσει η αναλογία στο 60% το 2027 (έτος κατά το οποίο το ΑΕΠ θα είναι κοντά στα 260 δισ. ευρώ), οι εξαγωγές θα πρέπει θα αυξηθούν -σταδιακά- κατά τουλάχιστον 50 δισ. ευρώ ετησίως σε σχέση με τα σημερινά επίπεδα. Απαιτούνται επενδύσεις για την αύξηση της παραγωγικότητας και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών προϊόντων αλλά και πολύ θετική πορεία της τουριστικής αγοράς.
  4. Αποκλιμάκωση του χρέους της γενικής κυβέρνησης στο 140% του ΑΕΠ μέχρι το 2027. Για να επιτευχθεί ο συγκεκριμένος στόχος θα πρέπει να υπάρξουν αλλαγές τόσο στον παρονομαστή του κλάσματος (δηλαδή στο ΑΕΠ) όσο και στον αριθμητή (δηλαδή το χρέος της γενικής κυβέρνησης). Για το ΑΕΠ και την ανάπτυξη, ο στόχος αναφέρθηκε και προηγουμένως: ΑΕΠ κοντά στα 260 δισ. ευρώ ετησίως. Για το χρέος, θα πρέπει να μην υπάρξει ουσιαστική αύξηση μέσα στα επόμενα τέσσερα χρόνια, δηλαδή να παραμείνει στην περιοχή των 360 δισ. ευρώ. Αυτομάτως, μπλέκονται και οι δημοσιονομικοί στόχοι: να παράγεται πρωτογενές πλεόνασμα άνω του 2% από το 2024 και μετά, ώστε να καλύπτεται το μεγαλύτερο μέρος της δαπάνης για τους τόκους εξυπηρέτησης του χρέους. Στο «παιχνίδι» θα μπουν και οι πρόωρες αποπληρωμές χρέους με αξιοποίηση και μέρους των ταμειακών διαθεσίμων, το ύψος των οποίων ανέρχεται ακόμη και σήμερα στα 34 δισ. ευρώ. Προς το παρόν, οι στόχοι του πρωτογενούς πλεονάσματος είναι 2,1% για το 2024, 2,3% για το 2025 και 2,5% για το 2026.
  5. Μονοψήφιο ποσοστό ανεργίας από το 2025 και μετά. Ο στόχος εκτιμάται ότι θα επιτευχθεί με την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου, αλλά και με τη «βοήθεια» των επιδοτήσεων για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, παρέμβαση με μεγάλο πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα, λόγω της επίπτωσης που έχει η μείωση της ανεργίας και στην κατανάλωση αλλά και στα δημόσια έσοδα.